iconandlight

Iconography and Hand painted icons


Ας μην είμαστε αχάριστοι προς τον Καλό Πατέρα μας Θεό … Αν η καρδιά του μεγαλύτερου υιού ήταν ενωμένη με την καρδιά του πατέρα του, τότε η χαρά του πατέρα θα ήταν και δική του χαρά. Η δόξα του αδελφού του θα ήταν και δική του δόξα

άσωτος γιος_ the Prodigal Son_ Притча о блудном сынеFiul-cel-pierdut-10Κυριακή του Ασώτου (Λουκ.15,13-32)
Η δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου

«Μιά ψυχή φτιαγμένη κατ᾿ εικόνα Θεού είναι πιο πολύτιμη στο Θεό απ᾿ ότι δέκα χιλιάδες κόσμοι με όλα όσα περιέχουν» π. Κάλλιστος Ware

Είπε ο αββάς Σαρματάς:
– Προτιμώ άνθρωπο αμαρτωλό, που αναγνωρίζει το σφάλμα του και ταπεινώνεται, παρά ενάρετο με αυταρέσκεια.

Προτιμώ πτώσι με ταπεινοφροσύνη, παρά νίκη με υπερηφάνεια, λέγει άλλος Πατήρ.

Η ταπείνωσις χωρίς μεγάλο κόπο έσωσε πολλούς, λέγει άλλος Γέροντας. Το πιστοποιούν ο Τελώνης και ο Άσωτος, που με δυό λόγια ταπεινά, που είπαν, τους δέχτηκε ο Θεός.

ο’. Ένας αδελφός συμβουλεύτηκε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Αν δω έναν αδελφό, όπου άκουσα ότι έφταιξε, δεν θέλω να τον μπάσω στο κελλί μου. Και αν δω κάποιον ενάρετο, νοιώθω χαρά μαζί του».
Του λέγει ο γέρων:
«Αν προσφέρεις στον ενάρετο αδελφό λίγο καλό, διπλό κάμε το στον άλλον. Γιατί αυτός είναι ο αδύνατος. Υπήρχε σε ένα Κοινόβιο κάποιος αναχωρητής, ονόματι Τιμόθεος. Και άκουσε ο ηγούμενος φήμη για πειρασμό ενός αδελφού.
Και ρώτησε τον Τιμόθεο για αυτόν. Και εκείνος τον συμβούλευσε να διώξει τον αδελφό.
Όταν λοιπόν τον έδιωξε, ήλθε ο πειρασμός του αδελφού εναντίον του Τιμοθέου, έως ότου αυτός κινδύνευσε. Και άκουσε φωνή να του λέει:
«Τιμόθεε, μη νομίσεις ότι σου τα έκαμα αυτά για άλλο λόγο, εκτός από το ότι δεν λογάριασες τον αδελφό σου στον καιρό του πειρασμού του».

Ήταν κάποιος Γέροντας που έτρωγε καθημερινά τρία παξιμάδια. Τον επισκέφθηκε κάποιος αδελφός και όταν κάθησαν να φάνε, έβαλε και για τον αδελφό τρία παξιμάδια. Είδε κατόπιν ο Γέροντας ότι ο αδελφός είχε ανάγκη να φάει περισσότερο και τού ’φερε άλλα τρία. Αφού χόρτασαν και σηκώθηκαν, κατέκρινε ο Γέροντας τον αδελφό και του είπε: «Δεν πρέπει, αδελφέ, να υπηρετούμε τη σάρκα μας». Ο αδελφός έβαλε μετάνοια στον Γέροντα και έφυγε.
Την επόμενη ημέρα όταν έφθασε η ώρα για φαγητό, έβαλε ο Γέροντας τα τρία παξιμάδια για τον εαυτό του. Αλλά αφού τα έφαγε, αισθάνθηκε πάλι να πεινά αλλά συγκρατήθηκε. Την άλλη μέρα πάλι το ίδιο έπαθε και άρχισε να αισθάνεται εξάντληση. Κατάλαβε τότε ο Γέροντας ότι τον εγκατέλειψε ο Θεός και ρίχνοντας τον εαυτό του ενώπιον του Θεού, άρχισε να παρακαλεί μετά δακρύων για την εγκατάλειψη που του έγινε. Και βλέπει έναν άγγελο που του είπε: «Αυτό σου συνέβη, επειδή κατέκρινες τον αδελφό. Να ξέρεις λοιπόν ότι αυτός που μπορεί να εγκρατεύεται ή να κάνει κάποιο άλλο καλό, δεν το κάνει με δική του δύναμη, αλλά η αγαθότητα του Θεού είναι που ενισχύει τον άνθρωπο».

Άγιος Συμεών ο νέος θεολόγος :“Καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην», είναι η μόνη θυσία που αρμόζει να προσφέρεται στο Θεό… Με αυτήν την θυσία και σώθηκαν και σώζονται και θα σωθούν βασιλείς, δυνάστες, ευγενείς, δυσγενείς, σοφοί, αμαθείς, πλούσιοι, φτωχοί, ζητιάνοι, άδικοι, πλεονέκτες, άνομοι, ασελγείς, φονιάδες και κάθε είδος αμαρτωλών. Και ο Θεός δεν κατέβηκε στην γη και δεν ταπείνωσε τον εαυτό του μέχρι θανάτου για τίποτε άλλο παρά μόνο, για να εμφυτεύση σε όσους πιστεύουν σ αυτόν «καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην».

Γέροντας Ιγνάτιος Καπνίσης : Ο εγωισμός σκοτίζει και τυφλώνει το μυαλό και τρελαίνει τον άνθρωπο. Όταν αδειάσουμε από μέσα μας όλο τον εγωισμό μας, τότε ολόκληρος ο Θεός μπαίνει μέσα μας.

***

Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης

άσωτος γιος_ the Prodigal Son_ Притча о блудном сыне2e0b70443e32152ba1ce1da341dΈνας κυνηγός, αγαπούσε πολύ να περιφέρεται στα δάση και τους κάμπους για κυνήγι. Κάποια ημέρα, κυνηγώντας για πολλή ώρα, ανέβαινε σ’ ένα ψηλό βουνό κι επειδή κουράστηκε, κάθισε σε μια μεγάλη πέτρα. Βλέποντας ένα σμήνος από πουλιά να πετά από την μία κορυφή στην άλλη, σκέφτηκε: «Γιατί ο Θεός δεν έβαλε φτερά στον άνθρωπο, για να μπορεί να πετάει;».

Εκείνη την ώρα, από τον ίδιο τόπο περνούσε ένας ταπεινός ερημίτης και γνωρίζοντας τις σκέψεις του κυνηγού, του είπε: «Συλλογίζεσαι, γιατί ο Θεός δεν σου έδωσε φτερά. Αλλά, αν σου δώσει φτερά, πάλι δεν θα είσαι ευχαριστημένος και θα πεις: ‘‘Τα φτερά μου, είναι αδύνατα. Και μ’ αυτά δεν μπορώ να πετάξω ως τον ουρανό για να δω τί υπάρχει εκεί!’’. Και αν σου δοθούν τέτοια δυνατά φτερά, που να μπορέσεις να ανεβείς ως τον ουρανό, και τότε θα είσαι ανικανοποίητος και θα πεις: ‘‘Δεν καταλαβαίνω τί γίνεται εδώ!’’. Και αν σου δοθεί να καταλάβεις, τότε, και πάλι δεν θα είσαι ευχαριστημένος, και θα πεις: ‘‘Γιατί εγώ δεν είμαι άγγελος;’’. Και αν γίνεις άγγελος, τότε, και πάλι θα είσαι δυσαρεστημένος, και θα πεις: ‘‘Γιατί δεν είμαι Χερουβείμ;’’. Και αν γίνεις Χερουβείμ, τότε, θα πεις: ‘‘Γιατί ο Θεός δεν μ’ αφήνει να κυβερνώ τον ουρανό;’’. Και αν σου δοθεί να κυβερνάς τον ουρανό, ακόμη και τότε δεν θα ευχαριστηθείς και, σαν κάποιον άλλον, θα ζητήσεις ‘‘περισσότερα’’. Γι’ αυτό, πάντα να ταπεινώνεσαι και, έτσι, θα είσαι ικανοποιημένος με ό,τι σου δίνεται στην ζωή και τότε θα ζεις με τον Θεό».

Ο κυνηγός είδε ότι ο ερημίτης είπε την αλήθεια και ευχαρίστησε τον Θεό, επειδή του έστειλε τον μοναχό, για να τον συνετίσει και να τον διδάξει την οδό της ταπεινώσεως…
Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ): «Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης», α΄ μέρος, κεφ. στ΄ («Τα είδη της φαντασίας και ο αγώνας εναντίον της»), σελ. 210–211, 10η έκδοση, Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας, 2003.

***

Άγιος Παΐσιος Αγιορείτης

Ας μην είμαστε αχάριστοι προς τον Καλό Πατέρα μας Θεό, ο Οποίος έχει προικίσει όλα τα πλάσματά Του με χαρίσματα διάφορα, γιατί Αυτός γνωρίζει τί χρειάζεται ο καθένας μας, ώστε να μη βλαφθούμε.
Εμείς όμως πολλές φορές κάνουμε σαν τα μικρά παιδιά και παραπονιόμαστε, γιατί δεν έδωσε και σ᾿ εμάς ο Πατέρας ένα φράγκο8 ή ένα δίφραγκο, όπως έδωσε στα αδέλφια μας, ενώ σ᾿ εμάς έχει δώσει ολόκληρο εκατοστάρικο9. Νομίζουμε ότι αυτό που έδωσε σ᾿ εμάς δεν είναι τίποτε, γιατί περνάμε το εκατοστάρικο για χαρτί, και μας συγκινεί το φράγκο ή το δίφραγκο που έδωσε στα αδέλφια μας και κλαίμε και αγανακτούμε με τον Καλό Πατέρα μας10
8 Φράγκο: Έτσι ονομαζόταν παλιότερα η δραχμή.
9 Εκατοστάρικο: Χάρτινο νόμισμα ισοδύναμο με εκατό δραχμές.
10 Από γράμμα του Γέροντα προς αδελφή το 1968.

***

Πολλοί δεν βλέπουν τα δικά τους χαρίσματα· βλέπουν μόνον τα χαρίσματα των άλλων και τους πιάνει η ζήλεια. Θεωρούν τον εαυτό τους αδικημένο, μειωμένο, κι έτσι βασανίζονται και κάνουν την ζωή τους μαύρη.. Θυμάστε τον Κάιν και τον Άβελ; Δεν έψαξε ο Κάιν να βρη τα δικά του χαρίσματα, αλλά κοιτούσε τα χαρίσματα του Άβελ· οπότε καλλιέργησε τον φθόνο προς τον αδελφό του, μετά τα έβαλε και με τον Θεό και τελικά από τον φθόνο έφθασε στον φόνο… Όταν ο άνθρωπος φθάση να χαίρεται για την πρόοδο των άλλων, τότε ο Χριστός θα του δώση όλη την πρόοδο των άλλων και θα χαίρεται όσο χαίρονται όλοι οι άλλοι, και τότε φυσικά θα είναι πολλή και η πρόοδός του και η χαρά του.

***

Άγιος Παΐσιος: Η αρχοντιά είναι το αντίδοτο της ζήλειας…

άσωτος γιος_ the Prodigal Son_ Притча о блудном сынеFiul-cel-pierdut-10Όταν, Γέροντα, ζηλεύω, προσπαθώ να τοποθετηθώ λογικά.

Αν εξ αρχής προσπαθήσης να μη ζηλέψης, δεν είναι πιο καλά; Η ζήλεια είναι γελοίο πράγμα. 
Λίγη σκέψη χρειάζεται, για να ξεπεράση την ζήλεια κανείς· δεν χρειάζεται να κάνη μεγάλους αγώνες και πολλή άσκηση, γιατί είναι ψυχικό πάθος.
Πρόσεξε, μην αφήσης ποτέ το πάθος της ζήλειας να σε κυριέψη, γιατί είναι ένα από τα μεγαλύτερα πάθη.
Ξέρεις από την ζήλεια που μπορεί να φθάση ο άνθρωπος; Στον φθόνο και στην διαβολή. Και οι διαβολές κάνουν πολύ μεγαλύτερο κακό από τον φθόνο.
 
– Γέροντα, τί έχει μέσα η ζήλεια;
– Και τί δεν έχει!… Υπερηφάνεια έχει, εγωισμό έχει, φιλαυτία έχει… Δεν έχει αγάπη ούτε φυσικά και ταπείνωση.

– Δηλαδή, Γέροντα, αν κανείς ζηλεύη, αποκλείεται να έχη αγάπη;

– Και βέβαια αποκλείεται!
Δεν είναι δυνατόν ένας άνθρωπος να έχη συγχρόνως ζήλεια και αγάπη. Κι αν ακόμη έχη λίγη αγάπη, η αγάπη του δεν είναι καθαρή, γιατί μέσα στην αγάπη του είναι ο εαυτός του. Η ζήλεια μουρνταρεύει την αγάπη και την καλωσύνη, όπως το ψόφιο ποντίκι μουρνταρεύει όλο το λάδι, όταν πέση μέσα στο πιθάρι
– Γέροντα, εγώ νομίζω ότι ζηλεύω, επειδή μέσα μου δεν νιώθω γεμάτη.
– Πώς να νιώθης γεμάτη, όταν τα θέλης όλα δικά σου;
– Όταν όμως επιθυμώ κάτι που δίνεται σε μια άλλη αδελφή;
– Αφού ο Θεός είπε: «ουκ επιθυμήσεις όσα τω πλησίον σού εστι»1, πώς να επιθυμήσουμε κάτι που έχει ο άλλος; Ούτε τις βασικές εντολές να μην τηρήσουμε; Μετά η ζωή μας γίνεται κόλαση.
«Έκαστος πειράζεται υπό της ιδίας επιθυμίας»2, λέει ο Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος.
Αυτές οι επιθυμίες θα βασανίζουν τις ψυχές και στην κόλαση. Κι αν μας πάρη ο Θεός στον Παράδεισο, χωρίς να έχουμε απαλλαγή από την ζήλεια, και εκεί δεν θα βρούμε ανάπαυση, γιατί θα έχουμε τις ίδιες παράλογες επιθυμίες.

1 Βλ. Έξ. 20, 17· Δευτ. 5, 21.
2 Ιακ. 1, 14.

***

έροντα, γιατί το μεγάλο πάθος της ζήλεια υπάρχει στις γυναίκες σε μεγαλύτερο βαθμό απ΄ ότι στους άνδρες;

Επειδή η γυναίκα έχει από την φύση της πολλή καλοσύνη και αγάπη, ο διάβολος πολύ την πολεμάει. Της πετάει την φαρμακερή ζήλεια και της δηλητηριάζει την αγάπη. Και όταν η αγάπη της δηλητηριαστεί και γίνει κακότητα, τότε η γυναίκα από μέλισσα γίνεται σφήκα και ξεπερνά την σκληρότητα του άνδρα. Και βλέπεις, ενώ για τον άνδρα είναι αρκετό να φύγει ένα ανεπιθύμητο πρόσωπο από κοντά του για να μην το βλέπουν τα μάτια του , η γυναίκα, που την έχει πλάσει ο Θεός με σπλάγχνα, δεν αρκείται στο να εξαφανιστεί το πρόσωπο που ζηλεύει και να μην το βλέπουν τα μάτια της, αλλά θα ήθελε να πεθάνει… Δηλαδή, σίγουρες δουλειές! […]

Η γυναίκα πρέπει να προσέχει πολύ την ζήλεια. Επιβάλλεται να βγάλει τον εαυτό της από την αγάπη της , για να μείνει καθαρή η πολλή αγάπη που έχει.

-Πώς θα γίνει αυτό , Γέροντα;

-Αν ξεπεράσει τις μικρότητες και καλλιεργήσει την πνευματική λεβεντιά και την πνευματική αρχοντιά, την θυσία. Η αρχοντιά είναι το αντίδοτο της ζήλειας. Αλλά δυστυχώς λίγοι έχουν αρχοντιά.
Από το βιβλίο: Γέροντος Παϊσίου Λόγοι Ε΄ – Πάθη και Αρετές, σ. 121

Γέροντα, μερικοί πνευματικοί άνθρωποι, όταν βλέπουν κάποιον να ζει αμαρτωλά, λένε: «Α, αυτός, έτσι που πάει, είναι για την κόλαση!».
Αχ, αν οι κοσμικοί άνθρωπο πάνε στη κόλαση από τις καταχρήσεις, οι πνευματικοί άνθρωποι θα πάνε από τις κατακρίσεις… Για κανέναν δεν μπορούμε να πούμε ότι θα πάει στην κόλαση. Ο Θεός δεν ξέρουμε πώς εργάζεται. Τα κρίματα του Θεού είναι άβυσσος. Κανέναν να μη καταδικάζουμε, γιατί έτσι παίρνουμε την κρίση από τα χέρια του Θεού. Πάμε να γίνουμε Θεοί. Αν μας ρωτήσει ο Χριστός την ημέρα της Κρίσεως, ας πούμε τη γνώμη μας…

***

π. Ζαχαρίας Ζάχαρου

…Η επιστροφή του ασώτου υιού δεν χαροποίησε, ωστόσο, τον μεγαλύτερο αδελφό του, ο οποίος εργαζόταν στους αγρούς, έξω από την πατρική οικία. Αυτός εκπροσωπεί τους Φαρισαίους, οι οποίοι ποτέ δεν υποδέχονταν με χαρά τη μεταμέλεια ενός αμαρτωλού, θεωρώντας ότι του αξίζει η κόλαση. Εμπιστεύονταν μόνο τη δική τους δικαιοσύνη, αλλά με την αυτοδικαίωση αυτή αποδεικνύεται ότι βρίσκονταν στους αγρούς, δηλαδή έξω από τον οίκο της καρδιάς τους. Είχαν την πίστη ότι ανήκουν στον Θεό, όπως ο μεγάλος γιός της παραβολής, χωρίς να εννοούν ότι στην πραγματικότητα δεν είχαν δώσει ποτέ την καρδιά τους στον επουράνιο Πατέρα. Δεν είχαν καμιά γνώση του Θεού ούτε ήλθαν ποτέ σε κοινωνία με το Πνεύμα Του. Έτρεφαν μάλλον την πεποίθηση ότι η τυπική από μέρους τους τήρηση του Νόμου θα υποχρέωνε κατά κάποιον τρόπο τον Θεό να τους αποδώσει τη σωτηρία…. Ο πατέρας κατακλύζεται από τον πόθο να θεραπεύσει τον φθόνο του γιου του και του θέτει τον προβληματισμό: «Σε σένα έχω δώσει ήδη όλη μου την περιουσία. Γιατί φθονείς τον αδελφό σου; Το μόνο που σου ζητώ είναι να με αγαπάς ως γιος μου». Αν η καρδιά του μεγαλύτερου υιού ήταν ενωμένη με την καρδιά του πατέρα του, τότε η χαρά του πατέρα θα ήταν και δική του χαρά. Η δόξα του αδελφού του θα ήταν και δική του δόξα, όπως ακριβώς το φως ενός κεριού δεν ελαττώνεται, όταν ανάβονται από αυτό άλλα κεριά. Όταν αποδεικνύουμε στον Θεό ότι Τον αγαπάμε ως αληθινοί υιοί, γινόμαστε ικανοί να λάβουμε όλα όσα είναι δικά Του, την ίδια τη ζωή Του και όλο τον ακένωτο πλούτο των χαρισμάτων Του.

***

Άγιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης
Να μην κατακρίνουμε, διότι ο Θεός θα επιτρέψει να πέσουμε κι εμείς στις ίδιες αμαρτίες.

ΑΣΩΤΟΥ-kyriaki-aswtoy-p-n-loydovikos25c225absophia2bdrekou25c225bbaenai-epanastasiΟ Γέροντας συμβούλευε να μην κατακρίνουμε τους άλλους για τις αμαρτίες τους, διότι ο Θεός θα επιτρέψει να πέσουμε κι εμείς στις ίδιες αμαρτίες. Μου έλεγε: « Έτσι, μια νοικοκυρά σ’ ένα χωριό, την ώρα που άναβε φωτιά στο φούρνο της για να ψήσει ψωμί, ευχήθηκε να μπορούσε να σουβλίσει και να κάψει ζωντανή στο φούρνο της μια κοπέλα από γειτονικό χωριό, που έμεινε έγκυος με κάποιο άγνωστο. Σε λίγα χρόνια, όταν ο άνδρας της ξενιτεύτηκε, έμεινε κι εκείνη έγκυος με κάποιο συγχωριανό της». Και κατέληξε: « Γι’ αυτό ο Θεός μας συμβουλεύει να μην καταρώμεθα κανένα, ούτε τον εχθρό μας, και να ευλογούμε όλους, ακόμη και τους εχθρούς μας».
[Κ. Γιαννιτσιώτη, Κοντά στο Γέροντα Πορφύριο, Αθήναι 1995, σελ. 332π.]

Ελεγε ο Γέροντας Πορφύριος: “Δεν είναι, βρε, όλοι φονιάδες, ούτε όλοι παλιάνθρωποι που κάνουν εγκλήματα, αλλ’ είναι ατείχιστοι, δεν αγωνίζονται, δεν εξομολογούνται, δεν μεταλαβαίνουν, δεν προσεύχονται, δεν προσπαθούν. Κι είναι καλές ψυχές, αλλά μένουν έτσι, ξέφραγα αμπέλια, όπως λέει η λαϊκή έκφραση. Και τους πιάνει και τους σηκώνει το κακό. Και τους βάνει να κάνουνε φόνο και να κάνουν τόσα και μετά, μετά από λίγο μετανοιώνουνε, στενοχωριούνται, υποφέρουνε, νιώθουν σαν να ‘ναι στην κόλαση”.

