iconandlight

Iconography and Hand painted icons

Κι αν δεν έχεις τίποτα, δάκρυσε. Αγιος Γρηγοριος Θεολογος

Leave a comment

ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΜΟΣ 5 ΑΡΤΩΝΔώσε κάτι, έστω και ελάχιστο, σ΄ εκείνον που έχει ανάγκη. Αντί για μεγάλη προσφορά, δώσε την προθυμία σου. Κι αν δεν έχεις τίποτα, δάκρυσε.
Αγιος Γρηγοριος Θεολογος

Τίποτα δν εναι το Θεο ἐὰν δν χει γάπη κα χαρά! (Γέρων Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ)

Καθώς  βάδιζα βλέπω κατά σύμπτωση ένα κουρελιάρη φτωχό που πάνω από το κεφάλι του -τι θαύμα!- στεκόταν η μορφή του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Εκεί που προχωρούσε ο φτωχός τον συνάντησε κάποιος ελεήμων και του έδωσε ένα κομμάτι ψωμί. Μόλις λοιπόν άπλωσε το χέρι του ο φιλόπτωχος εκείνος προς το ζητιάνο, άπλωσε και ο Κύριος το χέρι του από την εικόνα, πήρε το ψωμί και τον ευχαρίστησε. Έπειτα το έδωσε στον φτωχό. Ούτε αυτός όμως ούτε κι ο ελεήμων κατάλαβαν τίποτε.
Θαύμασα και πίστεψα. Από τότε ήξερα ότι όποιος δίνει στους αδελφούς ότι έχουν ανάγκη, το βάζει πραγματικά στα χέρια του Χριστού. Αυτή την εικόνα του Χριστού τη βλέπω να στέκεται πάνω από όλους τους φτωχούς και για αυτό με δέος ασκώ όσο μπορώ, την αρετή της ελεημοσύνης που τόσο ευχαριστεί τον Κύριο”.
(Άγιος Νήφων Κωνσταντιανής)

 Ο  Γέροντας Ιερώνυμος έλεγε: «Εγώ θυσιάζω τον εαυτό μου για όποιον προσεύχομαι, δεν μπορώ να προσεύχομαι και να μη θυσιάζω από τον εαυτό μου. Θεωρώ πως η προσευχή εκείνη που γίνεται χωρίς να ματώνει η καρδιά από αγάπη και πόνο, δεν φτάνει στο Θεό. Γι’ αυτό λιώνω στην προσευχή και δεν έχω αντοχή μετά να μιλήσω σε άνθρωπο.

Έλεγε ο αββάς Αγάθων:«Αν γινόταν να βρω ένα λεπρό και να του δώσω το δικό μου σώμα και να πάρω το δικό του, ευχαρίστως θα το έκαμνα. Γιατί αυτή είναι η τέλεια αγάπη».

Ο Άγιος Σιλουάνος προσηύχετο συχνά ως εξής: -Ω Κύριε, δώσε μου δάκρυα, για να κλαίει η ψυχή μου ημέρα και νύκτα από αγάπη για τον αδελφό!

Ευσπλαχνία και με ένα βλέμμα.Ελληνας δημοσιογράφος, που βρέθηκε στην Αμερική, διηγείται τα εξης: Στο υπόγειο του μετρό της Ν. Υόρκης, καθόταν μια κοπέλα σε άθλια κατάσταση, ζητώντας ελεημοσύνη. Ο δημοσιογράφος της πλησίασε. Την κοίταξε με συμπόνοια. Και έδωσε τον οβολό του. «Σ’ ευχαριστώ που γύρισες να με κοιτάξεις», του είπε. Δεν είπε: «σε ευχαριστώ που μου έδωσες κάτι», αλλά «που γύρισες να με κοιτάξεις.

Κάποιος από τους Πατέρες πήγε στην πόλη να πουλήσει το εργόχειρό του. Εκεί είδε έναν φτωχό που ήταν γυμνός, και επειδή τον σπλαχνίστηκε, του χάρισε το επανωφόρι του. Ο φτωχός όμως πήγε και το πούλησε. Όταν το έμαθε αυτό ο Γέροντας, λυπήθηκε και μετάνιωσε που του έδωσε το ένδυμα.
Εκείνη τη νύχτα παρουσιάστηκε στον Γέροντα -σε όνειρο-ο Χριστός, φορώντας το επανωφόρι. Του λέει:
«Μη λυπάσαι, να, φορώ αυτό που μου έχεις δώσει».

