Monthly Archives: December 2014
Ο μοναδικός βασιλιάς της καρδιάς μας! Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ
Ο μοναδικός βασιλιάς της καρδιάς μας!
«Σε κανέναν μην παραδώσετε τον Χριστό! Ας είναι ο μοναδικός βασιλιάς της καρδιάς σας! Η πίστη στον Χριστό είναι πραγματική ζωή, η ζωή του Ίδιου του Χριστού. Με την αγάπη μας προς τον Χριστό, θα παραμείνουμε ασάλευτοι. Κάθε παρεξήγηση, κάθε θλίψη μας, να την υπομένετε ως ζωή του Χριστού. Υπάρχουν πολλές οδοί προς το “απολυτο” της ανθρωπότητος, αλλά δεν υπάρχει καμμία που θα μπορούσε να συγκριθεί με την οδό του Χριστού, παρά τις οποιεσδήποτε δυσκολίες. Αν ο Κύριος όρισε να πεθάνουμε, θα πεθάνουμε με την συνείδηση της αγάπης Του, η οποία Τον οδήγησε στον Σταυρό. Ελπίζω ότι ενεργούν αληθινά μέσα μας τα λόγια του Χριστού: “Εγώ ζω και υμείς ζήσεσθε” (Ιωάν. ιδ΄ 19). Κάθε λόγος του Χριστού, είναι η ίδια η Θεία αιωνιότητα…Η χριστιανική μας πίστη είναι η έσχατη τελειότητα, και κανένας ας μη μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού! –Όπως έλεγε ο μέγας Παύλος (Ρωμ. η΄ 35). …
Τελειώνω λοιπόν τον λόγο μου μαζί σας, με τα λόγια: Να παραδώσουμε την ζωή μας, για να ζήσουν οι άλλοι· να παρηγορούμε όλους όσοι έρχονται· τους φτωχούς που δεν έχουν άλλον παρηγορητή στον κόσμο αυτόν. Καί έτσι, υπηρετώντας τον Θεό στα πρόσωπα των αδελφών μας που πάσχουν, ενωνόμαστε μέσα στην αγάπη αυτήν με τον Χριστό για όλη την αιωνιότητα…».
[Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ): «Οικοδομώντας τον Ναό του Θεού μέσα μας και στους αδελφούς μας», τομ. γ΄, Ομιλία 115η, σελ. 349–351, Ιερά Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 2014.]Για να βρεις τον σωστό δρόμο, είναι καλύτερο απ’ όλα να το ζητήσεις από τον ίδιο τον Θεό στην προσευχή:
«Κύριε, Συ ο ίδιος δίδαξε με τα πάντα… Δώσε μου τη χαρά της γνώσεως του θελήματός Σου και των οδών Σου… Δίδαξέ με να Σε αγαπώ αληθινά με όλο μου το είναι, όπως μας παρήγγειλες… Οικοδόμησε τη ζωή μου έτσι, όπως Εσύ ο Ίδιος την συνέλαβες στην προαιώνια βουλή Σου… Ναι, ακόμη και για μένα, γιατί Εσύ κανέναν δεν ξέχασες και κανέναν δεν έπλασες για απώλεια…
Εγώ με αφροσύνη εκδαπάνησα τις δυνάμεις που μου έδωσες, αλλά τώρα, στο τέλος της ζωής μου, διόρθωσέ τα όλα Εσύ ο ίδιος, και ο ίδιος δίδαξε με τα πάντα… Αλλά έτσι, ώστε πραγματικά το θέλημά Σου να πραγματοποιηθεί στη ζωή μου, είτε εγώ το καταλαβαίνω είτε δεν το καταλαβαίνω μέχρι καιρού… Μην επιτρέπεις να πορευθώ σε ξένους δρόμους, που οδηγούν στο σκοτάδι… αλλά πριν παραδοθώ στον ύπνο του θανάτου, δώσε σε μένα τον ανάξιο να δω το Φως Σου, ω Φως του κόσμου».Αλήθεια, όλο το νόημα της ζωής βρίσκεται στο να ζει ο νους και η καρδιά μας με τον Θεό· να γίνει ο Θεός η ζωή μας. Αυτό και μόνο ο ίδιος ζητά. Γι’ αυτό και δημιουργηθήκαμε, για να ζήσουμε τη ζωή Του, και μάλιστα σε όλη την απειρότητά της…
Μην ξεχνάτε αυτά τα λόγια. Ο Θεός σας έδωσε χρόνο για να οικοδομήσετε την αιώνια σωτηρία σας. Μην τον σπαταλάτε!