***

Αγίου Δημητρίου του Ροστώφ

Η ζήλεια και ο φθόνος είναι αιτία κάθε κακού και εχθρός κάθε καλού. Απ αυτή την αιτία ο Κάϊν φόνευσε τον Άβελ, ο Ησαύ θέλησε να εξοντώσει τον Ιακώβ, ο Σαούλ καταδίωξε τον Δαβίδ.
Η ζήλεια και ο φθόνος τυφλώνουν τον νου, αμαυρώνουν την ψυχή, σκοτίζουν τη συνείδησι, θλίβουν τον Θεό, χαροποιούν τους δαίμονες, κλείνουν τον ουρανό, ανοίγουν την κόλασι. «Ο μισών τον αδελφόν αυτού εν τη σκοτία εστί και εν τη σκοτία περιπατεί, και ουκ οίδε που υπάγει, ότι η σκοτία ετύφλωσε τους οφθαλμούς αυτού» (Α Ἰω. 2. 11).

Αισθάνονταν, σαν να αποχαιρετούσαν προς τον άλλο κόσμο όχι έναν εγκληματία αλλά έναν άγιο! Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
https://iconandlight.wordpress.com/2020/02/17/39869/

Τον υπερήφανο, και με τη βία να τον βάλεις στον παράδεισο, κι εκεί δεν θα βρει ανάπαυση. Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης
https://iconandlight.wordpress.com/2016/08/26/%cf%84%ce%bf%ce%bd-%cf%85%cf%80%ce%b5%cf%81%ce%ae%cf%86%ce%b1%ce%bd%ce%bf-%ce%ba%ce%b1%ce%b9-%ce%bc%ce%b5-%cf%84%ce%b7-%ce%b2%ce%af%ce%b1-%ce%bd%ce%b1-%cf%84%ce%bf%ce%bd-%ce%b2%ce%ac%ce%bb%ce%b5/

Να μάθουμε τον «αναρχικό» νου να συχνάζη στο σπίτι του, στον Παράδεισο, κοντά στον Πατέρα του, τον Θεό. Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης
https://iconandlight.wordpress.com/2016/02/28/%ce%bd%ce%b1-%ce%bc%ce%ac%ce%b8%ce%bf%cf%85%ce%bc%ce%b5-%cf%84%ce%bf%ce%bd-%ce%b1%ce%bd%ce%b1%cf%81%cf%87%ce%b9%ce%ba%cf%8c-%ce%bd%ce%bf%cf%85-%ce%bd%ce%b1-%cf%83%cf%85%cf%87%ce%bd%ce%ac/

Να βλέπεις με πόνο τον άλλον που σφάλλει… Όταν ο αδελφός μας σφάλλει, εμείς πρέπει να βαστάξουμε τον πειρασμό του. Άγιος Πορφύριος – Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης
https://iconandlight.wordpress.com/2020/02/15/39506/

Η ταπείνωση κάνει τον άνθρωπο να αισθάνεται ευτυχής βλέποντας τους άλλους σε δόξα. Τέτοιος είναι ο Παράδεισος του Κυρίου. Γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ
https://iconandlight.wordpress.com/2019/02/21/27219/

Ήχος β’

Την του Ασώτου φωνήν προσφέρω σοι Κύριε. Ήμαρτον ενώπιον των οφθαλμών σου αγαθέ, εσκόρπισα τον πλούτον των χαρισμάτων σου, αλλά δέξαι με μετανοούντα, Σωτήρ και σώσόν με.

Ιδιόμελον, Τριωδίου
Ήχος α’

Εις αναμάρτητον χώραν, και ζωηράν, επιστεύθην, γεωσπορήσας την αμαρτίαν, τη δρεπάνη εθέρισα, τους στάχυας της αμελείας, και δραγμάτων εστοίβασα, πράξεών μου τας θημωνίας, ας και κατέστρωσα ουχ άλωνι της μετανοίας. Αλλ’ αιτώ σε, τον προαιώνιον γεωργόν ημών Θεόν, τω ανέμω της σης φιλευσπλαγχνίας απολίκμισον το άχυρον των έργων μου και σιτάρχησον τη ψυχή μου την άφεσιν, εις την ουράνιόν σου συγκλείων με αποθήκην και σώσόν με.

Advertisement


The closer we come to God, the more we see that we are sinners. Archbishop Kallistos Ware

άσωτος γιος_ the Prodigal Son_ Притча о блудном сынеprodigal-son-greek-1035426c93013c2e8d53002849e0886071_hdBe compared ourselves with God and not with other people.
The more the saints approach God, the more they see themselves as sinners.
Elder Ignatius Kapnisis of Evia

Verses

If thou art prodigal, as I am, come with confidence.
For the door of God’s mercy hath been opened

Metropolitan Kallistos Ware

I would like to say something about the Holy Eucharist.
Let me begin with two words. The first is from 19th century Russia, St. John of Kronstadt: “The Eucharist is a continual miracle.” And my second word is from 14th century Byzantium, from St. Nicolas Cabasilas: “This is the final mystery. Beyond this it is not possible to go, nor can anything be added to it.” So, let us reflect together this evening on this “continual miracle,” this “final mystery,” which holds the church in unity, makes the church to be itself, and which is the heart of our life as Christians
In the Liturgy, the word used is “we.”
We say throughout the Liturgy “we,” not “I.”

I often think of the story retold by Dostoevsky in The Brothers Karamazov about an old woman and an onion. 

άσωτος γιος_ the Prodigal Son_ Притча о блудном сынеFiul-cel-pierdut-10Once upon a time there was a peasant woman and a very wicked woman she was. And she died and did not leave a single good deed behind. The devils caught her and plunged her into the lake of fire. So her guardian angel stood and wondered what good deed of hers he could remember to tell to God; ‘She once pulled up an onion in her garden,’ said he, ‘and gave it to a beggar woman.’ And God answered: ‘You take that onion then, hold it out to her in the lake, and let her take hold and be pulled out. And if you can pull her out of the lake, let her come to Paradise, but if the onion breaks, then the woman must stay where she is.’ The angel ran to the woman and held out the onion to her. ‘Come,’ said he, ‘catch hold and I’ll pull you out.’ he began cautiously pulling her out. He had just pulled her right out, when the other sinners in the lake, seeing how she was being drawn out, began catching hold of her so as to be pulled out with her. But she was a very wicked woman and she began kicking them. ‘I’m to be pulled out, not you. It’s my onion, not yours.’ As soon as she said that, the onion broke. And the woman fell into the lake and she is burning there to this day. So the angel wept and went away.

If she had only said, “It’s our onion,” might it not have been strong enough to pull them all out? To be in the image of God to be in the image of the Trinity, a community of love. The old woman was also non-liturgical: “my” and not “our.” In the Divine Liturgy, we are precisely sharing the noetic onion.

As persons made in the image of God, we are made in the image of God the Holy Trinity; and the Holy Trinity signifies mutual love.If we are made in the image of the Trinity, that means we are made to love one another.And if we refuse to love one another, that means we lose our true human personhood…

Always we say “we.” The Liturgy expresses mutual love. One of the things that I was taught by Nicholas Zernov very early in my acquaintance with the Orthodox Church was how important in the Liturgy is the phrase “Let us love one another, that so we may confess Father, Son, and Holy Spirit — the Trinity, one in essence and undivided.” Without mutual love there is no true confession of the Trinity, and no true Liturgy…

First Timothy [2.4]: God desires all to be saved and come to the knowledge of the truth.The offer of salvation is made to all.The offer of salvation is to all.
God’s love is infinite.άσωτος γιος_ the Prodigal Son_ Притча о блудном сынеFiul-cel-pierdut-10

Archbishop Kallistos Ware

To repent is to look, not downward at my own shortcomings, but upward at God’s love; not backward with self-reproach, but forward with trustfulness. It is to see, not what I have failed to be, but what by the grace of Christ I can yet become….

Repentance, then, is an illumination, a transition from darkness to light; to repent is to open our eyes to the divine radiance – not to sit dolefully in the twilight but to greet the dawn …

The connection between repentance and the advent of the great light is particularly significant. Until we have seen the light of Christ, we cannot really see our sins. So long as a room is in darkness, observes St. Theophan the Recluse, we do not notice the dirt; but So it is with the room of our soul. The sequence is not to repent first, and then to become aware of Christ; for it is only when the light of Christ has already in some measure entered our life that we begin truly to understand our sinfulness. To repent, says St. John ofKronstadt, is to know that there is a lie in our heart; but how can we detect the presence of a lie unless we have already some sense of the truth? In the words of E. I. Watkin, “Sin … is the shadow cast by the light of God intercepted by any attachment of the will which prevents it illuminating the soul. Thus knowledge of God gives rise to the sense of sin, not vice versa.” As the Desert Fathers observe, “The closer we come to God, the more we see that we are sinners.” And they cite Isaiah as an example of this: first he sees the Lord on His throne and hears the seraphim crying “Holy, holy, holy;” and it is only after this vision that he exclaims, “Woe is me! For I am lost; for I am a man of unclean lips” (Is. 6:1-5)

Such, then, is the beginning of repentance: a vision of beauty, not of ugliness; an awareness of God’s glory, not of my own squalor.
from Archbishop Kallistos Ware. It is a medley of excerpts from a great article of his entitled ” The Orthodox Experience of Repentance .”

Tone 1 – ‘Lord, I have cried unto Thee…’

Rich and fertile was the earth allotted to us,
But all we planted were the seeds of sin.
We reaped the sheaves of evil with the sickle of laziness;
We failed to place them on the threshing-floor of sorrow.
Now we beg Thee, Lord, eternal Master of the harvest:
May Thy love become the breeze to winnow the straw of our worthless deeds.
Make us like precious wheat to be stored in heaven, and save us all! (twice)


Η παραβολή του Ασώτου Υιού, Ο Θεός πατέρας άρχοντας αγάπης, Αρχιμ. Βασίλειος Γοντικάκης

άσωτος γιος_ the Prodigal Son_ Притча о блудном сыне_ΑΣΩΤΟςΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΑ124324Κυριακή του Ασώτου (Λουκ.15,13-32)
Η δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου

Η παραβολή του Ασώτου Υιού
(Αρχιμ. Βασίλειος Γοντικάκης, Προηγούμενος Ιεράς Μονής Ιβήρων Αγίου Όρους)

Η ανταρσία του νεώτερου υιού και η διαγωγή του πατέρα

Τον νεώτερο υιό της παραβολής τον σώζει η αίσθηση που έχει ότι είναι υιός του πατέρα. Αισθάνεται και εκφράζεται μ’ αυτήν την ορολογία. Ζη σ’ αυτόν τον οικογενειακό χώρο. Γι’ αυτό λέει: «Πάτερ, δος μοι…»

Η αμαρτία, η αδυναμία του, είναι ότι όντας ανώριμος δεν έχει φτάσει στο να ξέρη ότι η ουσία του Πατρός είναι η ίδια με την ουσία του Υιού. Δεν ξέρει τούτη τη στιγμή αυτό που λέει παρακάτω ο πατέρας στον πρεσβύτερο υιό, «τα εμά πάντα σα εστί», γι’ αυτό ζητά από τον πατέρα του να του δώση «το επιβάλλον μέρος της ουσίας», το κομμάτι που του ανήκει. Αυτός ο χωρισμός που γίνεται μέσα του είναι η αμαρτία του.

Αυτός ο χωρισμός, ο τεμαχισμός είναι η αμαρτία, το κακό. «Όρος σύντομος του κακού ότι ου κατά φύσιν αλλά κατά μερικήν έλλειψιν του αγαθού εστί» (Αγιος Μάξιμος, Ρ.G. 4, 301Α).

Ο πατέρας είναι άρχοντας αγάπης. Δεν ενδιαφέρεται για τον εαυτό του. Ενδιαφέρεται να σώση τον άλλο, το παιδί του. Αυτό βρίσκεται στον σκοπό της ζωής του, είναι καταξίωσι του είναι του. Δεν τον ενδιαφέρει τι θα πη ο κόσμος, αν θα χάση το κύρος του, αν παρουσιαστή ως πατέρας αποτυχημένος, με παιδί που αφήνει το σπίτι και φεύγει μακριά. Η αγάπη του πατέρα πάει πιο μακριά απ’ ό,τι μπορεί να πάη η κρίσι του κόσμου ή η ανταρσία του γιου του. Γι’ αυτόν τον λόγο δεν θέλει να του κάμη διδασκαλία με λόγια. Ξέρει ότι δεν πρόκειται να βγη τίποτε. Δεν πρόκειται να νοιώση κάτι ο νεώτερος υιός του.

Τώρα πρέπει να τον αφήση να περιπλανηθή, να πάθη, να μάθη, να δη προσωπικά. Αυτό ξέρει ο πατέρας ότι είναι κάτι θανάσιμα επικίνδυνο, αλλά δεν βλέπει άλλη λύσι.

Θα τον συντροφεύη πάντοτε με την αγάπη του, που μένει στο σπίτι, αλλά απλώνεται παντού. Γι’ αυτό δεν αμύνεται στενόκαρδα, δεν πιέζει. Δίδει αγωγή στο παιδί του υποφέροντας μυστικά ολόκληρος, βγαίνοντας στον σταυρό της αναμονής.

Το θέμα δεν είναι ο πατέρας να κρατήση δια της βίας τον υιό κοντά του, αλλά να του δώση τη δυνατότητα, να του δημιουργήση τις προϋποθέσεις, ώστε ο ίδιος, μόνος του, να έλθη προς Αυτόν, την πηγή της Ζωής. Αυτή η κίνησι προς τον Πατέρα ορίζει τον υιό.

Η προσωπική κίνησι προς τον Πατέρα ορίζει το πρόσωπο του Υιού. Η φράσι «και ο Λόγος ην προς τον Θεόν» (και όχι «εν τω Θεώ») δεν θέλει άραγε να μας πη κάτι για το μυστήριο της υιότητος και της πατρότητος;

Να δώσης τη δυνατότητα στον άλλο να γυρίση στο σπίτι εν ελευθερία. Να το βρη. Να το νοιώση, να γίνη δικό του. Να μην μπορή να φύγη, γιατί οπουδήποτε και να βρίσκεται, τότε -με τη σωστή τοποθέτησι και σχέσι υιού προς πατέρα- θα είναι «εν παντί καιρώ και τόπω» στον πατρικό οίκο.

Και χωρίς να πη λόγο, «διείλεν αυτοίς τον βίον». Του μιλά και του συμπεριφέρεται με τον τρόπο που ο υιός καταλαβαίνει, όχι με εκείνον που ο πατέρας ξέρει.

Του έδωσε το κομμάτι που ζητούσε. Αλλά το κομμάτι αυτό, αποκομμένο από το σύνολο της αληθείας της αμπέλου της ζωής, δεν μπορεί να ζήση, να καρποφορήση. Το κομμάτι αυτό, όταν το παίρνουμε δυναστικά, αντάρτικα -όπως και όταν θέλουμε- δεν μας οδηγεί, δεν μας φέρνει στη ζωή, στον Παράδεισο, αλλά στην απόγνωσι και καταστροφή. Αυτό που συνάγομε με το επαναστατημένο θέλημά μας -«συναγαγών άπαντα»- το σκορπίζαμε ασώτως -«διεσκόρπισε την ουσίαν αυτού ζων ασώτως» (α-σωτηρία, α-σώον, μισερά, αμαρτωλά, εκτός Θεού, σε παρά φύσιν κατάστασι).
Μαραίνεται και ξηραίνεται σύντομα. Σκορπίζεται. Τελειώνει σε μια κατάστασι στείρα, οπού χωρίζεται η ζωή από την πνευματική ζωή. Σε μια κατάστασι που δεν έχει φως, καρποφορία, συνέχεια για τον άνθρωπο. Όπου τα πάντα μυρίζουν φθορά και είναι θάνατος.

Το κομμάτι που μας δίδει ο Θεός είναι από ένα σώμα θεανθρώπινο που μερίζεται και δεν διαιρείται, που εσθίεται και ουδέποτε δαπανάται. Είναι μικρό προζύμι με όλο τον δυναμισμό της βασιλείας, που σώζει τα σύμπαντα και ζυμοί τα τρία σάτα της δημιουργίας ολόκληρης.

Το ψεύτικο χάνεται, μας εγκαταλείπει

Μέσα στο πυρ της πραγματικότητας φανερώθηκε το ψεύτικο, το απατηλό, που χάνεται και φεύγει. Μας αφήνει μόνους, έρημους και νηστικούς σε χώρα αλλοδαπή, οπού τα πάντα ξοδεύονται χωρίς να ανανεώνωνται -«δαπανήσαντος αυτού πάντα».

Δεν δαπανήθηκαν μόνο τα δικά του πάντα, αλλά έγινε επί πλέον λιμός ισχυρός «κατά την χώραν εκείνην». Στη μακρινή χώρα κανείς δεν ζη καλά για πάντα. Στο τέλος ισχυρός λιμός βασανίζει όλους. Κανείς δεν μπορεί να βοηθήση κανένα. Υπάρχει μια έκπτωσι, εξαθλίωσι, τελική απώλεια του ανθρώπου. Και όταν ζητάς βοήθεια, όταν πας να προσκολληθής «ενί των πολιτών της χώρας εκείνης», αυτός σε σπρώχνει πιο χαμηλά, σε στέλνει να βόσκης χοίρους, να ποιμαίνης πάθη. Σε κάνει χοιροβοσκό. Σε κάνει χοίρο. Αρνείται τη φύσι, την ευγένειά σου. Σε θεωρεί ζώο. Σου αρνείται την τροφή των χοίρων. Αλλά και όταν σου την δίδη, είναι σαν να μη σου δίδη τίποτε. Μένεις νηστικός, γιατί δεν τρώγεται η τροφή των χοίρων. Εσύ έχεις ανάγκη από άλλη τροφή.

Το αληθινό μένει, μας σώζει

Η δοκιμασία του νεώτερου γιου στη μακρινή χώρα φανέρωσε και το τι έκρυβε μέσα του, τι αντοχή είχε, τι έμεινε ανέπαφο, ποιος μπορούσε να τον βοηθήση, σε ποιον να κολληθή -«εκολλήθη η ψυχή μου οπίσω σου, εμού δε αντελάβετο η δεξιά σου» (Ψαλμ. 62, 9)- σε ποιον να καταφύγη, ποιος είναι «οικτίρμων και ελεήμων» (Ψαλμ. 102, 8), που υπάρχει τροφή, ζωή και ανάστασι για όλους.

Μπορεί να τα έχασα όλα. Μπορεί να χάθηκα και εγώ ο ίδιος -«απολωλώς ην»-, κυριολεκτικά να πέθανα -«νεκρός ην»-, αλλά κάτι υπάρχει που δεν χάνεται, δεν πεθαίνει· είναι ο Πατέρας μου και η αγάπη Του. Αυτός είναι «δυνατός εν ελέει και αγαθός εν ισχύϊ» (α’ ευχή του Εσπερινού). Το ξέρω, το ζω.
Δεν σκέφτομαι τα παιδιά του -είμαι ανάξιος για κάτι τέτοιο- σκέφτομαι τους μισθωτούς του, πώς τους φέρεται, πώς τους χορταίνει. Είμαι μισθωτός χωρίς μισθό· δούλος χωρίς ψωμί.

Θα σηκωθώ και θα γυρίσω πίσω και θα πω στον πατέρα μου: Αμάρτησα στον ουρανό και σε σένα. Σε σένα που είσαι πατέρας επουράνιος. Σε σένα που έχεις τέτοια αγάπη, που γεμίζει ουρανό και γη. Σε σένα που ακόμη εδώ, στη μακρινή χώρα της στερήσεως, της ασωτείας, της κολάσεως, με παρακολουθείς, με συνοδεύεις.
Δεν είμαι άξιος να λέγομαι γιος σου. Ξέπεσα, έχασα την υιοθεσία. Αυτή είναι η αμαρτία, το έγκλημά μου το ένα. Δεν είναι η περιουσία σου που έφαγα. Δεν είναι κάτι μικρό, υλικό, που μπορώ να επανορθώσω με τις δυνάμεις μου· δεν είναι κάτι που μπορώ να κερδίσω με τη δουλειά μου, για να σου το επιστρέψω. Καθύβρισα τη μια σχέσι του υιού προς τον πατέρα. Δεν μπορώ τίποτε να κάμω, εφ’ όσον με σεβάστηκες περισσότερο απ’ ό,τι άξιζα. Με καταδικάζει η συμπεριφορά σου.

Αν δεν ήσουν τόσο άρχοντας της αγάπης, αν δεν μου είχες φερθή όπως μου φέρθηκες, αν δεν ήσουν τέλειος σε όλα, αν λίγο κάπου μου έφταιγες· ίσως να εύρισκα σαν δικαιολογία κάτι να πω. Τώρα δεν είναι έτσι. Τώρα με αφήνει αναπολόγητο, άναυδο και μουγκό, η ανείκαστή σου στοργή και ανοχή, που μόλις συνειδητοποιώ.

Έπρεπε να πάω τόσο μακριά, για να το νοιώσω; Έπρεπε να φτάσω στην απώλεια και στον θάνατο, για να καταλάβω τι θα πη σωτηρία και ζωή; Δεν ξέρω τι να πω. Όλα όμως αποδεικνύουν ένα πράγμα: τη δική μου αφιλοτιμία, αφροσύνη. Και τη δική σου βασιλεία, αγάπη, που με διαλύει.
Έρχομαι προς εσένα, τραβηγμένος από σένα· από την αγάπη σου, που με έλκει έσωθεν και μου κάνει συντροφιά.
Κάνε με δούλο σου. Η ενοχή είναι δική μου. Η ανοχή, η ζωή, είσαι εσύ.
«Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου· ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιός σου· ποίησόν με ως ένα των μισθίων σου».

