Συναξάριον .
Τω αγίω και Μεγάλω Σαββάτω, την θεόσωμον Ταφήν και την εις Άδου Κάθοδον του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού εορτάζομεν, δι’ ων της φθοράς το ημέτερον γένος ανακληθέν, προς αιωνίαν ζωήν μεταβέβηκε»
Στίχ.
Μάτην φυλάττεις τον τάφον, κουστωδία.
Ου γαρ καθέξει τύμβος αὐτοζωΐαν.
Ομιλία
Σχετικά για την μεγάλη επιθυμία του Θεού
Αγίου Νικολάι Βελιμίροβιτς
“ος πάντας ανθρώπους θέλει σωθηναι” (1 Τιμόθεο 2: 4).
Ο Θεός θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι, γι ‘αυτό κατέβηκε στον Άδη για να σώσει εκείνους που έζησαν στη γη πριν από την έλευσή Του. Διότι, αν δεν κατέβαινε στον Άδη, ένας τεράστιος αριθμός δικαίων ψυχών θα είχε χαθεί για πάντα. Επιπλέον, αν δεν κατέβαινε στον Άδη, στο κέντρο του κακού εναντίον του Θεού και του ανθρωπίνου γένους, ο Άδης θα είχε παραμείνει άτρωτος.
Επομένως, οι δύο λόγοι που ώθησαν τον Χριστό, τον Χορηγό της Ζωής, να κατέβει στον Άδη είναι: πρώτον, να καταστρέψει τη φωλιά των δυνάμεων του Άδη και, δεύτερον, να φέρει από τον Άδη στον Ουρανό, τις ψυχές των προπατόρων, προφητών και δικαίων ανδρών και γυναικών, που είχαν εκπληρώσει την Παλαιά Διαθήκη (τον Παλαιό Νόμο του Θεού) και ευαρέστησαν τον Θεό.
Πριν προλάβει ο σατανάς να κοιτάξει χαρούμενος τον Χριστό ταπεινωμένο και άψυχο στον Σταυρό, ο Χριστός εμφανίστηκε ολοζώντανος και παντοδύναμος στη μέση του Άδη, στην πρωτεύουσα κατοικία του σατανά. Τι απροσδόκητο και τρομερό γεγονός για τον σατανά! Τρία χρόνια ο σατανάς έστηνε παγίδες ενάντια του Χριστού στη γη και, μέσα σε τρεις ημέρες, δες, ο Χριστός συνέτριψε το βασίλειο του σατανά και πήρε τα πιο πολύτιμα λάφυρα, ένα σμήνος δικαίων ψυχών.
Ω Κύριε, θέλεις να σωθούν όλοι οι άνθρωποι. Σε ικετεύουμε, σώσε και εμάς. Διότι δεν υπάρχει σωτηρία ούτε Σωτήρας έξω από Σένα. Εις Σε ελπίζουμε, Σε μόνον λατρεύουμε, Σε προσκυνούμεν, συν τω Πατρι και τω Αγίω Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ότι Σοι πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ο Πρόλογος της Οχρίδας: του Αγίου Νικολάι Βελιμίροβιτς
http://prologue.orthodox.cn/April3.htm
Άγιος Σωφρόνιος του Έσσεξ
Το να είναι κάποιος χριστιανός σημαίνει να πιστεύη στην ανάσταση των νεκρών· να ελπίζη στην υιοθεσία μας από τον ουρανίο Πατέρα· να αποδέχεται τη θεία μορφή της υπάρξεως· να γίνεται με τη δωρεά της Πατρικής αγάπης ό,τι Αυτός ο Ίδιος είναι κατά την ουσίαν Του, δηλαδή θεός. Τέτοιες είναι οι υποσχέσεις του Θεού και Πατρός σε μας που πιστεύουμε στον Χριστό Ιησού ως τον Μονογενή και ομοούσιον Υιό του Πατρός. Είναι μεγάλη αμαρτία να μειώσουμε την εν Πνεύματι Αγίω αποκάλυψη που μας δόθηκε για τον Ανθρώπο, για τον τρόπο με τον οποίο συνελήφθη ο Άνθρωπος στον νου του Θεού, πριν ακόμη δημιουργηθεί ο ορατός αυτός κόσμος. Η τιμωρία για την αμαρτία αυτή – της απιστίας στην ανάσταση – έχει ιδιαίτερο χαρακτήρα. Αποτελεί την ιδία μας την αυτοκαταδίκη: Απορρίπτουμε το δώρο του Δημιουργού μας. Γιατί όμως το απορρίπτουμε; Κυρίως και προ πάντων, γιατί η Πατρική Δωρεά αποκτάται με μεγάλο κόπο και πολλά παθήματα…