Ο σκοπός που θέτουμε στη ζωή μας εμποτίζει όλες τις πράξεις μας.
Ο χρόνος γίνεται ένα θαυμάσιο προοίμιο στη θεία αιωνιότητα.
Τέτοιος οφείλει να είναι ο χριστιανός. Ένα «καλώδιο υψηλής τάσεως», πάνω στο οποίο μπορεί να καθίσει ένα πουλάκι χωρίς να πάθει την παραμικρή ζημία, αλλά μέσα από το οποίο περνά ενέργεια ικανή να κάνει ολόκληρο τον κόσμο να εκραγεί. Ιδού με ποιόν τρόπο εγγίζουμε την αιώνια Βασιλεία του Χριστού.
– Καθένας έχει τον ιδιαίτερο τρόπο ζωής που δεν ομοιάζει με κανέναν άλλον. Όλοι, όμως, οδηγούνται και καταλήγουν στον Θεό, όπως οι ακτίνες σε έναν τροχό συνδέονται με το κέντρο.
Μόνον δια της ταπεινώσεως σωζόμαστε και μόνον δια της υπερηφανείας καταστρεφόμαστε. Είναι βεβαιότατον από την πείρα ότι για ό,τι κρίνουμε θα κριθούμε και θα πέσουμε παρομοίως.
Ένας μεγάλος σύγχρονος άγιος, ο Γέροντας Αμφιλόχιος Μακρής της Πάτμου είπε:
«Αγάπησε τον Ένα, για να σε αγαπήσουν όλοι. Θα σε αγαπούν όχι μόνο οι άνθρωποι, αλλά και τα ζώα, διότι βγαίνοντας η Θεία Χάρη προς τα έξω ηλεκτρίζει και μαγνητίζει ό,τι βρει μπροστά της. Αλλά όχι μόνο θα σε αγαπούν, θα σε σέβονται κιόλας, διότι στο πρόσωπο το δικό σου θα εικονίζεται το αγνό παρθενικό πρόσωπο εκείνου που θ’ αγαπάς και θα λατρεύεις».
one who is humbled will be happy in all circumstances…St. Silouan the Athonite
Glory to God in the Heights, and on earth peace, goodwill among men.
St. Silouan the Athonite
Humility, once firmly established, makes the foundation for wisdom strong . King Solomon famed for his wisdom said, “When pride comes, then comes shame; but with the humble is wisdom” (Proverbs 11:2). David the Prophet and King said, “The testimony of the Lord is sure, making the wise the simple” (Psalm 19:7), “the simple” referred to here being the humble. In the Holy Book of Sirach we read, “A poor man with wisdom can hold his head high and take his seat among the great” (Sirach 11:1). Again, the poor man in this verse refers to the humble. Why humble? The poor man knows he is poor, is patient when misfortunes strike him, blames himself in everything and does not care about the opinion of others because his aim is simply to please God.
Some suffer much from poverty and sickness, but are not humbled, and so they suffer without profit. But one who is humbled will be happy in all circumstances, because the Lord is his riches and joy, and all people will wonder at the beauty of his soul.”
(St. Silouan the Athonite, Writing, III.9)
Christ said, ‘I came not to send peace, but a sword’ (Matt. 10.34) and ‘division’ (Luke 12.51). Christ summoned us to war on the plane of the spirit, and our weapon is ‘the sword of the Spirit, which is the word of God’ (Eph. 6.17). Our battle is waged in extraordinarily unequal conditions. We are tied hand and foot. We dare not strike with fire or sword: our sole armament is love, even for enemies. This unique war in which we are engaged is indeed a holy war. We wrestle with the last and only enemy of mankind- death (1 Cor. 15.26). Our fight is the fight for universal resurrection.