Συνάντησι νεώτερου υιού με τον πατέρα

Πριν φτάση στο σπίτι, ο πατέρας τον βλέπει και τρέχει. Χωρίς να του πη τίποτε, πέφτει ολόκληρος στον τράχηλό του, τον αγκαλιάζει και τον καταφιλεί.

Ήδη ο γιος κατάλαβε, πήρε την απάντησι: Ο πατέρας άκουσε την εξομολόγησι, την ξέρει πριν του την πη. Βλέπει τον γιο του πριν να γυρίση. Ήταν μαζί του, χωρίς να τον βλέπη ο γιος. Αυτός που αγαπά με την τέλεια αγάπη «απών ως παρών συναναστρέφεται, μη ορώμενος υπό τινος» (Αββάς Ισαάκ, λόγος κδ’).

Ο γιος όμως αρχίζει την εξομολόγησι· λέγεται μόνη της, βγαίνει από την καρδιά του, πρέπει να εξωτερικευθή. Είναι μια ανάσα που πρέπει να βγη από τα σπλάχνα του, για να ελευθερωθή. Την λέει όπως ακριβώς γεννήθηκε μέσα του, αλλά δεν την τελειώνει. Αναφέρει το αμάρτημα, το έγκλημά του, και σταματά. Δεν τολμά να συμπληρώση τη φράσι να ζήτηση να γίνη δούλος του πατέρα. Τα χάνει με τον χείμαρρο της αγάπης που τον παρασύρει, τον διαλύει· και δεν μπορεί να κάνει σ’ Αυτήν υποδείξεις. Ομολογεί το έγκλημά του και σιωπά.

Τον λόγο παίρνει ο πατέρας, που με τον ίδιο τρόπο μιλά ξεκάθαρα εν σιωπή: Δεν λέει τίποτε στο παιδί του για τον εαυτό του· ούτε αν πόνεσε ούτε πόσο πόνεσε, όταν έφυγε· ούτε πόσο χαίρεται ή αν χαίρεται, τώρα που γύρισε. Αυτά δεν λέγονται· διαγράφονται όλα ως περιττά. Δεν μπορεί να μιλήση σ’ αυτόν τον γιο που είναι άξιος της σιγής, της άφατης πατρικής του αγάπης. Πώς να αρθρώση τα άρρητα ή πώς να μειώση την ενάργεια όσων λέγονται εν σιγή;

Στον γιο δεν λέει τίποτε. Η μυσταγωγία της σχέσεώς τους ιερουργείται σε χώρο βαθιάς σιωπής. Πυράκτωμα αγάπης που παραλύει τη γλώσσα.

Μιλά, δίδει εντολές στους δούλους: «εξενέγκατε την στολήν … ενδύσατε … θύσατε τον μόσχον τον σιτευτόν», ας ευφρανθούμε, γιατί «ούτος ο υιός μου νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ην και ευρέθη».
Μόνο στους άλλους μπορεί να μιλήση για το θέμα του γιου του.
Το «νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ην και ευρέθη», που ο πατέρας λέει στους δούλους, δείχνει το μεγάλο δράμα και τη χαρά που έζησαν και που ζουν οι δυο τους, πατέρας και γιος.

Δεν μίλησε ο πατέρας στην αρχή ούτε τώρα, όχι γιατί ήταν αδιάφορος ή δεν γνώριζε το μέγεθος του δράματος ή δεν είχε συνείδησι του κινδύνου που επρόκειτο να περάση το παιδί του. Δεν έχει κανένα στοιχείο απάθειας που φανερώνει αδιαφορία ή έλλειψι αισθήσεως. Όλα τα ζη. Όλα τα ξεπερνά με την άπειρη αγάπη του. Τον παρακολουθεί, τον συνοδεύει μέχρι την απώλεια, τον θάνατο. Συνθάπτεται μαζί του. Ξέρει, χωρίς να του πη ο γιος λεπτομέρειες, όλη την οδύσσεια που πέρασε, ότι γεύτηκε όντως την κόλασι, τον χαμό, τον θάνατο.

Και βρέθηκε, σώθηκε, ανέζησε από άλλη δύναμι, που υπήρχε μέσα του και τον παρακολουθούσε γύρω του διακριτικά. Υπάρχει η δύναμι της υιότητος και της πατρότητας. Ήταν αυτός γιος και είχε πη στην αρχή «πάτερ» (και όταν έφευγε και όταν γύρισε). Και αυτός ήταν πατέρας, δεν ήθελε να στραπατσάρη το παιδί του, έστω και αν υπήρχε ο κίνδυνος του χαμού, του θανάτου του ίδιου του παιδιού. Του έδωσε την επικίνδυνη και σωτήρια αγωγή της ελευθερίας καλύπτοντάς τον με την άπειρη αγάπη του πάντοτε.

Και νίκησε η πατρική αγάπη τον θάνατο. Και άναψε τούτη η χαρά, το πανηγύρι, που θύεται ο μόσχος ο σιτευτός. Αυτός ο μόσχος λένε οι Πατέρες ότι είναι ο Υιός του Θεού, και το πανηγύρι η θεία Λειτουργία, η σύναξι και η ζωή της Εκκλησίας.

Επιστροφή που σε ελευθερώνει

Ο νεώτερος υιός σκεφτόταν να ζητήση να μείνη στο σπίτι «ως εις των μισθίων». Αυτό αν του δινόταν, θα ήταν ήδη παράδεισος μέγας γι’ αυτόν. Θα βρισκόταν σε δρόσο Αερμών. Όμως ο Θεός Πατέρας τον κάνει το κεντρικό πρόσωπο και την αφορμή του μεγάλου πανηγυριού. Και αυτό τον καταπλήττει και τον κατακαίει. Ο Θεός καταδικάζει με το πλήθος της αγάπης Του. Και νοιώθεις ανάξιος γι’ Αυτήν. Αποτραβιέσαι στη θέσι του δούλου, που σου ταιριάζει, σου υπεραρκεί, σε αναπαύει. Δεν αναπαύει όμως τον Θεό, που τόσο αγαπά, που τόσο συγχωρεί, που σε συνθλίβει, σε λιώνει με την αγάπη Του την άμετρη. Και κλαις από χαρά για το θαύμα τούτο. Και το κλάμα φανερώνει την πλησμονή της αγαλλιάσεως.

Γι’ αυτό οι Αγιοι, τα παιδιά του Θεού, ονομάζουν τον εαυτό τους δούλο Χριστού. Και νοιώθουν ότι αυτό ξεπερνά την αξία τους και τους πλημμυρίζει με τιμή. Το άλλο, το να γίνεται παιδί κατά χάρι και το κεντρικό πρόσωπο του πανηγυριού, οπού θύεται ο μόσχος ο σιτευτός, αυτό ξεπερνά τις ανθρώπινες προσδοκίες· υπαγορεύεται και πραγματοποιείται μόνο από την απερινόητη και άφατη αγάπη του Θεού Πατρός.

Εξουθενώνει τον εαυτό του και δοξάζεται. Δεν βλέπει ανθρώπινα τη δόξα που θα ακολουθήση. Μένει μόνο στην εξουθένωσι. Του αρκεί να είναι στο σπίτι του Πατρός. «Εξελεξάμην παραρριπτείσθαι εν τω οίκω του Θεού μου μάλλον ή οικείν με εν σκηνώμασιν αμαρτωλών» (Ψαλμ. 83, 11). Δεν ζητά χαρίσματα -αυτό γίνεται εκ βαθέων- γι’ αυτό του δίδονται όλα.

Όταν ζητάς κάτι μικρό, ένα ερίφιο, δεν παίρνεις τίποτε. Όταν δεν ζητάς τίποτε -ούτε να γίνης δούλος- τα παίρνεις όλα.

Επειδή είναι αληθινή η μετάνοιά του, ήδη τον έβαλε στον Παράδεισο· διαιτάται σε χαρά που ακατάπαυστα αυξάνει. Αυτό το ξέρει ο πατέρας. Γι’ αυτό θύει τον μόσχο τον σιτευτό. Ενδύει τη χαρά με τη χαρά. Τον υιό τον άξιο του πατέρα με τη στολή την πρώτη. Αυτό γίνεται αυθόρμητα. Όπως από τον τάφο της σκοτεινής γης, ο σπόρος που πεθαίνει, προχωρεί φυσιολογικά και φτάνει στην ανθοφορία -«η γη αυτομάτη καρποφορεί» (Μάρκ. 4, 28)- έτσι από τη συντετριμμένη καρδιά του ταλαιπωρημένου, του χαμένου γιου, ανατέλλουν τα πάμφωτα χαρίσματα και τον ντύνουν. Τον περιβάλλει το φως ως ιμάτιον στολή πρώτη και ανέγγιχτη.

Αλλιώς -αν δεν είχε αυτή τη διαλυτική των πάντων συντριβή- δεν θα μπορούσε να ανθέξη και τα ελάχιστα χαρίσματα, θα του κάνανε κακό. Θα τα πέταγε πέρα. Και ο ίδιος θα πεταγόταν έξω από τη μοναδική χαρά, την πανήγυρι της αγάπης· όπως έκαμε ο πρεσβύτερος υιός.

«Και την χαράν υμών ουδείς αίρει αφ’ υμών» (Ιω. 16, 22). Κανείς δεν μπορεί να του πάρη τούτη τη χαρά, να του την αφαιρέση, να την απομακρύνη. Γιατί πηγάζει από μέσα του, από τον εαυτό του, είναι ο Χριστός που ζη μέσα του. Δεν ζη πια αυτός.

Επιστροφή που σε πνίγει

Μια διαφορετική επιστροφή, όχι θεϊκή εν ταπεινώσει και εξουθενώσει -που είναι γεννητική της άφθαρτου δόξης- αλλά σύμφωνα με τη λογική και τη στάσι του πρεσβύτερου υιού, που δεν είναι επιστροφή αλλά περιπλοκή χειρότερη των πραγμάτων, θα ήταν κάπως έτσι:

Λοιπόν, πατέρα, γυρίζω να τα συζητήσωμε, να δούμε τα πράγματα ψύχραιμα. Να δούμε σε τι φταις και σε τι φταίω. Να βρούμε έναν τρόπο συμβιώσεως.

Όχι ότι δεν μπορώ να ζήσω μακριά από σένα. Μπορώ κάλλιστα, αλλά είπα, μια και είσαι πατέρας μου, να γυρίσω. Τώρα όμως πρέπει να προσέξωμε, για να μην επαναληφθούν τα ίδια. Γιατί αν δεν έδινες αφορμή με τη συμπεριφορά σου, δεν είμαι ανόητος να σηκωνόμουνα να έφευγα στα καλά καθούμενα.
Λοιπόν, τί λες τώρα; Υπάρχει τρόπος συμβιώσεως, ναι ή όχι;
Και μην κρατήσης κακία. Αλλά να τα ξεχάσης όλα. Και να μου βάλης την πρώτη στολή, για να μη νοιώθω μειωμένος απέναντι των άλλων.

Για πανηγύρι χαράς δεν του κάνει λόγο, γιατί αυτή η λογική δεν έχει σχέσι με καμιά χαρά. Αυτή είναι η αρρώστια, τα ράκη της πεπτωκυίας φύσεως, όχι η στολή της πρώτης καινής κτίσεως. Αυτή είναι η κόλασι της «δικαιοσύνης».
Υπάρχει παραμονή στο σπίτι που είναι περιπλάνησι σε χώρα μακρινή. Υπάρχει επιστροφή που είναι μεγαλύτερη απομάκρυνσι από το σπίτι.

Το ανανεούμενο βάσανο του πατέρα.

Συνάντησι με τον πρεσβύτερο υιό

Από τον μακρινό αγρό, όπου έβοσκε χοίρους, γύρισε συντετριμμένος ο νεώτερος υιός και μπήκε στον Παράδεισο. Από τον αγρό του πατέρα επέστρεψε οργισμένος ο πρεσβύτερος και φανέρωσε την κόλασι που κουβαλούσε μέσα του. «Ωργίσθη και ουκ ήθελεν εισελθείν», αφού πληροφορήθηκε από τους δούλους τι γινόταν στο σπίτι.

Είναι ανανεούμενο βάσανο η ζωή του πατέρα. Μόλις τελειώνει η μια δοκιμασία, αρχίζει η άλλη. Όταν ο νεώτερος επιστρέφη από την ασωτεία, ο πρεσβύτερος, που μένει στο σπίτι, αρνείται να μπη μέσα.
Κάθε μεγάλη μέρα ο πειρασμός δημιουργεί προβλήματα, προκαλεί αφορμές θλίψεως. Θέλει να μολύνη τη χαρά, να θόλωση την καθαρότητα της γιορτής. Να μην αφήση καρδιά απλήγωτη. Αλλά ο πατέρας της παραβολής είναι ωκεανός αγάπης και ανοχής: «Εξελθών παρεκάλει αυτόν».

Ο πατέρας γνωρίζει την αρρώστια του μεγαλύτερου παιδιού του, ότι ζηλεύει και φθονεί. Γι’ αυτό, από αγάπη κινούμενος, μετριάζει τις εκδηλώσεις της πατρικής του στοργής. Δεν τρέχει -«δραμών»- όπως στην περίπτωσι του νεωτέρου, αλλά εξέρχεται βαρύς από τον πόνο. Και δεν τον «καταφιλεί» -αν έκανε κάτι τέτοιο, θα τον κατέκαιγε, θα τον τάραζε ολόκληρο- ούτε καν τον φιλεί. Μόνο του μιλά παρακλητικά. Και δέχεται καρτερικά όλα τα κύματα της οργής του πρεσβύτερου υιού.
Σαν να είχε έτοιμη την επίθεσι (όπως ο νεώτερος την εξομολόγησι). Λες και περίμενε την αφορμή για να ξεσπάση, να βγάλη έξω όσα μαζεύονταν και έβραζαν μέσα του ολόκληρη σειρά ετών.

«Τοσαύτα έτη δουλεύω σοι…»

Δεν τον ονομάζει καμιά φορά ούτε τον βλέπει ως πατέρα, αλλά σαν αφεντικό, και μάλιστα άδικο. Τον εαυτό του τον υποτιμά, τον βλέπει σαν μισθωτό δούλο.
Μέσα σ’ όλην αυτή τη νομικίστικη σχέσι δικαιώνει εξ ολοκλήρου τον εαυτό του και καταδικάζει απόλυτα τον πατέρα του.
«Ουδέποτε εντολήν σου παρήλθον». Είμαι εν τάξει πάντοτε. Είμαι άμεμπτος. Ποτέ δεν έσφαλα σε κάτι.

Εσύ αντίθετα είσαι ολοκληρωτική αποτυχία. «Ουδέποτε έδωκας έριφον ίνα μετά των φίλων μου ευφρανθώ».
Εγώ ουδέποτε έκαμα κάτι κακό. Εσύ ουδέποτε έκαμες κάτι καλό.

Τον αδελφό του δεν τον ονομάζει αδελφό, αλλά γιο του πατέρα του. Και το σφάλμα του νεωτέρου, που δεν το έχει διορθώσει, δεν είναι ότι πρόσβαλε τον πατέρα του, αλλά ότι ξόδεψε χρήματα, κατέφαγε περιουσία. Και αυτός πρώτος και μόνος κατηγορεί τον αδελφό του ότι κατέφαγε την περιουσία «μετά πορνών».

Η πρώτη διόρθωσι του πατέρα γίνεται με την προσφώνησι: «Τέκνον». Εσύ δεν με καλείς πατέρα, εγώ σε θεωρώ και σε ονομάζω παιδί μου. Αυτό είναι το πρώτο. Δεν είσαι δούλος μου, ούτε καταδυναστευόμενός μου.

Στο αρνητικό επίρρημα ουδέποτε του πρεσβύτερου υιού ο πατέρας αντιπαραθέτει το θετικό πάντοτε: «Συ πάντοτε μετ’ εμού ει». Είσαι πάντοτε μαζί μου. Αυτός είναι ο παράδεισος, η ελευθερία, ο πλούτος του υιού, το ότι μένει εν τη οικία (Ιω. 8, 35), μένει με τον πατέρα μαζί. «Εγώ εν τω Πατρί και ο Πατήρ εν εμοί εστί» (Ιω. 14, 10).

Και στην αίτησι του ελαχίστου και μικρού -εριφίου- απαντά με το πάντα. «Πάντα τα εμά σα εστί».

Στην οργή και στο μίσος που τον κατατρώει («ωργίσθη και ουκ ήθελεν εισελθείν») αντιπαραθέτει το «ευφρανθήναι και χαρήναι έδει», γιατί ο αδελφός σου αναστήθηκε και σώθηκε.

Χαρακτηριστικά του νεώτερου υιού

Στον νεώτερο υιό εφαρμόζεται ο λόγος της Αποκαλύψεως: «Όφελον ψυχρός ης ή ζεστός» (Αποκ. 3, 15).Όταν έφυγε, ήταν απόλυτος αντάρτης: «συναγαγών άπαντα ο νεώτερος υιός απεδήμησεν εις χώραν μακράν». Έπεσε με τα μούτρα στην αμαρτία. Τα έδωσε, τα έχασε όλα.
Όταν έφτασε στην εσχάτη ανάγκη, «εκολλήθη ενί των πολιτών της χώρας εκείνης». Το εκολλήθη δείχνει την ολόψυχή του προσπάθεια να πιαστή από κάποια σανίδα σωτηρίας.
Όταν επέστρεφε, ήταν το ίδιο θερμός και απόλυτος: ήρθε να ομολογήση απερίφραστα την ολική του αποτυχία και αμαρτία.

Τα χάνει όλα την πρώτη φορά. Προσφέρει τώρα όλο του τον εαυτό, έστω χαμένο και νεκρό –πάντως όλο- στον πατέρα του· χωρίς κανένα ενδοιασμό, χωρίς καμιά επιφύλαξι ή όρο.

Η φιλαυτία -η αρρωστημένη προσκόλλησι στο εγώ μας- είναι ξένη προς την Αγάπη που μας έπλασε, προς την πνοή που Αυτή μας φύσηξε στα σπλάχνα. Γι’ αυτό κάνοντας το θέλημά του αντάρτικα ο νεώτερος γιος, χάνει τον άξονα της ζωής του, αθετεί τη φύσι του, καταστρέφει τον εαυτό του· βρίσκεται εκτός εαυτού. Μόλις «έρχεται εις εαυτόν», επιστρέφει στο σπίτι του. Βρίσκει τον πατέρα του, που είναι αγάπη, που δεν κλείνεται στον εαυτό του, αλλά «δι’ υπερβολήν της ερωτικής αγαθότητας έξω εαυτού γίνεται … και εν πάσι κατάγεται» (Αγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, Ρ.G. 3, 712ΑΒ). Τον πατέρα που τρέχει έξω από το σπίτι, για να αγκαλιάση τον νεώτερό του γιο που επιστρέφει, και βγαίνει έξω από το σπίτι του, από την ίδια αγάπη κινούμενος, για να παρακαλέση τον πρεσβύτερο.

Η εκστατική αγάπη -προσφορά στον Αλλον- μας οδηγεί στον εαυτό μας. Βρίσκομε το είναι μας και όλους τους άλλους. Αν αυτήν έχωμε -όσο μακριά κι αν βρισκώμαστε- θα μας φέρη στον Παράδεισο. Αν δεν την έχωμε -και στην πόρτα του Παραδείσου να είμαστε- η έλλειψι της αγάπης, το μίσος, δεν θα μας αφήση να μπούμε, αλλά θα μας πετάξη μακριά.

Χαρακτηριστικά του πρεσβύτερου υιού

Ο πρεσβύτερος νοσεί, έχει μέσα του κόλασι. Μόνο βάσανο και ταραχή του προκαλεί η αγάπη του πατέρα προς αυτόν, η αγάπη των ανθρώπων μεταξύ τους.
Δεν μπορεί να εφαρμοσθή εδώ η εντολή του μεγάλου Δειπνοκλήτορος: «ανάγκασον εισελθείν» (Λουκ. 14, 23). Μια τέτοια επιμονή για είσοδο στον Παράδεισο σε άνθρωπο που ζηλοφθονεί, πολλαπλασιάζει τον δαιμονισμό. Τον βασανίζει περισσότερο. Του κάνει τη ζωή αβάσταχτη κόλασι.

Αυτός με σίγουρους συλλογισμούς και ατράνταχτα επιχειρήματα ανατρέπει όλα. Τα αποδεικνύει απαράδεκτα. Βρίσκει ενόχους και καταδικαστέους όσους συνέπραξαν για μια τέτοια γιορτή· για έναν παράδεισο, όπου ο άνθρωπος μπορεί να επιστρέψη, να σωθή, να ζήση· για ένα πασχάλιο δείπνο, όπου «ο μόσχος πολύς» και ακούγεται η κλήσι: «Πάντες απολαύσατε του συμποσίου της πίστεως … του πλούτου της χρηστότητας». Δεν ανέχεται τέτοιες καινοτομίες. Δεν μπορεί να μπη σε τέτοιο κλίμα. Δεν υποφέρει «συμφωνίες και χορούς». Του είναι ξένο και απαράδεκτο το γεγονός, ο Θεός να αγκαλιάζη τον άσωτο που μετανοεί και να του χαρίζη «την στολήν την πρώτην». Δεν μπορεί να ανεχθή αυτή την αδικία, αυτή την προσβολή προς την «αλήθεια», τη «δικαιοσύνη».