***
Η αγάπη του Χριστού εμπνέει ελεήμονα προσευχή για όλους τους ανθρώπους, στην οποία συμμετέχουν και η ψυχή και το σώμα. Βαστάζοντας μέσα σε τέτοια προσευχή τις θλίψεις για τις αμαρτίες του αδελφού, γινόμαστε κοινωνοί των κοσμοσωτηρίων παθών του Κυρίου: «… Χριστός … περί των αμαρτιών (ημών) έπαθε, δίκαιος υπέρ αδίκων … Έπαθεν υπέρ ημών, ημίν υπολιμπάνων υπογραμμόν, ίνα επακολουθήσωμεν τοις ίχνεσιν Αυτού» (πρβλ. Α’ Πέτρ. 3,18 και 2,21). Η συσταύρωση μαζί Του είναι δώρο του Αγίου Πνεύματος. Ευαρεστείται ο ουράνιος Πατέρας μας, όταν πάσχουμε βλέποντας την κακοπάθεια των αδελφών μας. Κατά το πνεύμα της εντολής «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν» οφείλουμε να συμπάσχουμε ο ένας για τον άλλο. Είναι απαραίτητο να δημιουργηθεί κατά κάποιον τρόπο αλληλοκάλυψη ευθυνών, που θα μας ενώσει όλους ενώπιον του προσώπου του Θεού του Δημιουργού μας.
Όπως ο ήλιος εκπέμπει τις ακτίνες του προς όλες τις κατευθύνσεις, γεμίζοντας με θερμότητα και φως το διάστημα που τον περιβάλλει, έτσι και το Φως και η θερμότητα της αγάπης του Χριστού εξαφανίζουν κάθε περιορισμό και οδηγούν το πνεύμα μας στην απειροτητα.
Ποιος θα με διδάξη να πορευθώ προς Αυτόν δια της ευθείας οδού και να μη χάσω χρόνο περιπλανώμενος σε ξένους δρόμους;..
Υπήρξαν στιγμές, κατά τις οποίες, καθώς πιστεύω, ο Θεός με συνέτιζε. Θα αναφέρω μερικά παραδείγματα, τα οποία έθεσαν την σφραγίδα τους επάνω μου και έγιναν οι θεμέλιοι λίθοι της ζωής μου…
Να ένα από αυτά που έζησα: Αυτό συνέβη στη Γαλλία, γύρω στο έτος 1925, προ αναχωρήσω για τον Άθω. Επί μακρόν προσηυχόμουν με κλάμα στον Θεό: «Βρες μέσο να σώσεις τον κόσμον· όλους εμάς, τους διεφθαρμένους και άξεστους». Ιδιαιτέρα θερμή ήταν η προσευχή για τους «μικρούς τούτους», για τους πτωχούς και εξουθενημένους. Προς το τέλος της νύκτας, όταν ήδη εξαντλούνταν οι δυνάμεις μου, ταράζοταν για κάποιον χρόνο η προσευχή μου από τη σκέψη που μου ερχόταν: «Εάν εγώ έτσι, με όλη τη δύναμη της καρδίας μου, συμπάσχω μαζι με την ανθρωπότητα, πώς να θεωρήσω δυνατόν ότι ο Θεός βλέπει αδιάφορα την ταλαιπωρία πολλών εκατομμυρίων ανθρώπων που πλάσθηκαν από Αυτόν; Γιατί Αυτός επιτρέπει τις αμέτρητες βιαιότητες στον κόσμο;». Έτσι στρεφόμουν προς Αυτόν με την παράφρονη ερώτηση: «Πού είσαι Συ;» … Σε απάντηση άκουσα στην καρδία μου τα λόγια: «Μήπως συ σταυρώθηκες γι’ αυτούς;» … Οι πράοι αυτοί λόγοι που αντήχησαν με το Πνεύμα στην καρδία μου με συγκλόνισαν: Ο Σταυρωθείς μου απάντησε ως Θεός.
Αρχιμ. Σωφρονίου Σαχάρωφ, Περί Προσευχής, έκδ. Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας, σελ.29, 38, 51-52.