Archimandrite Sophrony Sakharov (2001) (2nd ed.) His Life is Mine. Chapter 8: The Struggle in Prayer. New York: St Vladimir’s Seminary Press.
Όσοι άφησαν τον εαυτό τους στο θέλημα του Θεού, αυτούς τους καθοδηγεί ο Ίδιος ο Κύριος… Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης
«Δόξα εν υψίστοις Θεώ, και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία…» (Λουκ. β΄, 14).
Αγιασμένες μέρες
του Φώτη Κόντογλου
Την πνευματική χαρά και την ουράνια αγαλλίαση που νοιώθει ο χριστιανός από τα Χριστούγεννα, δεν μπορεί να τη νοιώσει, με κανέναν τρόπο, όποιος τα γιορτάζει μοναχά σαν μια συγκινητική συνήθεια, που είναι δεμένη περισσότερο με τις συνηθισμένες χαρές του κόσμου, με τον χειμώνα, με τα χιόνια, με το ζεστό τζάκι.
Μοναχά ο ορθόδοξος χριστιανός γιορτάζει τα Χριστούγεννα πνευματικά, κι από την ψυχή του περνάνε αγιασμένα αισθήματα, και τη ζεσταίνουνε με κάποια θέρμη παράδοξη, που έρχεται από έναν άλλο κόσμο, τη θέρμη του Αγίου Πνεύματος, κατά τον αναβαθμό που λέγει:
«Ἁγίῳ Πνεύματι πᾶσα ψυχή ζωοῦται, καί καθάρσει ὑψοῦται, λαμπρύνεται τῇ τριαδικῇ μονάδι, ἱεροκρυφίως.»
Ενώ η καρδιά του χριστιανού, αυτές τις αγιασμένες μέρες, είναι γεμάτη από την ευωδία της υμνωδίας, γεμάτη από μια γλυκύτατη πνευματική φωτοχυσία, που σκεπάζει όλη την κτίση, τα βουνά, τη θάλασσα, τον κάθε βράχο, το κάθε δέντρο, την κάθε πέτρα, το κάθε πλάσμα. Όλα είναι αγιασμένα, όλα γιορτάζουνε, όλα ψέλνουνε, όλα ευφραίνονται, όλη η φύση είναι «ὡς ἐλαία κατάκαρπος ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ Θεοῦ». Κανείς δεν νοιώθει στην καρδιά του τέτοια χαρά, παρά μονάχα εκείνος που αγαπά τον Θεό και που ζει τις μέρες της ζωής του μαζί με τον Θεό, γιατί κανένας άλλος από τον Θεό δεν μπορεί να δώσει τέτοια χαρά, τέτοια ειρήνη, κατά τον λόγο που είπε ο Κύριος στον Μυστικό Δείπνο: «Τη δική μου την ειρήνη σας δίνω, δεν σας δίνω εγώ την ειρήνη που δίνει ο κόσμος.»
Η χαρά του Χριστού κ’ η ειρήνη είναι αλλιώτικη από τη χαρά κι από την ειρήνη τούτου του κόσμου. Για τούτο ο άνθρωπος που χαίρεται να πηγαίνει στην εκκλησία, για να πιει απ’ αυτή την αθάνατη βρύση της αληθινής χαράς και της ειρήνης, λέγει μαζί με τον Δαβίδ: «Ἐξαπόστειλον, Κύριε, τό φῶς σου καί τήν ἀλήθειάν σου· αὐτά με ὡδήγησαν καί ἤγαγόν με εἰς ὄρος ἅγιόν σου καί εἰς τά σκηνώματά σου· καί εἰσελεύσομαι πρός τό θυσιαστήριον τοῦ Θεοῦ, πρός τόν Θεόν τόν εὐφραίνοντα τήν νεότητά μου.»