Ο πατέρας μειλίχια τον προσκαλεί στη χαρά, στο ευχαριστιακό τραπέζι. Και είναι σαν να του ζητά να μπη στην κόλασι. Φουντώνει μέσα του το μίσος· και ακούει τη στοργική πρόσκλησι του πατέρα σαν οργισμένη αποπομπή.

Μήπως όλα αυτά λένε κάτι για το πώς θα γίνη η τελική κρίσι στη δευτέρα Παρουσία;

Μήπως η οργή («ωργίσθη και ουκ ήθελεν εισελθείν») κάνει τη μοχθηρή καρδιά να βλέπη οργισμένο και βλοσυρό το ιλαρό πρόσωπο του ελεήμονος Θεού; Και το μίσος, που δεν αφήνει τον άνθρωπο που το έχει να μπη στο κοινό πανηγύρι της χαράς, παραποιεί γι’ αυτόν τον ίδιο την πρόσκλησι για τον Παράδεισο σε αποπομπή προς το πυρ το εξώτερο; Μήπως το μίσος είναι κόλασι που κατατρώει τα σωθικά μας; Και η θεία αγάπη παράδεισος που μας αναζωογονεί; Μήπως η ίδια η αγάπη του Θεού είναι παράδεισος για τους σωσμένους, υγιείς, που αγαπούν, που μετανοούν και έχουν νουν Χριστού; Και η ίδια η αγάπη είναι κόλασι για τους αρρώστους, δηλαδή για κείνους που δεν αγαπούν, δεν μετανοούν, δεν έχουν νουν Χριστού;

Μήπως η μία κλήσι της αγάπης του Θεού, ο οποίος «θέλει πάντας σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν», θα ακουσθή από όσους δεν αγαπούν, λόγω της διαστροφής και της αμετανοησίας τους: «Πορεύεσθε απ’ εμού οι κατηραμένοι εις το πυρ το αιώνιον»· και απ’ αυτούς που αγαπούν: «Δεύτε οι ευλογημένοι του Πατρός μου…»;

Μήπως από σήμερα δεν κρινόμαστε; Μήπως από σήμερα δεν ετοιμαζόμαστε για το ποια θέσι θα πάρωμε τότε μόνοι μας; Δεν ετοιμαζόμαστε για την κρίσι της αγάπης; Δηλαδή για το αν δεχώμαστε, αν ζούμε την αγάπη ως παράδεισο ή ως κόλασι;

Αντιπαραβολή των δύο υιών

Ο νεώτερος υιός υπόδειγμα επιστροφής και φανέρωσι του τί είναι εξομολόγησι: καρπός μετανοίας, ομολογία των ουσιαστικών μου σφαλμάτων, εγκλημάτων. Συντριβή και εκζήτησι ελέους.

Ο πρεσβύτερος υιός υπόδειγμα μη επιστροφής και φανέρωσι του τί δεν είναι εξομολόγησι: αναφορά των δικών μου κατορθωμάτων και των εγκλημάτων των άλλων. Σκληροκαρδία και κατάκρισι.

Με το πέρασμα του χρόνου και την οδυνηρή πείρα έφυγε από τον νεώτερο η ιδέα ότι κάτι μπορεί να βρη έξω από το σπίτι, χωρίς τον πατέρα. Γνώρισε την κουφότητα της ζωής μακριά από την πηγή της.

Αντίθετα, όσο περνά ο καιρός, ο πρεσβύτερος δεν ωριμάζει πνευματικά, αλλά σκληραίνει τη στάσι του. Συνεχώς και περισσότερο κατακρίνει τους άλλους και τον πατέρα του, μέσα σε μια ψευδαίσθησι ότι είναι «κάποιόν τι».

Ο νεώτερος υιός με τη συμπεριφορά του λέει τον λόγο της μετανοίας: «Σοι μόνω ήμαρτον».

Ο πρεσβύτερος αντιθέτως λέει: Εσύ είσαι ο μόνος φταίχτης.

Το ότι ο νεώτερος επαναστάτησε στην αρχή, πριν περάσουν τα χρόνια, μπορεί κάπως να δικαιολογηθή.

Το να αντιδρά όμως ο πρεσβύτερος μετά «τοσαύτα έτη» και να μη θέλη να μπη στο σπίτι, την ώρα της μεγάλης χαράς, αλλά να ζητά ερίφι -όχι αμνό- για να ευφρανθή με τους φίλους του (οι φίλοι του ήσαν μεταξύ των ερίφων, των εξ ευωνύμων, όχι μεταξύ των ευλογημένων, των εκ δεξιών), αυτό είναι βαρύ και δύσκολα θεραπεύεται.

Όταν έχης να κάμης με πατέρα ουράνιο, έχεις άλλες σχέσεις, μιλάς άλλη γλώσσα, αναφέρεις άλλες απώλειες και κέρδη. Δεν αμύνεσαι, αλλά αυτοεξουθενώνεσαι, γιατί βρίσκεις τον εαυτό σου ένοχο -τον μόνο ένοχο- μπροστά σ’ έναν τέτοιο πατέρα, που όχι μόνο αγαπά, αλλά είναι η Αγάπη.
Όταν δεν θεωρής τον Θεό πατέρα που αγαπά, τότε η εξομολόγησι καταργείται, χάνει το νόημά της, δεν γίνεται. Ή όταν πάη να γίνη, ξεπέφτει σε μια νομική αντιδικία, οπού κατηγορείται ο αναίτιος, ο ευεργέτης. Όταν βλέπης μπροστά σου εργοδότη, που υπολογίζει τα δούναι και λαβείν, ετοιμάζεσαι για διαμάχη και αναμέτρησι οικονομική, δικανική τακτοποίησι· να δούμε ποιος θα επιβληθή σε ποιόν.
Αν μπορούμε να αγαπάμε, θα γνωρίσωμε την αλήθεια του Θεού. Χωρίς αγάπη, υψώνοντας τη φωνή μας, αποκαλύπταμε το ψέμα της ζωής μας.

Χαρακτηριστικά του πατέρα

Ο πατέρας της παραβολής ξέρει πότε μιλά και πότε όχι. Πότε μοιράζει την περιουσία ολόκληρη, χωρίς να πη λέξι. Και πότε δεν δίδει ούτε ένα ερίφιο και επεξηγεί το γιατί. Πότε και ποιόν γιο του ασπάζεται, χωρίς άλλα σχόλια. Πότε και ποιόν γιο του δεν ασπάζεται, αλλά τον παρακαλεί και τον συμβουλεύει, πατρικά και βραχύλογα.

Δεν χρειάζονται πολλά λόγια και επεξηγήσεις. Απαιτείται χρόνος, προσωπική αυτοπαρακολούθησι και δοκιμασία, για να καταλάβωμε -αν καταλάβωμε- περί τίνος πρόκειται.

Έχει σημασία λοιπόν να ξέρη κανείς πότε θα πη σε κάποιον κάτι. Και μέχρι που θα προχωρήση. Στη συνέχεια σταματά την επεξήγησι, χωρίς να προχωρή, ενώ το θέμα δεν λύθηκε, δεν τακτοποιήθηκε.

Δεν ρωτά τον νεώτερο γιο του τί σκέφτεται να κάμη και πότε. Γι’ αυτό τον αφήνει ελεύθερο να μείνη στο σπίτι όσες μέρες θέλει μετά τη μοιρασιά της περιουσίας (αυτός φεύγει «μετ’ ου πολλάς ημέρας»). Ούτε τον ερώτα που θα πάη· αν σκέφτεται να πάη κοντά ή μακριά («εις χωράν μακράν), ή αν θα πάρη όλα τα πράγματά του ή τα μισά («συναγαγών άπαντα ο νεώτερος υιός απεδήμησεν»).

Ούτε τον πρεσβύτερο υιό ρώτησε τί αποφασίζει, αφού άκουσε όσα του είπε η πατρική του αγάπη. Τον αφήνει ελεύθερο να αποφασίση όταν και όπως θέλει. Αφήνει το θέμα ανοιχτό. Απλώς περιορίζεται στο να του πη τι έπρεπε να κάμη: «Ευφρανθήναι και χαρήναι έδει, ότι ο αδελφός σου ούτος νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ην και ευρέθη».

Και η παράκλησι, η προτροπή του πατέρα, μένει αναπάντητη, το τέλος άγνωστο. Κόβεται η συζήτησι απότομα, σταματά, μένει ακέφαλη. Γιατί δεν τελειώνει; Γιατί δεν φτάνει σε τελεία και παύλα;
Έτσι γίνεται. Δεν βρίσκεται τέλος με συζητήσεις στα θέματα αυτά και με ανθρώπους που βρίσκονται σ’ αυτή την κατάστασι. Δεν υπάρχει τέλος σε συζητήσεις για θέματα που η φύσι τους ξεπερνά πάντα λόγον και αίσθησιν. Αλλωστε ούτε και το πρόβλημα, η αρρώστια του νεωτέρου, τακτοποιήθηκε με συζητήσεις, αλλά με μια φαινομενική εγκατάλειψι, άφεσι στο να μάθη δια του πάθους του. Έτσι είναι. Μόνον ο Θεός να κάμη το θαύμα Του.

Κουβέντες και προτροπές δεν φέρνουν κανένα αποτέλεσμα σε ανθρώπους που έχουν καταπιή το μίσος, τη λογική της αυτοδικαιώσεως, της καταδίκης όλων των άλλων. Μπορούν να σου αραδιάσουν ατέλειωτα σε στιγμή χρόνου· να συσσωρεύουν αναρίθμητες δικές τους αρετές και εγκλήματα των άλλων. Όσα δεν ελέχθησαν -και δεν λέγονται- μπορούν να τα εκστομίσουν, για να εξοντώσουν τον αδελφό τους και να δικαιώσουν τον εαυτό τους. Αλλά δεν αλλάζουν γνώμη. Δεν μπορούν να μετανοήσουν. Δεν αγαπούν. Είναι ξένο προς τη φύσι τους. Αυτή είναι η κόλασί τους.
Πώς μπορείς ν’ αγαπάς αυτούς που δεν αγαπούν;
Αυτό είναι ένας μεγάλος σταυρός. Σου αρνούνται την αγάπη· είναι κόλασι γι’ αυτούς. Υποφέρουν, βασανίζονται. Αλλά πώς μπορείς να τους συμπαρασταθής, να τους συνδράμης, χωρίς αγάπη; Αυτοί ζητούν όχι τη σωτηρία, αλλά την καταδίκη, την εξόντωσι πάντων. Έτσι καταδικάζουν και τον εαυτό τους. (Θεολογία και πολιτεία κολάσεως.)

Ο πατέρας παρατρέχει τα επιχειρήματα του πρεσβύτερου γιου. Δεν του κάνει καμιά κριτική: ούτε τον ψέγει για κάποιο λάθος του, ούτε του αναφέρει κάτι καλό που έκαμε. Δεν χρειάζεται να καθυστερήση καθόλου μέσα στη λογική αυτή, που δεν οδηγεί πουθενά αλλού, εκτός από το αδιέξοδο της κολάσεως. Δεν μπορεί κανείς να του αρνηθή την κάποια καλή του προσπάθεια, αλλά το κακό ήταν ότι δεν είχε καταλάβει ότι και ο ίδιος ήταν άσωτος, δεν ήταν μόνον ο αδελφός του.

Η παραβολή και εμείς

Έχει άμεση σχέσι η παραβολή αυτή με τον Θεό Πατέρα και την ιστορία της ανθρωπότητας, που χαρακτηριστικά χωρίζεται σε δύο μέρη, σε δύο γιους.
Εμείς που βρισκόμαστε; Ποιόν αντιπροσωπεύαμε;
Δεν είναι εύκολο να πούμε. Είναι επικίνδυνο βιαστικά να απαντήσωμε· αυτό μας διδάσκει η παραβολή.

Ο νεώτερος υιός από την αρχή, που ζήτησε στανικά το επιβάλλον μέρος της ουσίας (και ποιος του είπε ότι είχε δικαίωμα να κάμη κάτι τέτοιο;), μέχρις ότου δαπανήση τα πάντα, και γίνη ισχυρός λιμός σ’ όλη τη μακρινή χώρα, και πεθάνη της πείνας αυτός και οι πολίτες της χώρας εκείνης… Μέχρις ότου γίνουν όλα αυτά, ήταν ζαλισμένος, δεν ήταν στα καλά του, ήταν εκτός εαυτού. Δεν μπορούσε να διακρίνη, να καταλάβη τί έκανε. Μόνο μετά από όλα αυτά «ήλθεν εις εαυτόν».

Αρα, αν βρισκώμαστε στην κατάστασι αυτή του νεώτερου γιου, πριν έλθη εις εαυτόν, σημαίνει ότι είμαστε στην πραγματικότητα εκτός εαυτών και δεν ξέρομε που βρισκόμαστε, τι μας γίνεται, τι αντιπροσωπεύαμε. Ή και αν νομίζωμε ότι ξέρομε -που συνήθως νομίζομε- πέφτομε έξω. Και μόνο αν έλθωμε εις εαυτούς κάποτε, με τη βοήθεια του Θεού, θα ανακαλύψωμε τη φτώχεια και τη γυμνότητά μας.

Αλλά και ο πρεσβύτερος υιός δεν είναι λιγότερο εκτός εαυτού. Ή καλύτερα, αυτός δεν παρουσιάζεται ποτέ στην παραβολή να έρχεται εις εαυτόν, δηλαδή να έρχεται προς τον Πατέρα, να αισθάνεται και να ομολογή με τη ζωή και τη συμπεριφορά του την ανθρώπινη αδυναμία. Αλλά ψεύδεται και αλλοφρονεί: Κάνει πεισματικά το θέλημά του -«ωργίσθη και ουκ ήθελεν εισελθείν»- και νομίζει ότι έχει όλο το δίκιο με το μέρος του. Ενώ κρίσις δικαία είναι εκείνου που δεν κάνει το δικό του θέλημα αλλά μόνο το θέλημα του ουρανίου Πατρός.

Αυτοδικαιώνεται με τα λόγια του και ταυτόχρονα αναιρείται με τη διαγωγή του, αποδεικνυόμενος κενός οιηματίας, ξένος προς το ήθος του ουρανίου Πατρός.
«Τοσαύτα έτη δουλεύω σοι»: Υπολογίζει τον χρόνο, την κτίσι όχι την αιωνιότητα, την άκτιστη χάρι, που μια ροπή κάνει θεολόγο τον ληστή που μετανοεί.
Κατηγορεί τον αδελφό του για ασωτεία και ανταρσία και ο ίδιος δεν υπακούει στον πατέρα του. Ενώ διαλαλεί τη διαρκώς άψογη στάσι του -«ουδέποτε εντολήν σου παρήλθον»- την ίδια στιγμή όχι εντολή αυστηρή για δουλειά αρνείται, αλλά παράκλησι πατρική για συμμετοχή σε οικογενειακή χαρά καταπα­τεί.

Αρα, δεν είναι εύκολο μόνοι μας να πούμε που βρισκόμαστε, γιατί μπορεί να πέφτωμε έξω, μπορεί να είμαστε εκτός εαυτών και να μην το ξέρωμε, να μην το αντιλαμβανώμαστε.
Τί φοβερό να είσαι τόσο μακριά, ενώ βρίσκεσαι μέσα στο σπίτι! Και το ακόμη φοβερότερο, να εφαρμόζης τις εντολές και να μην καταλήγης στη γεύσι του μόσχου του σιτευτού, να μη γίνεσαι δαιτυμών λαμπρός του μεγάλου Συμποσίου που προσφέρεται «υπέρ της Οικουμένης».

Εμείς ως πατέρες πνευματικοί

Υπάρχει μια ισορροπία στην όλη ιστορία, γιατί ο πατέρας όλα τα ρυθμίζει θείως, όλα τα υποφέρει. Σηκώνει γαλήνια τον σταυρό της όλης περιπέτειας του σπιτιού. Και τα δυο παιδιά του είχαν προβλήματα· βασανίστηκαν και τον βασάνισαν. Αυτός όμως έπραξε άψογα, θεϊκά. Ούτε τον νεώτερο υιό χαρακτήρισε άσωτο ούτε τον πρεσβύτερο επέπληξε, επειδή του μίλησε άπρεπα. Η συμπεριφορά του φανερώνει απέραντη αγάπη και φέρνει παρηγοριά.

Εφ’ όσον έχομε έναν τέτοιο Πατέρα, μπορούμε να ελπίζωμε. Μπορούμε να βρούμε τον δρόμο για το σπίτι, μπορούμε να βρούμε τον εαυτό μας.

Στη ζωή μας ως άνθρωποι είμαστε πάντοτε παιδιά του Θεού· και υπόδειγμα για την επιστροφή προς τον ουράνιο Πατέρα είναι ο νεώτερος υιός. Βρισκόμαστε όμως και στη θέσι του πατρός ή του πνευματικού πατρός. Τότε πάλι το πώς πρέπει να συμπεριφερθούμε προς τα τέκνα ή πνευματικά μας τέκνα μας φανερώνει η συμπεριφορά του «ανθρώπου» της παραβολής.

Αν βρισκώμαστε στην κατάστασι του νεωτέρου που επέστρεψε ή επιστρέφει, τότε μπορούμε να ανεχώμαστε τον άλλο, το παιδί μας. Τότε μπορούμε να νοιώθουμε -και να το ομολογούμε- ότι είμαστε αδύνατοι, πολύ αδύνατοι -«χωρίς αυτού ου δυνάμεθα ποιείν ουδέν» (βλ. Ιω. 15, 5)-, αλλά δεν πρέπει να απογοητευώμαστε, γιατί έχομε Πατέρα «δυνάμενον συμπαθήσαι ταις ασθενείαις ημών» (Εβρ. 4, 15).
Αν βρισκώμαστε είτε στην κατάστασι του νεώτερου υιού σε χώρα μακρινή ζώντες ασώτως, είτε στην κατάστασι του πρεσβύτερου υιού, που δικαιώνει τον εαυτό του και καταδικάζει τους άλλους, τότε οπωσδήποτε θα παραποιούμε τη διαγωγή του αληθινού Πατρός. Παρ’ όλη την πιθανώς καλή μας διάθεσι, θα βασανιζώμαστε και προ παντός θα βασανίζωμε.

Σύμφωνα μ’ αυτά μπορούμε να διακρίνωμε δύο εκτροπές συμπεριφοράς πατρός ή πνευματικού πατρός:

Α’. Οι πρώτοι -κατά το παράδειγμα του νεωτέ­ρου προ της επιστροφής- παρουσιάζονται ως πολύ φιλελεύθεροι, συγκαταβατικοί και ανεκτικοί. Δεν κάνουν παρατηρήσεις. Δικαιολογούν τους νέους. Δεν τους θεραπεύουν αρρώστιες (δεν έχουν τέτοια ικανότητα). Οτιδήποτε κάνουν τα παιδιά τους, τα θεω­ρούν φυσικά, δικαιολογημένα ή και τέλεια. Αυτό δεν είναι αποτέλεσμα αγάπης αλλά συνέπεια αδιαφορίας και επιπολαιότητας· προσπάθεια να αποκτήσουν την πρόσκαιρη φιλία των παιδιών. Αυτοί οι δάσκαλοι-πατέρες καλύπτουν την ανικανότητα και άγνοιά τους με υποτιθέμενη φιλανθρωπία και κατανόησι, ενώ πρό­κειται για πραγματική καταφρόνησι και εγκατάλειψι του ανθρώπου, ο οποίος έχει ανάγκη από τα μέγιστα και τίμια.

Αυτούς τους οδηγούς ακολουθούν οι νέοι για λί­γο, ξεγελασμένοι από την επίφασι της τόλμης τους και τον παραπλανητικό φιλελευθερισμό τους. Αλλά γρήγορα τους εγκαταλείπουν, αν έχουν γνήσιες απαιτήσεις και δυνατή πνευματική κράσι, γιατί αντιλαμ­βάνονται την επικίνδυνη κουφότητά τους. Αυτοί είναι αλλότριοι, ξένοι προς τη ζωή, τη φύσι και βαθιά δί­ψα του ανθρώπου. «Και οι άνθρωποι αλλοτρίω ου μη ακολουθήσωσιν, αλλά φεύξονται απ’ αυτού, ότι ουκ οίδασι των αλλοτρίων την φωνήν» (Ιω. 10, 5).

Β’. Οι δεύτεροι μένουν φαινομενικά στο σπίτι του πατέρα -παράδειγμα ο πρεσβύτερος υιός- ενώ βρίσκονται μακριά από το πνεύμα και το μεγαλείο της αγάπης του.

Αυτοχειροτονούνται πνευματικοί πατέρες, επειδή «τοσαύτα έτη» δουλεύουν. Και ενεργούν ως βάναυσοι επιτιμητές των άλλων. Ο προσωπικός τους αγώνας για μετάνοια και ταπείνωσι, κατά τα λεγόμενά τους, έχει τελειώσει. Τώρα ασχολούνται με τα προβλήματα των άλλων (και συνήθως αυτόκλητοι). Ό,τι κά­νουν, δεν υπαγορεύεται από άδολη πατρική αγάπη -τους είναι ξένη- αλλά από μια μοχθηρή καρδιά και αδικαιολόγητη για τα χρόνια τους ζηλοφθονία. Έτσι σύντομα γίνεται σ’ όλους έκδηλη η εσωτερική τους ακαταστασία και εκδικητική μανία. Η φωνή και η συμπεριφορά τους είναι ξένη προς τη φωνή του γνήσιου ποιμένα, που θυσιάζει την ψυχή του υπέρ των προβάτων και «τα ίδια πρόβατα καλεί κατ’ όνομα και εξάγει αυτά» (Ιω. 10, 3).