***
Ένδοξη στην αιωνιότητα η αγάπη του Χριστού, ενώ στα γήινα επίπεδα εκδηλώνεται με μεγάλο πόνο. Κανένας δεν γνώρισε τόσο πόνο όπως τον αισθάνθηκε ο Χριστός. Κατέβηκε στην κόλαση, στην πιο οδυνηρή κόλαση, την κόλαση της αγάπης. Αυτή είναι μια σφαίρα υπάρξεως που γίνεται κατανοητή μόνο με πνευματική αγάπη. Το πόσο όμως μπορούμε να διεισδύσομε στο μυστήριο εξαρτάται από το μέτρο της αγάπης που μας δωρήθηκε και από την άνωθεν γνώση. Είναι βασικό να έχομε πείρα, έστω και μια φορά, της ουράνιας φωτιάς που ο Χριστός έφερε μαζί του. Είναι βασικό να γνωρίζομε με όλο μας το είναι, έστω και για λίγο, τί είναι το καθ’ ομοίωση Χριστού. «Και γενόμενος εν αγωνία εκτενέστερον προσηύχετο, εγένετο δε ο ιδρώς αυτού ωσεί θρόμβοι αίματος καταβαίνοντες επί την γην» (Λουκ. 22,44). Αυτοί που αγνοούν μια τέτοια αγάπη και αυτοί που δεν επιθυμούν να τη γνωρίσουν, ας μην εκφράσουν γνώμη για το Χριστό. Κανένας μην τολμήσει στην ανοησία του να ταπεινώσει την εμφάνιση του Χριστού ανάμεσά μας, του μόνου αθάνατου βασιλιά, και τελικά καταντροπιασμένος να ανακράξει «τοις όρεσι και ταις πέτραις· πέσατε εφ’ ημάς και κρύψατε ημάς από του προσώπου του καθημένου επί του θρόνου» (Αποκ. 6,16).
Γνωρίζομε από την πείρα ότι η ψυχή μπορεί να τραυματιστεί πιο τρομερά παρά το σώμα. Και αν αυτό συμβαίνει με την ψυχή στη γήινη διάσταση της, τί πρέπει να συμβεί με την ψυχή σαν πνεύμα που ζητά την αιωνιότητα;…
Αφού κυριαρχηθούμε από την αποστροφή για το κακό που έχουμε μέσα μας, θα πεινάμε και θα διψάμε το καθ’ ομοίωση Θεού με άγια ταπεινότητα· σ’ αυτή την αναμονή βρίσκεται ο σπόρος της αγιότητας. Η συνεχώς αυξανόμενη αγάπη για το Χριστό οδηγεί φυσικά στην εμπειρία της ομοιώσεως προς αυτόν και ένα ακατάληπτο πανόραμα θα απλωθεί μπροστά στα μάτια μας. Οι θλίψεις του κόσμου θα μας πικραίνουν σοβαρά. Θα λησμονήσουμε το σώμα μας και το πνεύμα μας και κατά το δυνατό θα ζούμε την προσευχή του Χριστού στη Γεθσημανή. Αυτή είναι η αρχή της γνώσεως του Χριστού, μπροστά στην εξοχότητα της οποίας ο απόστολος Παύλος θεωρούσε όλα τα υπόλοιπα σκύβαλα.
Για να κερδίσει κανείς το Χριστό και να κατορθώσει να περάσει στην ανάσταση των νεκρών, πρέπει να είναι έτοιμος να περιφρονήσει όλα τα υπόλοιπα.
Πρέπει να διώξουμε τον φόβο και την ολιγοψυχία και πνευματικά ν’ ακολουθήσουμε το Χριστό για να μπορέσουμε να κληρονομήσουμε την αιώνια ζωή. Παίρνοντας μέρος στις θλίψεις της Θείας αγάπης του, μπορούμε κι εμείς ν’ αποκτήσουμε πνευματικά λίγη πείρα του θανάτου του και της δυνάμεως της αναστάσεως του.
Αν δεν υπάρχει ανάσταση, οι χριστιανοί είναι οι «ελεεινότεροι» του κόσμου λέει ο Απόστολος Παύλος. Γιατί; Διότι η αγάπη του Χριστού είναι πάντοτε σ’ αυτόν τον κόσμο σταυρωμένη. Η ζωή μας θα είναι μια αδιάκοπη οδύνη, μέχρις ότου ο κόσμος σωθεί εξ ολοκλήρου.
Είναι ζωτική ανάγκη όλοι σήμερα να στερεώσουμε την πίστη στην αιώνια νίκη του Χριστού, ώστε και εμείς οι ίδιοι να μπορέσουμε να γίνομε πνευματικά ανίκητοι.