Την ημέρα που θα λυπηθείς για κάποιον άνθρωπο, ο οποίος ασθενεί ψυχικά ή σωματικά, εκείνη την ημέρα θεώρησε τον εαυτό σου μάρτυρα, και ότι έπαθες για τον Χριστό, και αξιώθηκες την ομολογία Του.Άγιος Ισαάκ ο Σύρος

Προσευχόμεθα υπέρ των ζώντων και των μεταστάντων και τους μνημονεύουμε με τα ονόματά τους, για να δείξουμε, ότι τους αγαπάμε με όλη μας την καρδιά. Γιατί δεν είμαστε απλώς συγγενείς ή φίλοι ή γνωστοί, αλλά «αλλήλων μέλη». Μέλη της Μιάς Εκκλησίας. Του Ενός Μυστικού Σώματος του Χριστού.
Υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα στη μηχανική και απαθή μνημόνευση των ονομάτων και στην ολοκάρδια προσευχή. Το ένα απέχει από τον άλλο, όσο ο ουρανός από τη γη.
Η προσευχή πρέπει να είναι ειλικρινής εκδήλωση αγάπης. Η αγάπη είναι η πρώτη και μεγάλη εντολή. Γι’ αυτό ο Θεός τη δέχεται. Και γι’ αυτό την περιμένει! Η αγάπη για τους ζώντες και κεκοιμημένους αδελφούς μας είναι χρέος. Το πρώτο από όλα. Κάθε λέξη στην προσευχή, κάθε λέξη που πηγάζει από τα βάθη της καρδιάς, έχει πολλή δύναμη: «Πολύ ισχύει δέησις δικαίου ενεργουμένη», λέγει η Αγία Γραφή.
Και αν έχει τόση μεγάλη σημασία η μνημόνευση των ονομάτων ζώντων και κεκοιμημένων σε οποιαδήποτε προσευχή, πόσο μεγαλύτερη σημασία και αξία έχει, όταν μνημονεύονται τα ονόματα στην ιερότερη προσευχή, στη Θεία Λειτουργία; Στη Θεία Λειτουργία ο ιερέας επισφραγίζει τη μνημόνευση των ονομάτων ζώντων και κεκοιμημένων με τα λόγια «Απόπλυνον, Κύριε, τα αμαρτήματα των ενθάδε μνημονευθέντων δούλων Σου τω αίματί Σου τω αγίω».
Αγίου Ιωάννου της Κροστάνδης

Γεμίζοντας από την ευαγγελική διδασκαλία και προσπαθώντας να ζήσουμε σύμφωνα με αυτήν, πρέπει να έχουμε αγάπη και έλεος για την άθλια ανθρωπότητα των ήμερων μας. Προφανώς ποτέ δεν υπήρχαν άνθρωποι πιο δυστυχισμένοι από τούς ανθρώπους των ήμερων μας – έστω και με όλες τις εξωτερικές ευκολίες και ανέσεις πού ή κοινωνία μας ,μας παρέχει. Οι άνθρωποι υποφέρουν και πεθαίνουν από την έλλειψη Θεού – και μπορούμε να βοηθήσουμε προσφέροντάς τους τον Θεό. Ή αγάπη των πολλών έχει αληθινά ψυχρανθεί στις μέρες μας, αλλά ας μην παγώσουμε κι εμείς. Εφόσον μας στέλνει ό Χριστός την χάρη Του και θερμαίνει τις καρδιές μας, δεν χρειάζεται να είμαστε ψυχροί».Π. ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΡΟΟΥΖ

Η αληθινή αγάπη πληροφορεί τον άλλον χωρίς εξωτερικές εκδηλώσεις. Αγάπη είναι να ακούσεις με πόνο την στενοχώρια του άλλου.Αγάπη είναι κι ένα βλέμμα πονεμένο κι ένας λόγος που θα πεις με πόνο στον άλλον, όταν αντιμετωπίζει κάποια δυσκολία. Αγάπη είναι να συμμερισθείς τη λύπη του, να τον αναπαύσεις στη δυσκολία του. Αγάπη είναι να σηκώσεις έναν βαρύ λόγο που θα σου πει. Όλα αυτά βοηθούν περισσότερο από τα πολλά λόγια και τις εξωτερικές εκδηλώσεις.γέροντας Παΐσιος