Γι’ αυτό οι άνθρωποι τους εγκαταλείπουν. Και όσο απομακρύνονται -και δικαιολογημένα- τόσο αυτοί δαιμονίζονται, εκσφενδονίζοντας απειλές και κατάρες γι’ αυτούς που δεν ζητούν τις συμβουλές τους.

Δεν μπορούμε, δεν μας είναι επιτρεπτό, να δείξωμε ούτε περισσότερη ούτε λιγότερη επιείκεια ή αυστηρότητα απ’ όση έδειξε ο ουράνιος Πατέρας. Ή διαφορετικά να πούμε: και η επιείκεια και η αυστηρότητά μας είναι ανεπαρκείς και περιττές για τον άλλο. Αυτό που χρειάζεται, είναι να παύσωμε, αν μπορούμε, να ζούμε τον κατά φαντασίαν βίο, και να ζούμε για τον υπέρ ημών αποθανόντα και Αναστάντα. Έτσι θα ζούμε και για όλους. Και δι’ ημών θα φανερώνεται Εκείνος, ο Αρχηγός της ζωής, και όχι οι σχετικές και άνευ αξίας δικές μας απόψεις και ενέργειες.

Αυτός που επέστρεψε ή επιστρέφει βλέπει μόνο την αναξιότητά του («ουκ ειμί άξιος κληθήναι υιός σου»). Γι’ αυτό διακρίνει και εκπλήσσεται από την αγάπη του Θεού. Βλέπει τον εαυτό του πρώτο των αμαρτωλών και τους άλλους καθαρούς. Αυτός ο άνθρωπος αγαπά «καθ’ ομοιότητα του Θεού» (Αββάς Ισαάκ, λόγος πα’), αγαπά με την αγάπη του Θεού, που σώζει και κρίνει. Δι’ αυτού αγαπά και φανερώνε­ται μόνον ο Θεός. Αυτός γίνεται Θεός κατά χάριν και όχι θεολόγος κατά φαντασίαν. Το πρώτο είναι δύσκολο και δυσεύρετο, το δεύτερο ευτελές και καθημερινό.

Οι αγιαζόμενοι, οι Αγιοι, μας παρηγορούν, μας σώζουν. Αυτοί μπορούν να αναλάβουν το έργο του πατρός, γιατί λένε την αλήθεια με τον λόγο και τη ζωή τους. Παρουσιάζουν ότι ο αγώνας τους υπάρχει μέχρι τέλους. Μπορεί ν’ αλλάζη, αλλά δεν τελειώνει, μέχρι να μπη ο άνθρωπος στον τάφο. Το έργο της μετανοίας ακολουθεί όσο ζούμε. Η ημέρα της ταφής μας είναι η ώρα του σαββατισμού.

Και μεις, που είμαστε αδύνατοι, που έχομε προβλήματα, τους ακούμε, τους εμπιστευόμαστε το είναι μας, τους πλησιάζομε, θέλομε, όσο γίνεται περισσό­τερο, να μένωμε κοντά τους. Γιατί νοιώθουμε ότι μας νοιώθουν, μας ευεργετούν, μας θεραπεύουν, όσο σκληροί κι αν είναι -όταν είναι. Η φιλανθρωπία τους είναι δραστική, σωτήρια, και η αυστηρότητά τους φιλάνθρωπη.

Χωρίς την αγάπη του Θεού Πατρός και την παρουσία των Αγίων, που κάνουν αισθητή τη στοργή και το φως Του, η ζωή στη γη σκοτεινιάζει και κρυώνει σαν κόλασι. Οι πολίτες της «μακρινής χώρας» σε καταστρέφουν στέλνοντάς σε να βόσκης χοίρους, πάθη σαρκός. Και οι «δίκαιοι» -τύπου πρεσβύτερου υιού- σε καταδικάζουν δεν δέχονται τη μετάνοιά σου.
Υπάρχει όμως πάντοτε ο Πατέρας που σε γέννησε, σε πονά και σε σώζει.
Το σύμπαν είναι κατοικήσιμο, εφ’ όσον έχομε τον Θεό πατέρα και τον συνάνθρωπο αδελφό μας.
(ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΙΒΗΡΩΝ 2007)

Κοντάκιον. Ήχος α΄ . Τον τάφον σου Σωτήρ.

Αγκάλας πατρικάς, διανοίξαί μοι σπεύσον· ασώτως τον εμόν, κατηνάλωσα βίον· εις πλούτον αδαπάνητον, αφορών των οικτιρμών σου Σωτήρ, νυν πτωχεύουσαν, μη υπερίδης καρδίαν· σοι γαρ Κύριε, εν κατανύξει κραυγάζω· ήμαρτον Πάτερ, εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου.

Ποίημα του κυρίου Ιωσήφ.
Κανών α’, Ωδή α’ ,Τριωδίου
Ήχος β’ , Την Μωσέως ωδήν

Τας αγκάλας νυνί, τας πατρικάς προσεφαπλώσας δέξαι, Κύριε, καμέ, ώσπερ τον Άσωτον, πανοικτίρμον, όπως ευχαρίστως δοξάζω σε.

Ιδιόμελον, Τριωδίου
Ήχος α’

Επιγνώμεν αδελφοί του μυστηρίου την δύναμιν· τον γαρ εκ της αμαρτίας, προς την πατρικήν εστίαν, αναδραμόντα, Άσωτον Υιόν ο πανάγαθος Πατήρ, προϋπαντήσας ασπάζεται, και πάλιν της οικείας δόξης, χαρίζεται τα γνωρίσματα, και μυστικήν τοις άνω επιτελεί ευφροσύνην, θύων τον μόσχον τον σιτευτόν, ίνα ημείς αξίως πολιτευσώμεθα, τω τε θύσαντι φιλανθρώπω Πατρί, και τω ενδόξω θύματι, τω Σωτήρι των ψυχών ημών.


The parable of the Prodigal Son speaks to us not only of sin and repentance but also of the forgiveness that God gives us. Anthony (Bloom) of Sourozh

άσωτος γιος_ the Prodigal Son_ Притча о блудном сынеprodigal-son-greek-1035426c93013c2e8d53002849e0886071_hdSunday of the Prodigal Son (Luke 15:11-32)

Parable of the Prodigal Son
Metropolitan Anthony of Sourozh
1967, 26 February

In the Name of the Father, the Son and the Holy Ghost.

The parable of the Prodigal Son speaks to us not only of sin and repentance but also of the forgiveness that God gives us. When the prodigal son had come to his senses through suffering, privation, loneliness and rejection he set out to his father’s house, and his father, who had probably often looked out for his return, saw him from afar. The Gospel tells us that love and tenderness and pity filled his heart, “his son was dear to him” and without waiting for his son’s arrival the old man who had been deeply hurt by the young man’s sins and heartlessness ran to meet him, fell on his neck, embraced and kissed him.

Is that how we meet each other when we see from a distance someone coming from that far country to which all of us at some moment, frequently perhaps, get drawn by sin, a former friend, relation or acquaintance returning to us? Is that how we meet him? To begin with, is it often that our love is so unshakeable that we constantly go to the door of the house and look into the distance hoping for his return? And when we do see a person who once was close but has become estranged moving our way, are we often pierced to the heart by the old love and tenderness and pity? And do we often make the first move towards him without waiting for his repentance or words of regret, embrace him and try to console him for his own inconstancy in love and friendship? Do we not in fact more often behave like the son who had nothing to reproach himself with before his father? When that one returned from work in the fields and heard sounds of rejoicing in the house he asked a servant what it was about, and hearing that his younger brother who was starving had returned, he was unwilling to go in. His sinful brother through shame and fear had understood what he had done, and seeing the state he had reduced himself to had come from the far country to his father’s house uncertain how he would be received. But he, the righteous one was standing outside the house where there was rejoicing over the return to life of one who was dead, and waiting for his father to come and implore him, “enter into the common joy. I rejoice, the servants rejoice, your brother rejoices, partake of our joy.” But the righteous son rebukes his father saying that for all those years of work and virtuous living he had received no reward, whereas when that “son of yours” returned the father had slain the fatted calf. And the father says, “should we not have rejoiced when your brother came back?” But the elder son sees in the prodigal only the sinful son of his father whom he can no longer accept as a brother, though his father reminds him that if the prodigal also is his son, he must be the righteous one’s brother.

άσωτος γιος_ the Prodigal Son_ Притча о блудном сынеFiul-cel-pierdut-10Again I say, does it often happen that we perceive someone who has sinned, not necessarily against us but done wrong in general as our brother? Do we not more often say “your son” with contemptuous rejection? Do we often admit that he is our brother all the same, he is dear to the father and should be infinitely dear to us? But no, we are like the son who thought himself virtuous because he was a good worker, although he remained alien to the spirit of his father’s house.

One further comment. The father did not allow his son to ask to become a servant; he could not take him as a servant but only as a son returned. And he told then to bring his original robe, not the best garment in the house but the one he used to wear before he became a stranger, before he shed it to dress up as a foreigner. When the son put on his former robe instead of his rags he felt it fit him snugly, and his father ordered then to bring him the ring, not just a ring, but the ring with which in older times a man sealed his letters. The father put complete trust in him. Why? Why did he not first demand proofs of his repentance? Because he knew that if his son had overcome shame and fear in order to come home his return was secure. But when a person, formerly a friend but who has hurt either us or someone dear to us, approaches us, are we ready to entrust ourselves to him, give him the old affection? No, and therefore the reconciliation is not permanent. That is why a person is so afraid of seeking reconciliation; he knows he will not meet the father but only false, humiliating virtue which says “you are not my brother even if my father does acknowledge you as his son”.

Let us consider this question of forgiveness, because soon it will be forgiveness Sunday and it might catch us unprepared. Amen.
http://www.mitras.ru/eng/eng_157.htm

A family man flooded with Taborian Light, He seen the “uncreated Light”. When the Grace of God is within us, then day is within our souls. Saint Paisius the Athonite – Saint Nikolai Velimirovič
https://iconandlight.wordpress.com/2019/08/11/30716/

Your sins are my sins, St. Nikolai Velimirovic Bishop of Ochrid
https://iconandlight.wordpress.com/2018/02/07/your-sins-are-my-sins-st-nikolai-velimirovic-bishop-of-ochrid-2/

Tone 3 Kontakion (from the Lenten Triodion)

I have recklessly forgotten Thy glory, O Father; and among sinners I have scattered the riches which Thou gavest me. And now I cry to thee as the Prodigal: I have sinned before Thee, O merciful Father; receive me as a penitent, and make me as one of Thy hired servants!

Tone 1 – ‘Lord, I have cried unto Thee…’

Brethren, our purpose is to know the power of God’s goodness,
For when the Prodigal Son abandoned his sin,
He hastened to the refuge of his Father.
That good man embraced him and welcomed him:
He killed the fatted calf and celebrated with heavenly joy!
Let us learn from this example to offer thanks to the Father who loves all people,
And to the Victim, the glorious Saviour of our souls!

Doxastikon in Tone Six

Loving Father, I have gone far from you, but do not forsake me, nor declare me unfitted for your Kingdom. The all-evil enemy has stripped me naked and taken all my wealth. I have squandered like the Profligate the graces given to my soul. But now I have arisen and returned, and I cry aloud to you, ‘Make me as one of your hired servants, You who for my sake stretched out Your spotless hands on the Cross, to snatch me from the fearsome beast and to clothe me once again in the first robe, for You alone art full of mercy’.


Κύριε Ιησού, το Φως το υπέρλαμπρο, Ήλιε της Αλήθειας, Ήλιε της Δικαιοσύνης και Ήλιε της Ζωής, φώτισέ μας… Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς

Φωτεινή η Σαμαρείτιδαsamaryanka1Ομιλία
για το μόνο Φως στο σκοτάδι
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς

“Εγώ ειμί το Φως του κόσμου” (Ιωάννη 8:12).

Από την αρχή του κόσμου και του χρόνου, ποτέ κανείς θνητός δεν τόλμησε να πει αυτά τα λόγια. Έχουν υπάρξει και υπάρχουν άνθρωποι που λένε: “Εγώ φέρνω το φως!” Αλλά μόνο ένας τόλμησε να πει: “Εγώ είμαι το Φως!” Μόνον ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός θα μπορούσε να πει αυτά τα λόγια με τόλμη και πειστικό τρόπο. Η σύντομη ζωή Του επάνω στη γη και η μακραίωνη ιστορία Του, σχεδόν δύο χιλιάδες χρόνια, έχουν απολύτως δικαιώσει αυτά τα λόγια. Αυτός είναι το Φως της Αλήθειας. Αυτός είναι το Φως της Δικαιοσύνης και το Φως της Ζωής.

Αυτός είναι το Φως της Αλήθειας διότι αποκάλυψε εν Αυτώ την αλήθεια : της αληθινής φύσης του Θεού και της αληθινής φύσης του ανθρώπου, τη σχέση του ανθρώπου με τον άνθρωπο και τη σχέση του ανθρώπου προς τον Θεό. Ο ουρανός και η γη θα παρέλθουν, όμως τα λόγια Του δεν θα παρέλθουν, διότι και τα δύο δημιουργήθηκαν με το λόγο Του ο ουρανός και η γη, και ο Λόγος Του είναι από Αυτόν και μαζί Του πάντοτε και δεν θα παρέλθει εις τους αιώνας των αιώνων. [“ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι ” Ματθ. κδ΄:35, Μάρκος ιγ΄:31].

Αυτός είναι το Φως της Δικαιοσύνης, διότι Αυτός αποκάλυψε τη δύναμη της δικαιοσύνης και την αδυναμία της αδικίας. Το αποκάλυψε με το λαμπρότερο φως, με αυτά που είπε, με αυτά που έκανε και με αυτά που βίωσε και έτσι υπερέβη τους άδικους ανθρώπους. Αποκάλυψε ότι μέσω της Εκκλησίας Του στην πορεία των είκοσι αιώνων, μέσω των πολυάριθμων δίκαιων αγίων και μαρτύρων του προς δόξα της δικαιοσύνης. Η δικαιοσύνη προέρχεται από το Θεό, και στη μακραίωνη ιστορία δεν μπορεί ποτέ να νικηθεί. Η αδικία προέρχεται από αδύναμες υπάρξεις. Η αδικία σπεύδει στο προμαχώνα με το θριαμβευτικό λάβαρό της, αλλά την ίδια στιγμή γρήγορα ανατρέπεται στον τάφο.

Αυτός είναι το Φως της Ζωής. Τα λόγια Του φωτίζουν τη ζωή. Τα έργα Του φωτίζουν τη ζωή. Η νίκη Του φωτίζει τη ζωή, κυρίως η ανάστασή Του, σαν τον πιο λαμπρό ήλιο, φωτίζει τη ζωή με το υπέρλαμπρο φως Του και διαλύει το θάνατο σαν μια αδύναμη σκιά.

Ω Κύριε Ιησού, το Φως το υπέρλαμπρο, Ήλιε της Αλήθειας, Ήλιε της Δικαιοσύνης και Ήλιε της Ζωής, φώτισέ μας τους αμαρτωλούς και ανάξιους!

Ότι Σοι πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις εις τους αιώνας. Αμήν.
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Ημερολόγιο – Ο Πρόλογος της Αχρίδος
http://prologue.orthodox.cn/January20.htm

***

Στίχοι
Δώσεις έπαθλον δενδροάθλω Φωτίδι,
Δενδρώνα τερπνόν της Εδέμ Θεού Λόγε.

Το αγίασμα της αγίας Φωτίδας και η πίστη του Αγά

Φωτεινή η Σαμαρείτιδα_Святой Фотини or Светлана рядом с древней _ St. Photine the Samaritan Woman _α_25498«Μια από τις πολλές φορές που πηγαίναμε με τον ιερέα του χωριού μου, τον παπά Αλέκο, να εξυπηρετήσουμε τον συνοικισμό της Αμφιπόλεως» [ανατ. Μακεδονία κοντά στο Στρυμώνα], διηγήθηκε ο Γέροντας Γρηγόριος της Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου Μεταμορφώσεως, «συναντήσαμε κάποιον ηλικιωμένο που τότε βοηθούσε στην εκκλησία της Αμφιπόλεως. Συζητώντας μαζί του μας διηγήθηκε ένα γεγονός που συνέβη επί τουρκοκρατίας, όταν αυτός ήταν παιδί δώδεκα ετών:

»Είχε αρρωστήσει βαριά ο Αγάς, έτρεχε σε γιατρούς στα κοντινά μέρη, έφτασε μέχρι την Θεσσαλονίκη αλλά δεν μπορούσε να τον κάνει κανείς καλά και η υγεία του πήγαινε προς το χειρότερο. Καθηλώθηκε στο κρεβάτι. Κάποια μέρα απελπισμένος θυμήθηκε την αγία Φωτίδα, το εξωκλήσι της αγίας που ήταν κατά σάρκα αδελφή της αγίας Φωτεινής [εορτάζουν την ίδια μέρα, 26 Φεβρουαρίου],  το οποίο απέχει περίπου ένα χιλιόμετρο από τον συνοικισμό και στο οποίο μέχρι σήμερα αναβλύζει αγίασμα. Το “αγίασμα της αγίας Φωτίδος”. “Η αγία Φωτίδα θα με κάνει καλά”, είπε ο Αγάς. Διέταξε λοιπόν τον τότε επίτροπο της εκκλησίας της Αμφιπόλεως να πάει να του φέρει αγίασμα από την αγία Φωτίδα.

»Ο επίτροπος δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά. Βγαίνοντας όμως από το σπίτι του Αγά ψιθύρισε: “Γουρούνι, θα σου φέρω, νομίζεις, αγίασμα από την αγία μας να το μαγαρίσεις;”. Έφυγε, υπολόγισε την ώρα που θα έκανε να πάει και να επιστρέψει από το εξωκλήσι για να μην αντιληφθεί την απάτη ο Αγάς και τον τιμωρήσει, πήρε κοινό νερό και το πήγε αντί για αγίασμα στον Αγά.

»Ο Αγάς, όταν έφθασε το δήθεν αγίασμα της αγίας Φωτίδος, διέταξε τους παρισταμένους να τον ανασηκώσουν στο κρεββάτι του, έκλαψε και με ευλάβεια και δάκρυα στα μάτια είπε δυο φορές: “Αγία Φωτίδα, βοήθησέ με. Αγία Φωτίδα, βοήθησέ με”. Πήρε το “αγίασμα”, όπως το θεωρούσε, το ήπιε και την άλλη μέρα ήταν καλά. Όλοι έμειναν κατάπληκτοι, ειδικά ο επίτροπος που ήξερε τι έκανε. Η πίστη, ο πόθος και η εμπιστοσύνη του Αγά στην αγία Φωτίδα, καθώς και οι πρεσβείες της αγίας, τον έκαναν καλά».
(Από το βιβλίο  ”Ασκητές μέσα στον κόσμο” τόμος Α, που εκδόθηκε από το Ησυχαστήριο «Άγ. Ιωάννης ο Πρόδρομος» στη Μεταμόρφωση Χαλκιδικής, 2008, σελ. 315-317.)

Της Αγίας Φωτίδος. Ήχος α΄. Του λίθου σφραγισθέντος.

Λαμπρότατον δοχείον του Πνεύματος εδείχθης, μαθήτρια του Λόγου, Φωτίδα θεοκήρυξ· παρείδες τα πρόσκαιρα σοφώς, Χριστώ ακολουθήσασα θερμώς, παρ’ Αυτού γαρ εδιδάχθης· όθεν και τούτου σφάγιον εγένου· δόξα τω σε φωτίσαντι Χριστώ, δόξα τω σε ενισχύσαντι, δόξα τω δωρουμένω διά σου πάσιν ιάματα.


My brother, trust only in the Lord with all your heart! Lord, All-seeing, Eternal and Infallible Understanding, deeper than the universe and more radiant than the sun, deliver us, even now from the errors of our understanding. Saint Nikolai Velimirovič

Αγία Τριάδα_ Holy Trinity_День Святой Троицы_413672479.1000.1200_1024x1024Saint Nikolai Velimirovič

In ignorance, many people labor more to avoid suffering in old age and terminal illness than to avoid the torments of hell in the life after old age and death. Such was the case of an unmarried and avaricious man who, from year to year, and with ever greater passion, amassed for himself unnecessary wealth. When asked why he strove so much to pile up excess wealth he replied: “I am gathering it for my old age. This wealth will heal and feed me in old age and sickness.” And indeed, his foreboding came true. In old age, a grave and long-lasting illness befell him. He distributed his accumulated wealth to physicians so they would heal him, and to servants so they would care for him and feed him. His wealth was soon spent, and the illness continued. The physicians and servants abandoned him, and he fell into despair. His neighbors brought him bread until his death, and he was buried at the expense of the community. He had used his wealth for that which he had intended it. God had even done for him according to the man’s will. God had sent him the illness that he had, in a sense, desired, and for which he had prepared great wealth. Nevertheless, all his wealth was unable to alleviate his sufferings in this world-so with what would he be able to alleviate his sufferings in the other world? Nothing, if he took with him neither faith, nor hope, nor charitable deeds, nor prayers, nor repentance!