Εκεί στη βασιλεία του Πατέρα και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, πρέπει να κατοικεί ο νους μας. Πρέπει να διψάμε και να πεινάμε την είσοδο μας σ’ αυτή την εξαίσια Βασιλεία. Τότε θα υπερνικήσουμε μέσα μας την αμαρτία της αρνήσεως της αγάπης του Πατέρα, όπως αυτή μας αποκαλύφτηκε από τον Υιό (Ιωάν. 8,24).
Επιθυμούμε να κάνουμε τη Ζωή Του ζωή μας και να λάβουμε το Χριστό να κατοικήσει μέσα μας. Σ’ αυτό το σημείο βρίσκεται η έννοια της θεώσεως.
Η Προσευχή της Γεθσημανής, Απόσπασμα από το βιβλίο «Η ζωή Του ζωή μου», του Αρχιμανδρίτου π. Σωφρονίου Σαχάρωφ
ΩΡΑ Θʹ της Αγίας και Μεγάλης Παρασκευή
Προκείµενον. Ήχος δʹ
Είπεν άφρων εν καρδία αυτού· Ουκ έστι Θεός. Διεφθάρησαν και εβδελύχθησαν εν επιτηδεύµασιν
Στιχ. Ουκ έστι ποιων χρηστότητα, ουκ έστιν έως ενός.
Προφητείας Ιερεμίου το Ανάγνωσμα
(Κεφ. ΙΑ’, 18-23 ΙΒ’ 15, 9-11 14-15)
Κύριε, γνώρισόν μοι, και γνώσομαι. Τότε είδον τα επιτηδεύματα αυτών, εγώ δε ως αρνίον άκακον αγόμενον του θύεσθαι, ουκ έγνων, επ’ εμέ ελογίσαντο λογισμόν πονηρόν, λέγοντες. Δεύτε, και εμβάλωμεν ξύλον εις τον άρτον αυτού, και εκτρίψωμεν αυτόν από γης ζώντων, και το όνομα αυτού ου μη μνησθή έτι. Κύριε των δυνάμεων, κρίνων δίκαια, δοκιμάζων νεφρούς και καρδίας, ίδοιμι την παρά σού εκδίκησιν εν αυτοίς! ότι προς σε απεκάλυψα το δικαίωμά μου. Διά τούτο τάδε λέγει Κύριος επί τους άνδρας Αναθώθ, τους ζητούντας την ψυχήν μου, τους λέγοντας· ου μη προφητεύσης επί τω ονόματι Κυρίου, ει δε μη, αποθάνη εν ταίς χερσίν ημών. Ιδού εγώ επισκέψομαι επ’ αυτούς, οι νεανίσκοι αυτών εν μαχαίρα αποθανούνται, και οι υιοί αυτών και αι θυγατέρες αυτών τελευτήσουσιν εν λιμώ, και εγκατάλειμμα ουκ έσται αυτών, ότι επάξω κακά επί τους κατοικούντας εν Αναθώθ, εν ενιαυτώ επισκέψεως αυτών. Δίκαιος ει Κύριε, ότι απολογήσομαι προς σε, πλην κρίματα λαλήσω προς σε. Τι ότι οδός ασεβών ευοδούται; ευθήνησαν πάντες οι αθετούντες αθετήματα; εφύτευσας αυτούς, και ερριζώθησαν, ετεκνοποιήσαντο, και εποίησαν καρπόν, εγγύς ει συ του στόματος αυτών, και πόρρω από των νεφρών αυτών. Και συ, Κύριε, γινώσκεις με, οίδάς με, και δεδοκίμακας την καρδίαν μου εναντίον σου, άθροισον αυτούς ώσπερ πρόβατα εις σφαγήν, άγνισον αυτούς εις ημέραν σφαγής αυτών, έως πότε πενθήσει η γη, και πας ο χόρτος του αγρού ξηρανθήσεται από κακίας των κατοικούντων εν αυτή; ηφανίσθησαν κτήνη και πετεινά, ότι είπαν· ουκ όψεται ο Θεός οδούς ημών, σού οι πόδες τρέχουσι, και εκλύουσί σε. Συναγάγετε πάντα τα θηρία του αγρού, και ελθέτωσαν του φαγείν αυτήν. Ποιμένες πολλοί διέφθειραν τον αμπελώνά μου, εμόλυναν την μερίδα μου, έδωκαν την μερίδα την επιθυμητήν μου εις έρημον άβατον, ετέθη εις αφανισμόν απωλείας, ότι τάδε λέγει Κύριος περί πάντων των γειτόνων των πονηρών, των απτομένων της κληρονομίας μου, ης εμέρισα τω λαώ μου τω Ισραήλ. Ιδού εγώ αποσπώ αυτούς από της γης αυτών, και τον Ιούδαν εκβαλώ εκ μέσου αυτών, και έσται μετά το εκβαλείν με αυτούς, επιστρέψω και ελεήσω αυτούς, και κατοικιώ αυτούς, έκαστον εις την κληρονομίαν αυτού, και έκαστον εις την γην αυτού.