Καμία άλλη αρετή δεν μας κάνει τόσο όμοιους με τον Θεό όσο η αγάπη και η συμπάθεια και η ευσπλαχνία .Μας κάνει κατά χάριν θεούς…Από τον Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο, το μέγα απόστολο της αγάπης, έχουμε μάθει ότι η αγάπη είναι πλήρωμα όλου του νόμου.Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας

ascens

Με την πρώτη ματιά έβλεπε κανείς απλώς μια γριούλα. Έσερνε τα βήματά της στο χιόνι, μόνη, παρατημένη, με σκυμμένο κεφάλι.
Όσοι περνούσαν από το πεζοδρόμιο της πόλης αποτραβούσαν το βλέμμα τους, για να μη θυμηθούν ότι τα βάσανα και οι πόνοι δεν σταματούν όταν γιορτάζουμε Χριστούγεννα. Ένα νέο ζευγάρι μιλούσε και γελούσε με τα χέρια γεμάτα από ψώνια και δώρα και δεν πρόσεξαν τη γριούλα. Μια μητέρα με δυο παιδιά βιάζονταν να πάνε στο σπίτι της γιαγιάς. Δεν έδωσαν προσοχή. Ένας παπάς είχε το νου του σε “ουράνια θέματα” και δεν την πρόσεξε.

Αν πρόσεχαν όλοι αυτοί, θα έβλεπαν ότι η γριά δεν φορούσε παπούτσια. Περπατούσε ξυπόλητη στον πάγο και το χιόνι. Με τα δυο της χέρια η γριούλα μάζεψε το χωρίς κουμπιά παλτό της στο λαιμό. Φορούσε ένα χρωματιστό φουλάρι στο κεφάλι· σταμάτησε στη στάση σκυφτή και περίμενε το λεωφορείο. Ένας κύριος που κρατούσε μια σοβαρή τσάντα περίμενε κι αυτός στη στάση, αλλά κρατούσε μια απόσταση. Μια κοπέλα περίμενε κι αυτή, κοίταξε πολλές φορές τα πόδια τής γριούλας, δεν μίλησε.

Ήρθε το λεωφορείο και η γριούλα ανέβηκε αργά και με δυσκολία. Κάθισε στο πλαϊνό κάθισμα, αμέσως πίσω από τον οδηγό. Ο κύριος και η κοπέλα πήγαν βιαστικά προς τα πίσω καθίσματα. Ο άντρας που καθόταν δίπλα στη γριούλα στριφογύριζε στο κάθισμα κι έπαιζε με τα δάχτυλά του. «Γεροντική άνοια», σκέφτηκε. Ο οδηγός είδε τα γυμνά πόδια και σκέφτηκε: «Αυτή η γειτονιά βυθίζεται όλο και πιο πολύ στη φτώχεια. Καλύτερα να με βάλουν στην άλλη γραμμή, της λεωφόρου». Ένα αγοράκι έδειξε τη γριά. «Κοίταξε, μαμά, αυτή η γριούλα είναι ξυπόλυτη». Η μαμά ταράχτηκε και του χτύπησε το χέρι. «Μη δείχνεις τους ανθρώπους, Αντρέα! Δεν είναι ευγενικό να δείχνεις». «Αυτή θα έχει μεγάλα παιδιά», είπε μια κυρία που φορούσε γούνα. «Τα παιδιά της πρέπει να ντρέπονται». Αισθάνθηκε ανώτερη, αφού αυτή φρόντισε τη μητέρα της.

Μια δασκάλα στη μέση του λεωφορείου στερέωσε τα δώρα που είχε στα πόδια της. «Δεν πληρώνουμε αρκετούς φόρους, για να αντιμετωπίζονται καταστάσεις σαν αυτές;» είπε σε μια φίλη της που ήταν δίπλα της. «Φταίνε οι δεξιοί», απάντησε η φίλη της. «Παίρνουν από τους φτωχούς και δίνουν στους πλούσιους». «Όχι, φταίνε οι άλλοι», μπήκε στη συζήτηση ένας ασπρομάλλης. Με τα προγράμματα πρόνοιας κάνουν τους πολίτες τεμπέληδες και φτωχούς». «Οι άνθρωποι πρέπει να μάθουν ν’ αποταμιεύουν», είπε ένας άλλος που έμοιαζε μορφωμένος. «Αν αυτή η γριά αποταμίευε όταν ήταν νέα, δεν θα υπέφερε σήμερα». Και όλοι αυτοί ήταν ικανοποιημένοι για την οξύνοιά τους που έβγαλε τέτοια βαθιά ανάλυση.