Someone saw a departed man in the great glory of Paradise, and asked him how he had become worthy of that glory. The man replied: “In my earthly life I was the hireling of an evil-doer who never paid me. But I endured all and served him to the end, with hope in God.” Then the onlooker saw another man in even greater glory, and when he asked him, that one replied: “I was a leper, and to the very end I offered gratitude to God for that.” But no one saw in the glory of Paradise the man who had amassed money for illness in old age.
The Prologue from Ohrid: Lives of Saints by Saint Nikolai Velimirovič
prologue.orthodox.cn/September29.htm

***

O man, trust in the Lord with all your heart. In Him is understanding without end and all-discerning. The Lord says: “I am understanding; mine is strength” (Proverbs 8:14). He looks on the paths on which your blood flows and all the crossroads on which your thoughts wander. With compassion and love He offers Himself to you as a leader and you rely on your darkened and perishable understanding.

O my brother, trust only in the Lord with all your heart! Until now, He has rescued you numerous times from your own understanding, from illusions and its lies and from danger in which it has pushed you. A blind man is compared to the man who can see, so is your understanding compared to the understanding of God. O blind one, trust in the Leader. O brother, trust only in the Lord with all your heart.
O Lord, All-seeing, Eternal and Infallible Understanding, deeper than the universe and more radiant than the sun, deliver us, even now from the errors of our understanding.

My hope is the Father, my refuge is the Son, my protection is the Holy Spirit: O Holy Trinity, glory to Thee.

All my hope I place in thee, O Mother of God: keep me under thy protection.


Ο Κύριος εμφανίσθηκε στην Αγία Φωτεινή την Σαμαρείτιδα στο μαρτύριο της και της είπε, Εγώ είμαι με εσάς πάντοτε, μη φοβείσθε… Κύριε, αυτά τα ιερά λόγια Σου ας αντηχούν στις ψυχές των πιστών δούλων Σου όποτε εγείρεται ένα κύμα διωγμού εναντίον της άγιας Εκκλησίας Σου, ώστε, ομοφρόνως στηριγμένοι στον βραχίονά Σου τον υψηλό, να μη φοβόμαστε.

Φωτεινή η Σαμαρείτιδα_Святой Фотини or Светлана рядом с древней _ St. Photine the Samaritan Woman _5453841632_6e42f1b919_bΦωτεινή η Σαμαρείτιδα, Ισαπόστολος και μεγαλομάρτυς στη Ρώμη (68) ]
Φώτιδα, Φωτώ, Ανατολή, Κυριακή και Παρασκευή, αδελφές Αγ. Φωτεινής Σαμαρείτιδος, μάρτυρες στη Ρώμη (68)
Φωτεινός και Ιωσής, υιοί Αγ. Φωτεινής Σαμαρείτιδος και Σεβαστιανός ο δούκας, μάρτυρες στη Ρώμη (68)
Βίκτωρ ο στρατηλάτης και Χριστόδουλος, συμμάρτυρες Αγ. Φωτεινής Σαμαρείτιδος στη Ρώμη (68)
Θεόκλητος ο πρώην μάγος και δήμιος της Αγ. Φωτεινής της Σαμαρείτιδος, (68)
Πορφύριος Επίσκοπος Γάζης (420)
Διονύσιος 1ος Επίσκοπος Augsburg Γερμανίας (303)
Ανδρέας της Φλωρεντίας, ο Ομολογητής (περ. 407)
Αγρίκολας επίσκοπος Nevers Γαλλίας (594)
Βίκτωρ ερημίτης στην Arcis-sur-Aube Γαλλίας (7ος αι.)
Ιωάννης ο Κάλφας, νεομάρτυς στην Κωνσταντινούπολι (1575)
Σίλβεστρος επίσκοπος Omsk Ρωσίας, ιερομάρτυς (1920)
Μνήμη Χειροτονίας αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου σε Πρεσβύτερο

Εορτάζουν στις 26 Φεβρουαρίου

Αγία Φωτεινή η Σαμαρείτιδα

Από το Συναξάρι του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορειτου

Όταν η Αγία Φωτεινή μαζί με τον μικρότερο γιο της, τον Ιωσή, βρισκόταν στην Καρθαγένη της Αφρικής, όπου κήρυττε με παρρησία το Ευαγγέλιο του Χριστού και πότιζε με το ”ὕδωρ τὸ ζῶν” του Ιησού τις διψασμένες ψυχές, ο Bίκτωρ, ο μεγαλύτερος γιός της, έγινε στρατηλάτης, δηλαδή αρχιστράτηγος, από τον βασιλέα επειδή έκαμε ανδραγαθία στον πόλεμο που γινόταν τότε κατά των Aβάρων, και γιά αυτό στάλθηκε στην Ιταλία για να εξοντώσει τους εκεί χριστιανούς. Ο δούκας όμως της Ιταλίας Σεβαστιανός τον συμβούλεψε να εκτελέσει πιστά την εντολή του βασιλιά για να μην κινδυνεύσει η ζωή του. Αλλά ο Βίκτωρας δήλωσε ότι επιθυμεί να κάνει μόνο το θέλημα του Χριστού και περιφρονεί την προσταγή του βασιλιά. Μετα από αυτό ο δούκας τυφλώθηκε και αφού έπεσε στη γη από τους αφόρητους πόνους στα μάτια, έμεινε άφωνος για τρεις ημέρες. Βλέποντας τον ιδιο τον Χριστο να τον προσκαλεί  κατηχήθηκε στη χριστιανική πίστη από τον Βίκτωρα και μόλις βαπτίσθηκε, επανέκτησε το φως του . 

Σύντομα ο Νέρων έμαθε ότι ο στρατηλάτης Βίκτωρας και ο δούκας της Ιταλίας Σεβαστιανός αλλά και η μητέρα του Βίκτωρα, η Φωτεινή, κηρύττουν τον Χριστό και οδηγούν τους ειδωλολάτρες στη χριστιανική πίστη. Αυτό τον εξαγρίωσε τόσο όπου έστειλε αμέσως στρατιώτες για να φέρουν στη Ρώμη όλους τους χριστιανούς.

Φωτεινή Σαμαρειτιδα_-234536547 262_dionisiatTeofanCretanulΕμφανίσθηκε όμως ο Κύριος στους χριστιανούς και τους ενθάρρυνε, «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, καγώ αναπαύσω υμάς. Mη φοβείσθε, εγώ είμαι μαζί με εσάς, και ο Nέρων θέλει νικηθή ομού με τους συντρόφους του». Εμφανίσθηκε δε και ξεχωριστά στον Bίκτορα και του είπε. «Aπό τώρα και στο εξής, το όνομά σου θα είναι Φωτεινός, επειδή πολλοί φωτίσθηκαν διά μέσου σου, και προσφέρθηκαν σε εμένα διά της πίστεως. Tον δε Σεβαστιανό δυνάμωσε τον στο μαρτύριο με τους λόγους σου, και μακάριος είναι όποιος αγωνισθή έως τέλους .»

Εντω μεταξύ αποκαλύφθηκαν και στην Αγία Φωτεινή όλα όσα επρόκειτο να της συμβούν, κι έφυγε από την Καρθαγένη και έφθασε στη Ρώμη, συνοδευόμενη από πλήθος χριστιανών. Παρουσιάσθηκε μαζί με τις πέντε αδερφές της Ανατολή, Φωτώ, Φωτίς, Παρασκευὴ και Κυριακή, τον γιο της τον Ιωσή, και τους Xριστιανούς ενώπιον του βασιλιά, λέγοντας του ότι ήλθε για να του μιλήσει για τον Χριστό και να Τον πιστεύσει.

Εκείνη τη στιγμή όμως αναγγέλθηκε στον βασιλιά ότι είχαν έρθει ο δούκας Σεβαστιανός και ο στρατηλάτης Βίκτωρας. Ομολόγησαν όλοι την πίστη και την αγάπη τους στον Χριστο.

Κατά τη διάρκεια των φρικτών μαρτυρίων ποὺ υπέστησαν, πολλά θαύματα έλαβαν χώρα. Μετά δε από κάθε μαρτύριο, όλοι οι μάρτυρες ήταν αβλαβής. Στην αρχή ο εξαγριωμένος βασιλιάς διέταξε να συντριβούν οι αρμοί των χεριών τους με σιδερένιες σφαίρες. Έπειτα διέταξε να κοπούν τα χέρια των μαρτύρων αλλά δεν κατόρθωσαν απολύτως τίποτα, απεναντίας οι δήμιοι παρέλυσαν και έπεσαν κάτω σαν να ήταν νεκροί. Η Αγία διαφυλαχθείσα αβλαβής από την χάριν του Θεού, έλεγε χαίρουσα τα λόγια του Δαβίδ · «Kύριος εμοί βοηθός, και ου φοβηθήσομαι, τι ποιήσει μοι άνθρωπος».

Ο βασιλιάς απελπισμένος τους μεν άνδρες τους κλείνει σε σκοτεινή φυλακή, τη δε Αγία Φωτεινή μαζί με τις πέντε αδελφές της τις οδήγησαν μέσα σ’ ένα χρυσό κουβούκλιο με πολλά στολίδια, ενδύματα και χρυσές ζώνες. Εκεί στέλνει και την κόρη του Δομνίνα, μαζί με όλες τις υπηρέτριές της για να δελεάσει τη Φωτεινή και τις αδελφές της να εγκαταλείψουν τη χριστιανική πίστη. 

Όταν η Αγία Φωτεινή είδε τη Δομνίνα , της είπε: «Χαίρε, η νύμφη του Κυρίου μου», η δε Δομνίνα της απάντησε: «Χαίροις και συ κυρία μου Φωτεινή η λαμπάδα του Xριστού». Μόλις η Αγία άκουσε το όνομα του Χριστού, χάρηκε τόσο πολύ, ώστε αφού ευχαρίστησε τον Κύριο την αγκάλιασε, την κατήχησε στη χριστιανική πίστη μαζί με όλες τις υπηρέτριές της και κατόπιν τις βάπτισε όλες. Την μεν Δομνίνα ονόμασε Ανθούσα, την δε μεγαλύτερη από τις υπηρέτριες ονόμασε Στεφανίδα, κι ευθύς μοίρασαν στους φτωχούς όλα τα χρυσά στολίδια και τα χρήματα που βρίσκονταν μέσα στο κουβούκλιο.

Εξοργισμένος ο βασιλιάς διατάζει να τους βάλουν μέσα σ’ ένα πυρακτωμένο καμίνι που έκαιγε επί επτά ημέρες , αλλ’ ω του θαύματος! μετά τρεις ημέρες τους βρήκαν όλους σώους και αβλαβείς. Μετα καλεί τον μάγο Λαμπάδιο και τους δίδει θανατηφόρο φαρμάκι, αφ’ ου ήπιαν όλοι και έμειναν αβλαβείς ο μάγος μάζεψε όλα τα μαγικά του βιβλία, τα έριξε στη φωτιά και βαπτίσθηκε χριστιανός, λαμβάνοντας το όνομα Θεόκλητος. Μετα απ’ αυτό τον οδήγησαν έξω από τα τείχη, όπου τον αποκεφάλισαν δια ξίφους .

Φωτεινή Σαμαρειτιδα_ άγιος Νικόλαος ορφανός-234536547Στους δε άλλους αγίους ο βασιλιάς πρόσταξε να κόψουν τα νεύρα, μετά να ποτίσουν την Αγία Φωτεινή με λιωμένο μολύβι και θειάφι και να το χύσουν μέσα στα αυτιά των υπολοίπων. Έπειτα  να τους κρεμάσουν και αφού ξύσουν όλο τους το σώμα, να τους κάψουν με αναμμένες λαμπάδες, ενώ μέσα στα ρουθούνια τους έχυσαν ξίδι αναμεμειγμένο με στάχτη. Στη συνέχεια διέταξε να τους τυφλώσουν και να τους κλείσουν σε σκοτεινή και βρώμικη φυλακή με δηλητηριώδη φίδια. Kαι ω του θαύματος! τα μεν φίδια απονεκρώθηκαν, η δε δυσωδία μετατράπηκε σε ευωδία και στο σκοτάδι της φυλακής έλαμψε ένα υπέρλαμπρο φως. Τότε παρουσιάσθηκε και ο Κύριος στο μέσο των αγίων, λέγοντάς τους: «Εἰρήνη ὑμῖν». Κατόπιν αφού πήρε την Αγία Φωτεινή από το χέρι, τη σήκωσε και της είπε: «Ἐγώ εἰμι μεθ’ ὑμῶν πάντοτε, ὅθεν μή φοβεῖσθε, ἀλλά μᾶλλον πάντοτε χαίρετε». Αμέσως μ’ αυτό τον λόγο του Κυρίου ανέβλεψαν τα μάτια των αγίων, οι οποίοι μόλις Τον είδαν, Τον προσκύνησαν. Κατόπιν ο Κύριος, αφού τους ευλόγησε, λέγοντάς τους: «Ἀνδρίζεσθε καί ἐνδυναμοῦσθε», ανέβηκε στους ουρανούς.  

Kαι έτσι η φυλακή λάμπουσα από φως και ευωδιάζουσα μύρα, μετεβλήθη σε οίκο Θεού, στην οποίαν προσέτρεχαν οι Έλληνες, βαπτίζονταν από αυτούς, πιστεύοντες στον υπ’ αυτών κηρυττόμενον Xριστό.

Ακούγοντας αυτά ο βασιλέας θυμωμένος τους υποβάλλει σε νέα φρικτά βασανιστήρια, πρόσταξε να σταυρώσουν τους αγίους κατακέφαλα και να ξύσουν τις σάρκες τους επί τρεις ημέρες μέχρι να διαλυθούν. Άγγελος Κυρίου κατέβηκε από τους ουρανούς και αφού έλυσε τους μάρτυρες, θεράπευσε όλες τις πληγές τους. οι δήμιοι τυφλώθηκαν αλλά η Αγία Φωτεινή προσευχήθηκε στον Θεό και έλαβαν το φως τους, μετά απ’ αυτό πίστευσαν στον Xριστόν και βαπτίσθηκαν. 

Εξοργισμένος ο Nέρων πρόσταξε να βγάλουν το δέρμα της Aγίας Φωτεινής, ενώ η Aγία έψαλλε· «Kύριε εδοκίμασάς με και έγνως με», το δέρμα της το έριξαν στο ποτάμι, και την ίδια την έριξαν σ’ ένα ξηροπήγαδο. Αλλά και ο Σεβαστιανός, ο Φωτεινός και ο Ιωσής είχαν την ίδια τύχη, αφού και οι τρεις εγδάρησαν, ενώ τους έκοψαν και τα κρύφια μέλη τους και τα έριξαν στα σκυλιά. Στις πέντε αδελφές της Αγίας Φωτεινής έκοψαν πρώτα τους μαστούς τους και κατόπιν έγδαραν το δέρμα τους. Όταν πήγαν να  γδάρουν την Αγία Φωτίδα, την τετάρτη αδελφή, δεν ήθελε να βασταχθεί από κανέναν, αλλά μόνη της και με ανδρείο φρόνημα υπέμεινε το μαρτύριό της. Η μεγαλοψυχία και η ανδρεία της εξαγρίωσε τον Νέρωνα, ο οποίος διέταξε να την δέσουν στις λυγισμένες κορυφές δύο δένδρων που είχαν ενώσει με τη βία και κατόπιν να τις αφήσουν να έρθουν στην πρότερή τους θέση. Το αποτέλεσμα ήταν να σχισθεί η Aγία σε δύο μέρη και να παραδώσει την αγία της ψυχή στο χερι του Θεου.

Κατόπιν αποκεφαλίσθηκαν όλοι οι μάρτυρες εκτός της Αγίας Φωτεινής, την οποία έβγαλαν από το πηγάδι και την έκλεισαν στη φυλακή. Όμως αυτή λυπόταν που έμεινε μοναχή και δεν στεφανώθηκε μαζί με τις αδελφές της. Γι’ αυτό δεόταν στον Θεό, ο Οποίος της εμφανίσθηκε και αφού την σφράγισε τρεις φορές με το σημείο του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, την γέμισε με χαρά και την θεράπευσε. Μετά από πολλές ημέρες και αφού δόξασε το όνομα του Θεού, παρέδωσε στα χέρια Του την άγια ψυχή της.

***

Ομιλία
για τον Πρώτο και Έσχατο και Ζώντα.
Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς.

μη φοβού- εγώ εiμι o πρώτος και o έσχατος και o ζων,
και εγενόμην νεκρός, και ιδού ζων ειμι εις τους αιώνας των αιώνων
(Αποκάλ. 1,17-18)

Ιησούς Χριστός_Jesus-Christ_Господне Иисус-Христос-0009 ΚΥΡΙΟς ΕΝ ΔΟΞΗ 0009Τάδε έφη ο Κύριος Ιησούς Χριστός στον αγαπημένο μαθητή Του Ιωάννη κατά τη Θεία αποκάλυψη πού αυτός δέχθηκε στο νησί της Πάτμου.
Μη φοβού! Τί να μη φοβάσαι; Μη φοβάσαι τον ειδωλολατρικό διωγμό της Εκκλησίας.
Μη φοβάσαι τούς βασανιστές πού καταδιώκουν πανταχόθεν τούς πιστούς Μου.
Μη φοβάσαι τούς αυτοκράτορες πού εξαπολύουν διωγμούς εναντίον των χριστιανών.
Μη φοβάσαι τούς πανίσχυρους τυράννους τού κόσμου τούτου, αυτούς πού χλευάζουν και λοιδορούν την ταπείνωσή Μου κατά τον θάνατό Μου επί του Σταυρού.
Μη φοβάσαι τούς δαίμονες πού τυφλώνουν τούς ανθρώπους με διάφορα πάθη, γιά να μην μπορούν να δουν και να διακρίνουν την αλήθεια, πού Εγώ έφερα στον κόσμο.

Μη φοβάσαι τίποτα!
Πώς μπορώ, Κύριέ μου, να μη φοβάμαι;
Πώς να μη φοβόμαστε, όταν όλος ο κόσμος είναι οπλισμένος μέχρι τα δόντια και πάνοπλος πυκνώνει τις γραμμές του εναντίον μας, οι οποίοι είμαστε μικροί σε αριθμό και άοπλοι;

Μη φοβάσαι, διότι Εγώ είμι ο πρώτος και ο έσχατος, και ο ζων… το Άλφα και το Ωμέγα.
Όλες οι υπερδυνάμεις πού στρέφονται εναντίον σας, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας τυφώνας από τη, χώρα των νεκρών. Όμως, Εγώ είμαι ο ζων … και ιδού ζων είμι εις τούς αιώνας… είμι ο ών και ο ην και ο Ερχόμενος (Άποκάλ. 1,18 και 8): ο προ των αιώνων και μετά τη, συντέλεια των αιώνων Θεός. Εγώ είμι πριν από την αρχή των πάντων και μετά το τέλος όλης της κτίσεως. Όλα τα κτίσματα είναι οριοθετημένα μέσα σε ένα χρονικό φάσμα, το οποίο έχω μετρήσει γιά κάθε κτιστό πλάσμα και έξω από αυτό δεν μπορούν να επεκταθούν.

Μη φοβάσαι, διότι εγενόμην νεκρός, και ιδού ζων είμι.
Μη φοβάσαι ούτε τον θάνατο!
Εγώ είμι πριν από τον θάνατο και μετά τον θάνατο.
Ο θάνατος είναι ο υπηρέτης μου κι εγώ επιτρέπω στον υπηρέτη μου να Με υπηρετεί στον κόσμο.
Παρέδωσα τον εαυτό Μου στον υπηρέτη Μου γιά τρεις μόνο ημέρες και μετά τον διέταξα να Με αφήσει και τώρα, ιδού, ζω!
Εγώ είμαι ο Δεσπότης του θανάτου και της ζωής ο Δεσπότης του χρόνου και της αιωνιότητας, ο παντοκράτωρ.
Μη φοβάσαι! Ιδού ζων είμι εις τούς αιώνας των αιώνων.
Είμαι ζωντανός γιά πάντα.
Εσύ επίσης θά είσαι μαζί Μου ζωντανός. Αλλά και όλοι όσοι παραμένουν σ’ Εμένα πιστοί και δεν φοβούνται, αυτοί θά ζουν μαζί Μου! Μη φοβού! Εγώ είμι το Α και το Ω (Άποκάλ.1,8).

Ω Κύριε, αιώνιε και αθάνατε, αυτά τα ιερά λόγια Σου ας αντηχούν στις ψυχές των πιστών δούλων Σου όποτε εγείρεται ένα κύμα διωγμού εναντίον της άγιας Εκκλησίας Σου, ώστε, ομοφρόνως στηριγμένοι στον βραχίονά Σου τον υψηλό, να μη φοβόμαστε.