***
Ο Άγιος Επιφανίος, Αρχιεπίσκοπος Κύπρου (4ος – 5ος αι.), στον συγκλονιστικό λόγο του στη θεόσωμη ταφή του Κυρίου, αρχίζει και επαναλαμβάνει την φράση: «δος μοι τούτον τον ξένον»:
Παίρνοντας αφορμή από την ευαγγελική διήγηση, την ώρα, που ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας προσέρχεται στον Πιλάτο για να ζητήση το πανακήρατο Σώμα του Ιησού για να το ενταφιάσει, και βάζει στο στόμα του τα εξής υπέροχα λόγια:
Δος μοι τούτον τον ξένον
Γεωργίου Ακροπολίτου. Ήχος πλ. α´.
Τον ήλιον κρύψαντα τας ιδίας ακτίνας, και το καταπέτασμα του ναού διαρραγέν, τω του Σωτήρος θανάτω, ο Ιωσήφ θεασάμενος, προσήλθε τω Πιλάτω και καθικετεύει λέγων· δος μοι τούτον τον ξένον, τον εκ βρέφους ως ξένον ξενωθέντα εν κόσμω·
δος μοι τούτον τον ξένον, ον ομόφυλοι μισούντες θανατούσιν ως ξένον·
δος μοι τούτον τον ξένον, ον ξενίζομαι βλέπειν του θανάτου το ξένον·
δος μοι τούτον τον ξένον, όστις οίδεν ξενίζειν τους πτωχούς τε και ξένους·
δος μοι τούτον τον ξένον, ον Εβραίοι τω φθόνω απεξένωσαν κόσμω·
δος μοι τούτον τον ξένον, ίνα κρύψω εν τάφω, ος ως ξένος ουκ έχει την κεφαλήν που κλίναι·
δος μοι τούτον τον ξένον, ον η Μήτηρ καθορώσα νεκρωθέντα εβόα·
Ω Υιέ και Θεέ μου, ει και τα σπλάγχνα τιτρώσκομαι, και καρδίαν σπαράττομαι, νεκρόν σε καθορώσα, αλλά τη Ση Αναστάσει θαρρούσα μεγαλύνω. Καί τούτοις τοίνυν τοις λόγοις δυσωπών τον Πιλάτον ο ευσχήμων λαμβάνει του Σωτήρος το σώμα, ο και φόβω εν σινδόνι ενειλήσας και σμύρνη, κατέθετο εν τάφω τον παρέχοντα πάσι ζωήν αιώνιον και το μέγα έλεος.
Μεταγραφή στην νεοελληνική
Τον ήλιο που έκρυψε τις ίδιες του τις ακτίνες και το καταπέτασμα του ναού που διερράγη, λόγω του θανάτου του Σωτήρος, ο Ιωσήφ όταν (τα) είδε, προσήλθε στον Πιλάτο και θερμά ικετεύει λέγοντας:
Δώσε μου τούτο τον ξένο, που από βρέφος σαν ξένος φιλοξενήθηκε στον κόσμο.
Δώσε μου τούτο τον ξένο, που οι ομόφυλοι από μίσος τον θανατώνουν σαν ξένο.
Δώσε μου τούτο τον ξένο, που παραξενεύομαι να βλέπω του θανάτου το (παρά)ξενο.
Δώσε μου τούτο τον ξένο, που ήξερε να φιλοξενεί τους πτωχούς και τους ξένους.
Δώσε μου τούτο τον ξένο, που οι Εβραίοι από φθόνο τον απεξένωσαν από τον κόσμο.
Δώσε μου τούτο τον ξένο, για να κρύψω σε τάφο, που σαν ξένος δεν είχε που να γείρει το κεφάλι.
Δώσε μου τούτο τον ξένο, που βλέποντάς τον νεκρό η Μητέρα φώναζε: Ω, Υιέ μου και Θεέ μου, αν και στα σπλάχνα πληγώνομαι και στην καρδιά σπαράζω που σε βλέπω νεκρό, αλλά αναθαρρώντας από την ανάστασή σου, δοξάζω.