Αλλ’ ένας έμπορος αισθάνθηκε προσβολή από τις εξ αποστάσεως μουρμούρες των συμπολιτών του. Έβγαλε το πορτοφόλι του και τράβηξε ένα εικοσάρι. Περπάτησε στο διάδρομο και το έβαλε στο τρεμάμενο χέρι της γριούλας. «Πάρε, κυρία, ν’ αγοράσεις παπούτσια». Η γριούλα τον ευχαρίστησε κι εκείνος γύρισε στη θέση του ευχαριστημένος, που ήταν άνθρωπος της δράσης.

Μια καλοντυμένη κυρία τα πρόσεξε όλα αυτά και άρχισε να προσεύχεται από μέσα της. «Κύριε, δεν έχω χρήματα. Αλλά μπορώ ν’ απευθυνθώ σε σένα. Εσύ έχεις μια λύση για όλα.Όπως κάποτε έριξες το μάννα εξ ουρανού, και τώρα μπορείς να δώσεις ό,τι χρειάζεται η κυρούλα αυτή για τα Χριστούγεννα».

Στην επόμενη στάση ένα παλικάρι μπήκε στο λεωφορείο. Φορούσε ένα χοντρό μπουφάν, είχε ένα καφέ φουλάρι και ένα μάλλινο καπέλο που κάλυπτε και τα αυτιά του. Ένα καλώδιο συνέδεε το αυτί του με μια συσκευή μουσική. Ο νέος κουνούσε το σώμα του με τη μουσική που άκουε. Πήγε και κάθισε απέναντι στη γριούλα. Όταν είδε τα ξυπόλυτα πόδια της, το κούνημα σταμάτησε. Πάγωσε. Τα μάτια του πήγαν από τα πόδια της γιαγιάς στα δικά του. Φορούσε ακριβά ολοκαίνουργια παπούτσια. Μάζευε λεφτά αρκετό καιρό για να τα αγοράσει και να κάνει εντύπωση στην παρέα.

Το παλικάρι έσκυψε και άρχισε να λύνει τα παπούτσια του. Έβγαλε τα εντυπωσιακά παπούτσια και τις κάλτσες. Γονάτισε μπροστά στη γριούλα. «Γιαγιά, είπε, βλέπω ότι δεν έχεις παπούτσια. Εγώ έχω κι άλλα». Προσεκτικά κι απαλά σήκωσε τα παγωμένα πόδια και της φόρεσε πρώτα τις κάλτσες κι ύστερα τα παπούτσια του. Η γριούλα τον ευχαρίστησε συγκινημένη.

Τότε το λεωφορείο έκανε πάλι στάση. Ο νέος κατέβηκε και προχώρησε ξυπόλυτος στο χιόνι. Οι επιβάτες μαζεύτηκαν στα παράθυρα και τον έβλεπαν καθώς βάδιζε προς το σπίτι του. «Ποιος είναι;», ρώτησε ένας. «Πρέπει να είναι άγιος», είπε κάποιος. «Πρέπει να είναι άγγελος», είπε ένας άλλος. «Κοίτα! Έχει φωτοστέφανο στο κεφάλι!» φώναξε κάποιος. «Είναι ο Χριστός!» είπε η ευσεβής κυρία. Αλλά το αγοράκι, που είχε δείξει με το δάχτυλο τη γιαγιά, είπε: Όχι, μαμά τον είδα πολύ καλά. Ήταν ΑΝΘΡΩΠΟΣ».

Τήν εὐσπλαγχνία τήν διάλεξε ὁ Κύριος, γιά νά μᾶς γνωστοποιήσει πώς βάσει αὐτῆς θά κρίνει τούς ἀνθρώπους. Ἄν διαβάσει κανείς τό ἅγιο Εὐαγγέλιο τῆς Κρίσεως, θά δεῖ πώς οἱ σπλαγχνικοί θά ἀκούσουν τό “δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός μου κληρονομήσατε τήν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν” (Ματθ. 25 : 34). Οἱ ἄσπλαγχνοι θά ἀκούσουν τό “πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τό πῦρ τό αἰώνιον…”.

Leave a comment