Σοι πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις εις τούς αιώνας των αιώνων! Αμήν.
Ο Πρόλογος της Αχρίδος – Μάρτιος. Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς Εκδόσεις ΆΘως
prologue.orthodox.cn/March21.htm

Ο Ευγνώμων Ληστής θεραπεύει τον άγιο Πορφύριο επίσκοπο Γάζης
https://iconandlight.wordpress.com/2014/02/25/1184/

Η τελευταία είσοδος του Οσίου Πορφυρίου στο Άγιον Όρος
https://iconandlight.wordpress.com/2017/02/25/η-τελευταία-είσοδος-του-οσίου-πορφυρί/

Δός μοι πιείν. Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
https://iconandlight.wordpress.com/2017/05/13/%CE%B4%CF%8C%CF%82-%CE%BC%CE%BF%CE%B9-%CF%80%CE%B9%CE%B5%CE%AF%CE%BD-%CE%B1%CE%B3%CE%AF%CE%BF%CF%85-%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%BB%CE%AC%CE%BF%CF%85-%CE%B2%CE%B5%CE%BB%CE%B9%CE%BC%CE%AF%CF%81%CE%BF/

Σαββατόβραδο, παραμονή της Σαμαρείτιδος με τον Φώτη Κόντογλου και κάποιες ταπεινές κι αγιασμένες ψυχές, σε ένα σκοτεινό και ξεχασμένο εκκλησάκι.
https://iconandlight.wordpress.com/2020/05/15/%cf%83%ce%b1%ce%b2%ce%b2%ce%b1%cf%84%cf%8c%ce%b2%cf%81%ce%b1%ce%b4%ce%bf-%cf%80%ce%b1%cf%81%ce%b1%ce%bc%ce%bf%ce%bd%ce%ae-%cf%84%ce%b7%cf%82-%cf%83%ce%b1%ce%bc%ce%b1%cf%81%ce%b5%ce%af%cf%84%ce%b9/

Η Κάρα της Αγίας βρίσκεται στην Ιερά Μονή Γρηγορίου Αγίου Όρους.
Ένας εκ των ποδών και μία ωμοπλάτη της Αγίας βρίσκονται στην Ιερά Μονή Ιβήρων Αγίου Όρους.
Μία ωλένη με σάρκα της Αγίας βρίσκεται στην Ιερά Μονή Παντοκράτορος Αγίου Όρους.

Απολυτίκιον Αγίας Φωτεινής. Ήχος γ΄. Θείας πίστεως.

Θείω Πνεύματι καταυγασθείσα, και τοις νάμασι, καταρδευθείσα, παρά Χριστού του Σωτήρος, πανεύφημε, της σωτηρίας το ύδωρ κατέπιες, και τοις διψώσι αφθόνως μετέδωσας, Μεγαλομάρτυς και Ισαπόστολε Φωτεινή, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, σωθήναι τας ψυχάς ημών.

Απολυτίκιον. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.

Χριστώ συνομίλησας επί τω φρέαρ σεμνή, και πίστιν εισδέδεξαι, την προς αυτόν ακλινώς, Φωτεινή Ισαπόστολε• όθεν της ευσεβείας, εφαπλούσα το φέγγος, ήθλησας υπέρ φύσιν, συν υιοίς και συγγόνοις• μεθ’ ων απαύστως πρέσβευε, υπέρ των τιμώντων σε.

Έτερον Απολυτίκιον. Ήχος α’. Της ερήμου πολίτης.

Την πηγήν δεξαμενή της σοφίας και χάριτος, εκ χειλέων Κυρίου Φωτεινή Ισαπόστολε, νομίμως ηγωνίσω πανοικεί, και νέμεις φωτισμόν παρά Θεού, τοις προστρέχουσι τη σκέπη σου τη σεπτή, και ευλαβώς βοώσί σου. Δόξα τω δεδωκότι σοι ισχύν, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω χορηγούντι διά σου, χάριν ημίν και έλεος.

Έτερον. Ήχος α΄. Της ερήμου πολίτης.

Φωτεινήν και Φωτίδα και Φωτώ ανυμνήσωμεν, συν Ανατολή, Φωτεινόν τε Ιωσήν θείοις άσμασιν, ομού Κυριακήν, Παρασκευήν, τους Μάρτυρας Χριστού περιφανείς· θείαν χάριν γαρ αιτούνται και φωτισμόν, τοις πίστει ανακράζουσι· δόξα τω ενισχύσαντι υμάς, δόξα τω στεφανώσαντι, δόξα τω ενεργούντι δι’ υμών πάσιν ιάματα.

Μεγαλυνάριον.

Χαίροις Ισαπόστολε Φωτεινή, η ζωής το ύδωρ, δεξαμένη παρά Χριστού• χαίροις η εν Ρώμη, αθλήσασα ανδρείως, συν πάσι τοις οικείοις, Χριστός δοξάσασα.

Ήχος πλ. β΄. Όλην αποθέμενοι.

Υδωρ το ζωήρρυτον, παρά Χριστού δεξαμενή, γλυκασμόν ουράνιον,
βλύζεις τοις προστρέχουσι τη πρεσβεία σου, Φωτεινή πάντιμε, Άθληφόρων
δόξα  διά τούτο δυσωπούμέν σε, πικρίαν άπασαν, την της αμαρτίας
διάλυσον, και τον ίόν του όφεως, τον λόγοις και έργοις χεόμενον, εν τη,
διανοία, απόσμηξον ημών ταίς προς Θεόν, πανευπροσδέκτοις πρεσβείαις σου, Μάρτυς’Ισαπόστολε.


Do not be afraid. I am the first and the last, the one who lives. Do not be afraid of anything! Lord, allow these holy words of Yours to ring in the souls of Your faithful always whenever a persecution is raised up against Your Holy Church that, holding on to Your right hand, we may not be afraid. Saint Nikolai Velimirovič

Φωτεινή η Σαμαρείτιδα_Святой Фотини or Светлана рядом с древней _ St. Photine the Samaritan Woman _5453841632_6e42f1b919_bHoly Martyr, Equal to the Apostles St. Photina (Svetlana) the Samaritan woman (66) , her sons Victor, called Photinus, and Josiah; and the sisters of the Holy Martyr: Anatolia , Phota, Photida, Paraskeva, Kiriake, and the martyr Sebastian the Duke; Domnina; Theoclitus, the former sorcerer; Christodoulos (66)
Saint Porphyrius of Gaza (420)
Saint Dionysius of Augsburg, in Germany (c. 303)
Saint Andrew of Florence, Bishop of Florence and Confessor (c. 407)
Venerable Sebastian of Poshekhonye, founder of Sokhotsk Monastery, Yaroslavl (1500)
New Martyr John the Cabinetmaker (John Calphas, “the Apprentice”), by beheading, at Constantinople (1575)[
New Hieromartyr Peter Varlamov, Priest of Ufim (1930)
Virgin-martyr Anna Blagoveshchensky (1937)
The memory of St. John Chrysostom Ordination to the Priesthood.

Commemorated on February 26

Holy Martyr St. Photina
by Saint Nikolai Velimirovič

This was the Samaritan woman who had the rare fortune to converse with the Lord Christ Himself at the Well of Jacob, near Sychar (St. John 4:4-31). Believing in the Lord, Photina afterwards went to preach His Gospel with Victor and Josiah her two sons, and with her five sisters, Anatolia, Phota, Photida, Parasceve and Cyriaca. They had gone to Carthage in Africa. There they were arrested and taken to Rome during the reign of Emperor Nero and were thrown into prison. By God’s Divine Providence, Domnina, the daughter of Nero, came into contact with St. Photina and was converted to the Faith of Christ by her. After imprisonment they all suffered for the sake of Christ. Photina, who for the first time was enlightened with the light of truth at the well of Sychar, was now thrown into a well where she died and entered into the eternal kingdom of Christ.

***

Hymn of Praise
Saint Photina, the Samaritan Woman
by Saint Nikolai Velimirovič of Ohrid

Φωτεινή Σαμαρειτιδα_ άγιος Νικόλαος ορφανός-234536547The Samaritan Woman met Christ at the well,
And was enlightened with the light of Christ, Himself.
Under Nero, her life she ended in another well,
And her spirit she gave to Christ God, her Lord.
Her glorious sons were Victor and Josiah,
Both, the saintly mother enlightened with holiness.
Five sisters suffered for the Name of Christ,
With her were translated to heaven, their reward to receive.

O, penitent Photina, wonderful sufferer,
How your countenance with eternal light now glows.
At one time, not even water did you give to the Savior,
Finally, even your blood for Him, you shed.

Your soul at one time darkened, while yet a Samaritan you were,
When you became a Christian, above the sun’s rays, you shown.
In Sychar, you proclaimed Christ with fear,
In the center of Rome, by your death you witnessed to Him.
Love, every fear, destroys and makes one a hero,
O, Photina, love, forever, glorified you.
Two or three Romes, can Nero burn down
But the soul of Christians cannot burn.
The vessels of clay, Nero can smash
But, over the spirit of Photina, did not have any power.
O, immortal saint, help us now,
By your prayers, before the Throne of Christ the Savior.
The Prologue from Ohrid: Lives of Saints by Saint Nikolai Velimirovič
http://prologue.orthodox.cn/March20.htm

***

Homily:
About the First and Last who lives
Saint Nikolai Velimirovich of Ohrid

“Do not be afraid. I am the first and the last, the one who lives. Once I was dead ,but now I am alive forever and ever” (Revelation 1:17-18).

Ιησούς Χριστός_ Ρομφαια Jesus-Christ_Господне Иисус-Христос-Byzantine Orthodox Icon_4c26115_originalThus says the Lord Jesus to His beloved disciple John in a vision on the island of Patmos.
Do not be afraid of what!
Do not be afraid of the persecution of the Church by the pagans. Do not be afraid of the tormentors who persecute my faithful on all sides.
Do not be afraid of emperors who raise up persecutions against the Christians.
Do not be afraid of powerful tyrants of this world who mock and ridicule My humility in My death.
Do not be afraid of demons who blind men with passions so that they can’t see the truth which I brought to the world.

Do not be afraid of anything!
How could I not be afraid, O Lord!, Why then should we not be afraid when the entire world is armed to the tooth and assembled against us who are small in number and unarmed?

Do not be afraid for I am the First and the Last, the Alpha and the Omega. All of those forces armed against you are nothing but a whirlwind of the dead. I am before time and I am after time; before the beginning of all and after the end of all things that were created, I Am! They are all locked in one span of time that I measured out to every created thing and outside of this span of time, they cannot extend.

Do not be afraid, once I was dead but now, I am alive.”
Do not be afraid, not even of death. I am before death and after death. Death is my servant and I permit my servant to serve me in the world. I gave myself up to my servant for three days and ordered him to release me and “now, I am alive.” I am the Master of death as well as of life. I am the Master of time as well as of eternity.
Do not be afraid! “I am alive forever and ever.” And you will be alive with Me. All they who remain faithful to Me and are not afraid will live with Me. “Do not be afraid, I am the Alpha and the Omega” (Revelation 1:8).

O Lord, Eternal and Immortal, allow these holy words of Yours to ring in the souls of Your faithful always whenever a persecution is raised up against Your Holy Church that, holding on to Your right hand, we may not be afraid.

To You be glory and thanks always. Amen.
The Prologue from Ohrid: Lives of Saints by Saint Nikolai Velimirovič of Ohrid
prologue.orthodox.cn/March21.htm

***

Holy Martyr St. Photina (Svetlana) the Samaritan woman, her sons Victor, called Photinus, and Josiah; and the sisters of the Holy Martyr: Anatolia , Phota, Photida, Paraskeva, Kiriake, Domnina; and the martyr Sebastian

Φωτεινή η Σαμαρείτιδα_Святой Фотини or Светлана рядом с древней _ St. Photine the Samaritan Woman _α_25498The Holy Martyr St. Photina was the very same Samaritan woman with whom the Lord spoke at Jacob’s Well (see John 4:5-42). During the reign of Emperor Nero (54-68), who showed extraordinary cruelty in opposing Christianity, St. Photina lived in Carthage with her little son Josiah, and fearlessly preached the Gospel. Her older son Victor bravely fought with the Roman forces against the barbarians, and for his service was appointed military leader for the city of Attalia ( Asia Minor ).

Sebastian, Attalia’s city administrator, said to St. Victor upon meeting him, “I have reliable information that you, your mother, and your brother, are followers of the teachings of Christ. However, I will give you some friendly advice: submit yourself to the emperor’s will, and you will then get the property belonging to the Christians you turn over to us. I will write to your mother and brother, warning them not to openly preach Christ. Let them confess their faith in secret.” St. Victor answered, “I want to be a preacher of Christianity, just like my mother and brother.” To this, Sebastian responded, “O Victor, we all well know what travails await you, your mother, and your brother, as a result.” Immediately after saying those words, Sebastian felt a sharp pain in his eyes; his expression changed, and he was struck dumb.

For three days, he lay blind and unable to speak a single word. On the fourth day, he suddenly loudly exclaimed, “Only the Christian faith is true; there is no other true faith!” Finding St. Victor standing near him, Sebastian said, “Christ is summoning me.” Soon thereafter, he was baptized, and immediately regained his sight. Witnessing that miracle, St. Sebastian’s servants followed their lord’s example

Rumors of what had transpired reached Nero, and he ordered that the Christians be brought to him in Rome for trial. Then the Lord Himself appeared to the confessors and said, “I will be with you, and Nero will be defeated, together with all those who serve him.”To St. Victor, he announced,From this day forth, your name will be Photinus, Radiant, for many whom you illumine, will turn to Me.” The Lord bolstered St. Sebastian with the words, “Blessed is he who pursues his ascetic struggle to the end.” St. Photina, whom the Savior told of the coming sufferings, went, accompanied by several other Christians, from Carthage to Rome , to join the confessors.

In Rome , the emperor ordered the saints to be brought before him, and asked them whether they truly believed in Christ. All of the confessors firmly refused to renounce the Savior. Then the emperor ordered that the martyrs’ wrists be crushed on an anvil. However, while the confessors were being tortured, they felt no pain, and the Martyr Photina’s hands remained unharmed. Nero ordered Saints Sebastian, Photinus, and Josiah to be blinded and locked up in a dungeon, and St. Photina and her sisters Anastasia, Phota, Photida, Paraskeva and Kyriake to be sent to the imperial palace, into the custody of Nero’s daughter Domnina. However, St. Photina turned Domnina and all of her servants to Christ, and they all received Holy Baptism. She also converted to the Christian Faith a sorcerer who had been sent to bring poisoned drinks intended to kill the confessors.

Three years went by, and Nero sent for one of his incarcerated servants. Messengers reported to him that Saints Sebastian, Photinus, and Josiah, who had been blinded, were completely well, and that a constant stream of visitors was coming to listen to them preach. The prison itself had turned into a bright and sweet-smelling place, where God was being glorified. Then Nero ordered that the saints be crucified, upside down, and that for three days their naked flesh be beaten with belts. On the fourth day, the emperor sent servants to see whether the martyrs were still alive. However, immediately upon arriving at the place of torture, the servants went blind. At the same time, an Angel of the Lord freed and healed the martyrs. The saints took pity on the blinded servants, and through their prayers to the Lord returned their sight to them. Regaining their sight, the servants believed on Christ, and soon thereafter were baptized.

In impotent rage, Nero ordered that St. Photina be flayed and her body thrown into a well. The Martyrs Sebastian, Photinus, and Josiah had their legs severed below the knee, their limbs thrown to the dogs, and then they also were flayed. St. Photina’s sisters also had to endure terrible torments. Nero ordered that their breasts be cut off, and then that they be flayed. Trained in cruelties, the emperor prepared a most cruel death for St. Photida: He ordered that her legs be tied to the tops of two trees that had been bent to the ground; when they were released, the martyr was torn asunder. He ordered the others to be beheaded. St. Photina was pulled out of the well and incarcerated for 20 days.

Thereafter, Nero summoned her to him, and asked if she would now submit to his will and offer sacrifice to the idols. St. Photina spat in the emperor’s face, and laughing at him said, “Most impious, blind, lost mad man! Can you possibly think me so stupid that I would agree to renounce my Lord Christ and offer sacrifice to idols as blind as you?!”

On hearing those words, Nero once again ordered that the martyr be thrown into the well,… and then into prison again. Photini now grieved that she was alone, that she had not received the crown of martyrdom together with her five sisters, Anatole, Photo, Photis, Paraskeve and Kyriake and her two sons, Photeinos and Joseph. Night and day she prayed for release from this life. One night, God appeared to her, made the sign of the cross over her three times. The vision filled her with joy. Many days later, while she hymned and blessed God, Saint Photini gave her soul into God’s hands (+66 AD). The Samaritan Woman conversed with Christ by the well of Jacob, near the city of Sychar. She drank of the “living water” and gained everlasting life and glory. For generation after generation, Orthodox Christians have addressed this prayer to the woman exalted by the Messiah when He sat by the well in Samaria and talked with her: Illuminated by the Holy Spirit, All-Glorious One,
from Christ the Saviour you drank the water of salvation.
With open hand you give it to those who thirst.
Great-Martyr Photini, Equal-to-the-Apostles,
pray to Christ for the salvation of our souls. 

https://stjohndc.org/en/orthodoxy-foundation/saints/holy-martyr-st-photina-svetlana-samaritan-woman-her-sons-victor-called-photinus-and-josiah

orthodoxchristian.info/pages/photini.htm

Apolytikion of Photine, the Samaritan Women
Third Tone

All illumined by the Holy Spirit, thou didst drink with great and ardent longing of the waters Christ Saviour gave unto thee; and with the streams of salvation wast thou refreshed, which thou abundantly gavest to those athirst. O Great Martyr and true peer of Apostles, Photine, entreat Christ God to grant great mercy unto us.

Kontakion of Photine, the Samaritan Women
Third Tone

Photine the glorious, the crown and glory of the Martyrs, hath this day ascended to the shining mansions of Heaven, and she calleth all together to sing her praises, that they might be recompensed with her hallowed graces. Let us all with faith and longing extol her gladly in hymns of triumph and joy.

Glory…, in Tone VI:

By Jacob’s Well, Jesus found the Samaritan woman. * He that covereth the earth with clouds asked water of her. * O wonder! He that rideth on the Cherubim speaketh with a harlot woman, * asking for water, * He Who hath suspended the earth upon the waters. * He Who causeth springs and pools of waters to flow forth seeketh water, * for He wished to draw to Himself her who was truly ensnared by the contending enemy, * and to impart the water of life unto her * who was sorely inflamed with unseemly deeds, ** for He alone is tenderly compassionate and the Lover of mankind.


Χριστέ μου δεν ξέρω να διαβάζω, αλλά αυτά που γράφεις στο Ευαγγέλιο, βάλτα μέσα στην καρδιά μου!’

προσευχομενος_praying _Молитва _Προσευχη_prayer_proseyhi_Молитва__21%ce%b9%ce%b4jsGvUZvzt0E(Ψαλμ. ΡΙΗ´ (118), 103) Ως γλυκέα τω λάρυγγί μου τα λογία σου, υπέρ μέλι τω στόματί μου.
11 Εν τη καρδία μου έκρυψα τα λόγιά σου, όπως αν μη αμάρτω σοι.
 15 εν ταις εντολαις σου αδολεσχήσω και κατανοήσω τας οδούς σου.
16 εν τοις δικαιώμασί σου μελετήσω, ουκ επιλήσομαι των λόγων σου.
140 πεπυρωμένον το λόγιόν σου σφόδρα, και ο δουλός σου ηγάπησεν αυτό.
173 γενέσθω η χείρ σου του σωσαί με, ότι τας εντολάς σου ηρετισάμην. 
174 επεπόθησα το σωτήριόν σου, Κύριε, και ο νόμος σου μελέτη μού έστι.
Ερευνάτε τας γραφάς, ότι υμείς δοκείτε εν αυταίς ζωήν αιώνιον έχειν. Και εκείναί εισιν μαρτυρούσαι περί εμού. (Ιω. ε´ 39)

Η Γιαγιά και η Καινή Διαθήκη

Κάποτε, σ’ ένα εκκλησιαστικό βιβλιοπωλείο μπήκε μια γριούλαγια να ψωνίσει!Κατευθύνθηκε προς τον υπάλληλο του βιβλιοπωλείου και ζήτησε την Καινή Διαθήκη! Ο υπάλληλος πρόθυμος, την εξυπηρέτησε αμέσως!
Στο κατάστημα εκείνη τη στιγμή έτυχε να βρίσκεται και κάποιος ιερέας! Βλέποντας την γριούλα να αγοράζει την Καινή Διαθήκη αναρωτήθηκε αν την ήθελε για την ίδια ή για κάποιον άλλον, καθώς την θεώρησε αρκετά μεγάλη για να ξέρει να διαβάζει!
Πήρε το θάρρος λοιπόν, και την ρώτησε:

– Γιαγιάκα, για σένα την θέλεις την Καινή Διαθήκη;
– Μάλιστα, πάτερ μου, απάντησε εκείνη!

– Αλήθεια; Ξέρεις να διαβάζεις;
– Όχι! Απάντησε η γριούλα, εντελώς φυσιολογικά!
– Και τότε τι θα την κάνεις την Καινή Διαθήκη αν δεν μπορείς να την διαβάσεις; την ξαναρώτησε ο ιερέας!
– Να παιδί μου, του απάντησε η γριούλα! Την κρατάω αγκαλιά, πάω μπροστά στην εικόνα του Χριστού, του δείχνω την Καινή Διαθήκη και του λέω:
“Χριστέ μου δεν ξέρω να διαβάζω, αλλά ότι λες σε αυτό το βιβλίο, βάλτο εδώ μέσα” και με ένα ελαφρύ χτύπο του χεριού της, έδειξε την καρδιά της!

***

Προσευχη_prayer_proseyhi_Молитва__23434ΝΑΟΚάποια αγράμματη αλλά ευσεβής γιαγιά, πήγε μια μέρα στην Εκκλησία και άκουσε τον ιεροκήρυκα να λέει:
“Αυτός που δεν διαβάζει την Αγία Γραφή, δεν θα σωθεί!”