Και με τούτα τα λόγια ικετεύοντας τον Πιλάτο ο άρχοντας λαμβάνει του Σωτήρος το σώμα, που και με φόβο το τύλιξε σε σεντόνι και σε σμύρνα και το έβαλε σε τάφο, αυτόν που παρέχει σε όλους ζωή αιώνια και το μεγάλο έλεος.
«Τον ήλιον κρύψαντα…» από τον Γ. Κωνσταντίνου.
https://www.youtube.com/watch?v=ToL0JMbGlBA
«Τον ήλιον κρύψαντα… Δος μοι τούτον τον ξένον…» Χορός΄Τρίκκης Μελωδοί’
https://www.youtube.com/watch?v=PTGYFA36F3c
Give me this stranger-Δος μοι τούτον τον ξένον – أعطني هذا الغريب
https://www.youtube.com/watch?v=5cDX4vDmDYE
Ήχος α’
Την παγκόσμιον δόξαν, την εξ ανθρώπων σπαρείσαν και τον Δεσπότην τεκούσαν, την επουράνιον πύλην, υμνήσωμεν Μαρίαν την Παρθένον, των ασωμάτων το άσμα και των πιστών το εγκαλλώπισμα, Αύτη γάρ ανεδείχθη ουρανός, και ναός της θεότητος, αύτη, το μεσότοιχον της έχθρας καθελούσα, ειρήνην αντεισήξε, και το βασίλειον ηνέωξε, Ταύτην ούν κατέχοντες, της πίστεως την άγκυραν, υπέρμαχον έχομεν, τον εξ αυτής τεχθέντα Κύριον, θαρσείτω τοίνυν, θαρσείτω λαός του Θεού, και γάρ αυτός πολεμήσει τους εχθρούς ως παντοδύναμος.
Ήχος βαρύν
Ανάστα, ο Θεός, κρίνον την γην, ότι συ κατακληρονομήσεις εν πάσι τοις έθνεσι.
Ύμνος των Αγίων τριών Παίδων
Ἦχος αʹ.
Τον Κύριον υμνείτε, και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας.
Ευλογείτε, πάντα τα έργα Κυρίου, τον Κύριον, υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας.
Τον Κύριον υμνείτε, και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας.
Ευλογείτε, άγγελοι Κυρίου, ουρανοί Κυρίου, τον Κύριον.
Τον Κύριον υμνείτε, και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας.
Ευλογείτε, ύδατα τα υπεράνω τον ουρανόν, πάσαι αι Δυνάμεις Κυρίου, τον Κύριον.
Τον Κύριον υμνείτε, και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας.
Ευλογείτε, ήλιος και σελήνη, άστρα του ουρανού, τον Κύριον.
Τον Κύριον υμνείτε, και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας.
Ευλογείτε, φως και σκότος, νύκτες και ημέραι, τον Κύριον.
Τον Κύριον υμνείτε, και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας.
Ευλογείτε, πυρ και καύμα, ψύχος και καύσων, τόν Κύριον.
Τον Κύριον υμνείτε, και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας.
Ευλογείτε, πάχναι και χιόνες, αστραπαί και νεφέλαι τον Κύριον.
Τον Κύριον υμνείτε, και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας.
Ευλογείτε, πηγαί, θάλασσα, και ποταμοί, κήτη, και πάντα τα κινούμενα εν τοις ύδασι, τον Κύριον.
Τον Κύριον υμνείτε, και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας.
Ευλογείτε, Ιερείς Κυρίου, δούλοι Κυρίου, τον Κύριον.
Τον Κύριον υμνείτε, και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας.
Ευλογείτε, Ανανία, Αζαρία, και Μισαήλ, τον Κύριον.
Τον Κύριον υμνείτε, και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας.
Ευλογείτε, Απόστολοι, Προφήται, και Μάρτυρες Κυρίου, τον Κύριον.
Τον Κύριον υμνείτε, και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας.
Ευλογούμεν Πατέρα Υιόν, και Άγιον Πνεύμα τον Κύριον.
Τον Κύριον υμνούμεν, και δοξολογούμεν εις πάντας τους αιώνας.
Αινούμεν, ευλογούμεν, και προσκυνούμεν τον Κύριον.
Τον Κύριον υμνούμεν, και δοξολογούμεν εις πάντας τους αιώνας.