Η γιαγιά μόλις άκουσε το λόγο αυτόν χλώμιασε, απογοητεύτηκε και γυρίζοντας σπίτι, λέει στην κόρη της:
– Παιδί μου θα κολαστώ, διότι δεν διαβάζω την Αγία Γραφή!
Η κόρη της προσπάθησε να την καθησυχάσει, αλλά ματαίως…

Μια μέρα, αποφάσισε η γιαγιά να πάει σε έναν φωτισμένο γέροντα, για να την βοηθήσει. Η γιαγιά μόλις τον είδε, του λέει: 
“Πάτερ μου, δεν θα σωθώ, διότι δεν διαβάζω την Αγία Γραφή, διότι είμαι αγράμματη!”
Ο γέροντας όμως την καθησύχασε και της είπε:
“Και πώς σώθηκαν τόσοι και τόσοι αγράμματοι άνθρωποι γιαγιά;
Μάλιστα έχουμε και Αγίους, που ήταν τελείως αγράμματοι! 
Αυτοί πως σώθηκαν; 
Τα γράμματα δεν σώζουν, αλλά ούτε και η αμορφωσιά κολάζει.
 Λοιπόν γιαγιά, θα κάνεις το εξής: 
Θα παίρνεις το Ευαγγέλιο, θα το ανοίγεις στην πρώτη σελίδα, θα βάζεις την παλάμη σου πάνω στο Ευαγγέλιο και μετά θα πηγαίνεις στο εικονοστάσι και θα λες την εξής προσευχή: 
”Χριστέ μου, αυτά που γράφεις στο Ευαγγέλιο, βάλτα μέσα στην καρδιά μου!”
Την άλλη μέρα θα βάζεις την παλάμη σου στην δεύτερη σελίδα κ.ο.κ.
Η γιαγιά εφάρμοσε κατά γράμμα τα λόγια του γέροντα για αρκετούς μήνες. Μια μέρα στο σπίτι παίζανε τα εγγονάκια της και άρχισαν να μιλάνε άσχημα και να κατακρίνουν. Η γιαγιά το άκουσε και τα παρατήρησε, λέγοντάς τα: 
“Παιδιά μου, μην κρίνετε για να μην κριθείτε!”
Κόκκαλο η κόρη της!
– Μάνα, αυτό που είπες, από που το άκουσες και το είπες; 
Αυτό το λέει το Ευαγγέλιο, εσύ δεν ξέρεις γράμματα, ποιος σου το είπε;
Παιδί μου, δεν το άκουσα από κάπου, αλλά βγήκε μέσα από την καρδιά μου!
Από την στιγμή εκείνη, άρχισε η γιαγιά να αναπαράγει λόγια του Ευαγγελίου, χωρίς να το καταλαβαίνει! 
Η γιαγιά επειδή έκανε υπακοή στον γέροντα με πίστη και απλότητα, άρχισε ο Χριστός να εμφυτεύει τα λόγια του Ευαγγελίου στην καρδιά της.
Αυτό που θα μας σώσει είναι η πίστη στον Χριστό και όχι η μόρφωσή μας. 
Εξάλλου ο Χριστός, επέλεξε αγράμματους ανθρώπους για Μαθητές Του, για να δείξει, ότι μπορεί να σε κάνει πάνσοφο, ακόμα και αν είσαι αγράμματος, αρκεί να έχει κανείς πίστη και ταπείνωση…
http://amfoterodexios.blogspot.com/2019/09/blog-post_64.html

***

Γέρων Αββακούμ ο ανυπόδητος:
Πως κατανοούμε την Αγία Γραφή

Ερώτησαν κάποια ημέρα τον μακαριστό Γέροντα Αββακούμ τον ανυπόδητο : «Πώς θα εννοήσουμε καλύτερα την Αγία Γραφή» ;

Ο μακαριστός Γέροντας απάντησε ως εξής : «Μπορείτε να μπείτε στο πνεύμα της Γραφής, όταν παρακαλείτε από την καρδιά σας. Θα σας τα πει ο Χριστός. Έρχεται το Πνεύμα το Άγιον και κατεβαίνει εις την καρδίαν και σε διδάσκει το τι και τι. Διότι ούτε η πολυμάθεια ούτε, ούτε τα γράμματα είναι η σοφία, αλλά όπως λέει η Θεία Γραφή : «Αρχή σοφίας, φόβος Κυρίου. Το δε γνώναι νόμον, διανοίας εστί αγαθής».
ΠΗΓΗ : ΑΒΒΑΚΟΥΜ Ο ΑΝΥΠΟΔΗΤΟΣ, Β΄ ΕΚΔΟΣΗ, ΑΘΗΝΑ 1988, σελ. 57.

Ο γνωστός καθηγητής του Χάρβαρντ κ. Κ. Καβαρνός αναφέρει για τον γέροντα.
Ο π. Αββακούμ είχε τέλεια εμπιστοσύνη στο Θεό. Είχε τελείως παραδοθεί στην θεία Πρόνοια.
Οτιδήποτε επιχειρείς να κανείς μου είπε, πάντοτε να επικαλείσαι τον Θεό και λέγε.
Ας γίνει, αν είναι καλόν.
Πάτερ Αββακούμ ποια είναι η θέση σου απέναντι στην φιλοσοφία;
Αληθινή φιλοσοφία παιδί μου, απάντησε βρίσκεται στα Ευαγγέλια στις επιστολές, του αποστόλου Παύλου και αλλαχού της Γραφής ως επίσης στα έργα των πατέρων και τους βίους των αγίων.
Αν και ήταν αγράμματος ο π. Αββακούμ, είχε εκπληκτική γνώση των Γραφών.
Μπορούσε να απαγγέλλει από την μνήμη του ταχέως και ακριβώς σελίδα σελίδα την Παλαιά και Καινή Διαθήκη.

***

Στάρετς Παρθένιος του Κιέβου (1790-1855)

Η ανάγνωση του Ψαλτηρίου δαμάζει τα πάθη και η ανάγνωση του Ευαγγελίου κατακαίει τα ζιζάνια των αμαρτιών μας, γιατί ο λόγος του Θεού είναι “πυρ καταναλίσκον”.

Κάποτε επί 40 μέρες διάβαζα το Ευαγγέλιο, χάρη της σωτηρίας κάποιας ψυχής, που με είχε κάποτε ευεργετήσει. Και τι βλέπω στον ύπνο μου!… 
Σε ένα χωράφι γεμάτο ζιζάνια, πέφτει φωτιά από τον ουρανό και τα κατακαίει, ώστε το χωράφι να παρουσιαστεί καθαρό. Δεν μπορούσα να καταλάβω την σημασία του οράματος, οπότε ακούω την φωνή: “Τα ζιζάνια που σκέπαζαν το χωράφι είναι οι αμαρτίες της ψυχής, για την οποία παρακαλούσες και η φωτιά που τα έκαψε, είναι ο λόγος του Θεού, που για χάρη της μελετούσες”.

***

Στάρετς Θεόφιλος ο δια Χριστόν σαλός του Κιέβου

Θεόφιλος ο δια Χριστόν Σαλός Κιέβου_St. Theophilus, fool for Christ of Kiev_Феофил Киевский, Христа ради юродивый_01051f%cf%85_st-theophilusΛέγεται ότι η δύναμις της προσευχής του Στάρετς Θεόφιλου του δια Χριστόν σαλού για όσους υπέφεραν από θλίψεις και αρρώστιες ήταν ασυνήθιστη. Με την ενέργεια της θεραπεύθηκαν πολλοί άρρωστοι και ανάπηροι. Μία υπάλληλος, η Μαρία Γκριγκύριεβνα Ν., ήταν δαιμονισμένη και είχε κρίσεις παροξυσμού. Όταν πήγε στον μα­κάριο για να ζητήση βοήθεια, ο Στάρετς διάβασε το Ευαγγέλιο επάνω της και έπειτα την κτύπησε μ’ αυτό δυνατά στο κεφάλι. Καθώς έπεφτε πίσω από τον πόνο, αυτός είπε με δυνατή φωνή: 

«Εις το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού σε διατάζω να φύγης!» και αμέ­σως η γυναίκα θεραπεύθηκε.
«Αν θέλης να είσαι καλά», είπε ο Στά­ρετς καθώς την ευλογούσε, «πήγαινε να μείνης κοντά στο ερημητήριο του Κιτάγιεβο και μην επιχείρησης να φύγης από ‘κει». Η Μαρία Γκριγκόριεβνα έζησε κοντά στο ερη­μητήριο αυτό μέχρι το θάνατο της και κα­θημερινά εκκλησιαζόταν εκεί. 

***

Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς
Πώς πρέπει να διαβάζει κανείς την Αγ. Γραφή

Οι άγιοι Πατέρες, με επικεφαλής τον Άγιο Χρυσόστομο, είναι οι καλύτεροι καθηγητές σ’ αυτό. Ο Άγιος Χρυσόστομος, μπορούμε να πούμε, έγραψε το Πέμπτο Ευαγγέλιο. Οι άγιοι Πατέρες συνιστούν σοβαρή προετοιμασία για την ανάγνωση και την μελέτη της Αγίας Γραφής. Και η προετοιμασία έγκειται σε τί; Κατ’ αρχήν στην προσευχή. Προσευχήσου στον Κύριο να φωτίσει τον νου σου, ώστε να κατανοήσεις τους λόγους της Αγίας Γραφής, και να χαριτώσει την καρδιά σου να αισθανθείς την αλήθεια των λόγων αυτών και την ζωή. Συνειδητοποίησε ότι αυτά είναι τα λόγια του Θεού, που Αυτός ο Ίδιος απευθύνει σε σένα. Η προσευχή, σε σχέση με τις άλλες ευαγγελικές αρετές, είναι η καταλληλότερη για να καταστήσει ικανό τον άνθρωπο να κατανοήσει την Αγία Γραφή.

Και πώς πρέπει να διαβάζεται η Αγ. Γραφή

Με προσευχή, φόβο και σεβασμό, γιατί σε κάθε λέξη υπάρχει και από μια σταγόνα αιώνιας αλήθειας, και όλες οι λέξεις αποτελούν απέραντο ωκεανό της Αιώνιας Αλήθειας. Η Αγία Γραφή δεν είναι βιβλίο, αλλά ζωή. Γιατί οι λέξεις της «πνεύμα και ζωή εστιν» (Ιωάν. 6, 63), γι’ αυτό μπορούν να γίνουν καταληπτές εάν τις κάνουμε ψυχή της ψυχής μας και ζωή της ζωής μας. Αυτό είναι βιβλίο που διαβάζεται με ζωή, με έργο. Πρώτα αξίζει να ζήσει κανείς και μετά να καταλάβει… Δούλεψε για να καταλάβεις. Αυτό είναι βασικός κανόνας της ορθοδόξου ερμηνευτικής….

Ξέρετε πότε ο άνθρωπος είναι σοφός μπροστά στα μάτια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού; Όταν ακούει τους λόγους και τους εκτελεί. Η αρχή της σοφίας είναι η υπακοή στον λόγον του Θεού (Ματθ. 7, 24). Κάθε λόγος του Σωτήρος έχει την ισχύ και την δύναμη να θεραπεύσει και τις φυσικές και τις ψυχικές ασθένειες. «Ειπέ λόγω, και ιαθήσεται ο παις μου» (Ματθ. 8, 8). Ο Σωτήρ «είπε λόγω» και θεραπεύθηκε ο δούλος του εκατοντάρχου. Όπως τότε, έτσι και τώρα, ο Κύριος αδιάκοπα επαναλαμβάνει τους λόγους Του και σε σένα και σε μένα και σ’ όλους μας. Μόνο πρέπει να σταθούμε, να εμβαθύνουμε σ’ αυτούς και να τους δεχθούμε με την πίστη του εκατοντάρχου. Και το θαύμα θα γίνει και σε μας. Και θα θεραπευθεί η ψυχή μας όπως ακριβώς θεραπεύθηκε ο δούλος του εκατοντάρ­χου. Γιατί στο Ευαγγέλιο είναι γραμμένο και το ακόλουθο: «προσήνεγκαν αυτώ δαιμονιζομένους πολλούς και εξέβαλε τα πνεύματα λόγω, και πάντας τους κα­κώς έχοντας εθεράπευσεν» (Ματθ. 8, 16). Αυτό κάνει και σήμερα, γιατί ο Κύριος «Ιησούς Χριστός χθες και σήμερον ο Αυτός, και εις τους αιώνας» (Εβρ. 13, 8).

Στην μέλλουσα Κρίση θα κριθούν εκείνοι
που δεν υπάκουσαν στο λόγο του Θεού

Ιουστίνος Ποποβιτς_Иустин Сербский (Попович)_354646Και θα είναι ανεκτότερη η γη των Σοδόμων και της Γομόρρας απ’ ό,τι η ημέρα της κρίσεως γι’ αυτούς (Ματθ. 10, 14-15). Πρόσεξε! Στην τελική κρίση θα σου ζητηθεί λόγος, για το τί έκανες με τους λόγους του Θεού, για το αν τους υπάκουσες και υιοθέτησες, αν χαιρόσουν ή ντρεπόσουν γι’ αυτούς. Αν ντρεπόσουν γι’ αυτούς, και ο Θεός θα ντραπεί για σένα «όταν έλθη εν τη δόξη του Πατρός Αυτού μετά των αγγέλων των αγίων» (Μάρκ. 8, 38). Λίγες είναι οι λέξεις των ανθρώπων που δεν είναι έρημες και κενές, γι’ αυτό και είναι λίγες εκείνες για τις οποίες δεν θα κριθούμε (Ματθ. 12, 36). Για ν’ αποφύγει αυτό ο άνθρωπος πρέπει να μελετήσει και να μάθει τα λόγια του Θεού από την Αγία Γραφή, να τα οικειοποιηθεί. Γιατί γι’ αυτόν το λόγο ο Θεός τα ανακοίνωσε στους ανθρώπους, για να τα κάνουν κτήμα τους και μέσω αυτών να κάνουν δική τους και την ίδια την Αλήθεια του Θεού.
Σε κάθε λόγο του Σωτήρος υπάρχει περισσότερη αιωνιότητα και αφθαρσία, απ’ ό,τι σ’ ολόκληρο τον ουρανό και σ’ ολόκληρη την γη με ολόκληρη την ιστορία τους. Γι’ αυτό ο Κύριος είπε: «ο ουρανός και η γη παρελεύσονται, οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσιν» (Ματθ. 24, 35). Αυτό σημαίνει ότι στους λόγους του Σωτήρος υπάρχει ο Θεός και κάθε τι θεϊκό, γι’ αυτό δεν θα παρέλθουν. Ο άνθρωπος που τους οικειοποιείται γίνεται πιο άφθαρτος από τον ουρανό και την γη, γιατί μέσα σ’ αυτούς υπάρχει μία δύναμη που κάνει τον άνθρωπο αθάνατο και αιώνιο….

Στην Αγία Γραφή βρίσκεται η βιογραφία του κάθε ανθρώπου… Όσιος Ιουστίνος Πόποβιτς
https://iconandlight.wordpress.com/2015/01/15/%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B1%CE%B3%CE%AF%CE%B1-%CE%B3%CF%81%CE%B1%CF%86%CE%AE-%CE%B2%CF%81%CE%AF%CF%83%CE%BA%CE%B5%CF%84%CE%B1%CE%B9-%CE%B7-%CE%B2%CE%B9%CE%BF%CE%B3%CF%81%CE%B1%CF%86%CE%AF%CE%B1/Μελέτη αγ.Γραφών_Study st. Bibl _Изучение Священное Писание-poslushnica_za_chteniem_psaltiriΠροσευχή για τη μελέτη της Αγίας Γραφής

Έλλαμψον εν ταις καρδίαις ημών, φιλάνθρωπε Δέσποτα, το της σης Θεογνωσίας ακήρατον φως και τους της διανοίας ημών διάνοιξον οφθαλμούς εις την των ευαγγελικών σου κυρηγμάτων κατανόησιν. Ένθες ημίν και τον των μακαρίων σου εντολών φόβον, ίνα τας σαρκικάς επιθυμίας πάσας καταπαντήσαντες, πνευματικήν πολιτείαν μετέλθωμεν, πάντα τα προς ευαρέστησιν την σην και φρονούντες και πράττοντες. Συ γαρ ει ο φωτισμός των ψυχών και των σωμάτων ημών, Χριστέ ο Θεός, και σοι την δόξαν αναπέμπομεν, συν τω άναρχω σου Πατρί, και τω παναγίω και αγαθώ, και ζωοποιώ σου Πνεύματι, νυν, και αεί, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν


The reading of the Psalter calms the passions, and the reading of the Gospel consumes the tares of our sins; for the word of God is consuming fire. Starets Parfeny of Kiev-Caves Lavra

προσευχομενος_praying _Молитва _Προσευχη_prayer_proseyhi_Молитва__21%ce%b9%ce%b4jsGvUZvzt0EPsalm 118: 103 How sweet are thine oracles to my throat! more so than honey to my mouth! 
11 I have hidden thine oracles in my heart, that I might not sin against thee.
15 I will meditate on thy commandments, and consider thy ways.
16 I will meditate on thine ordinances: I will not forget thy words. 
140 Thy word [has been] very fully tried; and thy servant loves it.
173 Let thine hand be [prompt] to save me; for I have chosen thy commandments.
174 I have longed after thy salvation, O Lord; and thy law is my meditation.
Search the scriptures; for in them ye think ye have eternal life: and they are they which testify of me.  John , 5:  39

Starets Parfeny of Kiev-Caves Lavra

The reading of the Psalter calms the passions, and the reading of the Gospel consumes the tares of our sins; for the word of God is consuming fire. Once for forty days I read the Gospel for the salvation of a benefactor of mine and I saw in my sleep a field covered by tares. Suddenly there fell down fire from the heavens consumed the tares that covered the field, and the field remained clean. Puzzling over this vision, I heard a voice: the tares covering the field are the sins of the soul that benefited you; the fire that consumed them is the Word of God which you read for it.

Every blessed soul is simple, just, merciful, loving. Without pride. without guile, without pretensions, without suspicion, abstinent and fearful of God.

There is no limit to God’s Providence for us. He invisibly leads us. Nothing occurs without the will of God; for everything, there is ordained a day and hour. Put all your hope in God, and he will provide for you, but if you take care only of yourself, He will help you, but His all-acting Providence will withdraw from you.Μελέτη αγ.Γραφών_Study st. Bibl _Изучение Священное Писание-poslushnica_za_chteniem_psaltiri

St. Justin Popovich

“Life according to the Gospel, holy life, Divine life, that is the natural and normal life for Christians. For Christians, according to their vocation, are holy: That good tidings and commandment resounds throughout the whole Gospel of the New Testament[1]. To become completely holy, both in soul and in body, that is our vocation[2]. This is not a miracle, but rather the norm, the rule of faith. The commandment of the Holy Gospel is clear and most clear: as the Holy One who has called you is Holy, so be ye holy in all manner of life (1 Peter 1:15).”

Seed in Our Souls 

By reading the Bible you are adding yeast to the dough of your soul and body, which gradually expands and fills the soul until it has thoroughly permeated it and makes it rise with the truth and righteousness of the Gospel. 

In every instance, the Saviour’s parable about the sower and the seed can be applied to every one of us. The Seed of Divine Truth is given to us in the Bible. By reading it, we sow that seed in our own soul. It fails on the rocky and thorny ground of our soul, but a little also falls on the good soil of our heart—and bears fruit. 

And when you catch sight of the fruit and taste it, the sweetness and joy will spur you to clear and plow the rocky and thorny areas of your soul and sow it with the seed of the Word of God. Do you know when a man is wise in the sight of Christ the Lord? It is when he listens to His word and carries it out. The beginning of wisdom is to listen to God’s word: Whosoever heareth these sayings of mine, and doeth them, I will liken him unto a wise man. (Mt 7:24). 

Every word of the Saviour has the power and the might to heal both physical and spiritual ailments. Speak the word only, and my servant shall be healed. (Mt 8:8). The Saviour said the word—and the centurion’s servant was healed. 

Just as He once did, the Lord even now ceaselessly says His words to you, to me, and to all of us. But we must pause, and immerse ourselves in them and receive them, with the centurion’s faith. And a miracle will happen to us, and our souls will be healed just as the centurion’s servant was healed. For it is related in the Gospel that they brought unto him many that were possessed with devils: and he cast out the spirits with his word, and healed all that were sick. (Mt 8:16). 

He still does this today, because the Lord Jesus Christ the same yesterday, and today, and forever. (Heb 13:8). 

Beware! 

Those who do not listen to God’s words will be judged at the Dreadful Judgment, and it shall be more tolerable for the land of Sodom and Gomorrha in the day of judgment than for them. (Mt 10:14-15). 

Beware—at the Dreadful Judgment you will be asked to give an account for what you have done with the words of God, whether you have listened to them and kept them, whether you have rejoiced in them or been ashamed of them, the Lord will also be ashamed of you when He comes in the glory of His Father together with the holy angels: Whosoever therefore shall be ashamed of me and of my words in this adulterous and sinful generation; of him also shall the Son of man be ashamed, when He cometh in the glory of His Father with the holy angels. (Mk 8:38). 

There are few words of men that are not vain and idle. Thus there are few words for which we do not mind being judged. For every idle word that men shall speak, they shall give account thereof in the day of judgment. (Mt 12:36). 

In order to avoid this, we must study and learn the words of God from the Bible and make them our own; for God proclaimed them to men so that they might accept them, and by means of them also accept the Truth of God itself. 

The Prayer of the Holy Gospel

Priest (in a low voice): Shine in our hearts, O Master Who loves mankind, the pure light of Your divine knowledge, and open the eyes of our mind that we may comprehend the proclamations of Your Gospels. Instill in us also reverence for Your blessed commandments so that, having trampled down all carnal desires, we may lead a spiritual life, both thinking and doing all those things that are pleasing to You. For You, Christ our God, are the illumination of our souls and bodies, and to You we offer up glory, together with Your Father, Who is without beginning, and Your all-holy, good, and life-creating Spirit, now and forever and to the ages of ages. Amen.