Ας γιορτάσουμε λοιπόν κ’ εμείς, αδελφοί μου, τη Γέννηση του Χριστού «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ, ἐν ψαλμοῖς καί ὕμνοις καί ὠδαῖς πνευματικαῖς», και τότε και τ’ άλλα «προστεθήσεται ἡμῖν»… Μέγα μάθημα της ταπείνωσης είναι για μας, αδελφοί μου, η Γέννηση του Χριστού…
Η φάτνη είναι η ταπεινή καρδιά, που μοναχά σ’ αυτή πηγαίνει και γεννιέται ο Χριστός.
από το βιβλίο του «Το Αϊβαλί η πατρίδα μου»Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης
Ο Κύριος νουθετεί με το έλεος Του τον άνθρωπο, για να δέχεται μ’ ευγνωμοσύνη τις θλίψεις. Ποτέ σ’ όλη μου τη ζωή, ούτε μια φορά δεν εγόγγυσα για τις θλίψεις, αλλά τα δεχόμουν όλα σαν φάρμακο από τα χέρια του Θεού και πάντα Τον ευχαριστούσα και γι’ αυτό ο Κύριος μου έδωσε να υπομένω ελαφρά τον αγαθό ζυγό Του. Όλοι οι κάτοικοι της γης υφίστανται αναπόφευκτα θλίψεις. Και παρόλο που δεν είναι μεγάλες οι θλίψεις που παραχωρεί ο Κύριος, όμως φαίνονται στους ανθρώπους αφόρητες και συντριπτικές. Κι αυτό γίνεται, διότι οι άνθρωποι δεν θέλουν να ταπεινωθούν ενώπιον του Θεού και να παραδοθούν στο θέλημά Του. Όσοι όμως άφησαν τον εαυτό τους στο θέλημα του Θεού , αυτούς τους καθοδηγεί ο Ίδιος ο Κύριος με τη χάρη Του και υπομένουν με ανδρεία τα πάντα για χάρη του Θεού, τον Οποίο αγάπησαν και με τον Οποίο θα δοξάζονται αιώνια….
Για όποιον παραδόθηκε στο θέλημα του Θεού η ζωή γίνεται ευκολότερη, γιατί και στις αρρώστιες και στη φτώχεια και στο διωγμό σκέπτεται: «Έτσι ευδόκησε ο Θεός και πρέπει να υπομείνω…
«Ω, Κύριε, αξίωσέ μας με τη δύναμη της χάριτος του Αγίου Πνεύματος να ζούμε σύμφωνα με το άγιο θέλημά Σου».
Όποιος ζει κατά το θέλημα του Θεού, αυτός δεν μεριμνά για τίποτε. Και αν κάτι του χρειάζεται, παραδίνει τον εαυτό του και την ανάγκη του στον Θεό. Και αν δεν πάρει ό,τι θέλει, μένει ήρεμος, σαν να το είχε.
Ψυχή που παραδόθηκε στο θέλημα του Θεού δεν φοβάται τίποτε: ούτε θύελλες ούτε ληστές ούτε τίποτα άλλο. Ό,τι και αν έλθει, λέγει: «Έτσι ευδοκεί ο Θεός», κι έτσι διατηρείται η ειρήνη στην ψυχή και στο σώμα…Όποιος κάνει το θέλημα του Θεού, είναι ευχαριστημένος με όλα.. Η ψυχή που παραδόθηκε στο θέλημα του Θεού μένει αδιαλείπτως κοντά στον Θεό και απολαμβάνει μεγάλη ησυχία. Και από τη χαρά αυτή προσεύχεται, ώστε να γνωρίσει κάθε ψυχή τόν Κύριο…
Και τα πάντα, τα πάντα δίνουν τότε αγάπη στην καρδιά, γιατί όλα είναι του Θεού.
Έτσι δόθηκε στον Θεό η Υπεραγία Παρθένος: «Ιδού η δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου». Αν λέμε κι εμείς το ίδιο: «Ιδού ο δούλος Κυρίου· γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου», τότε τα Ευαγγελικά λόγια του Κυρίου, που εγράφτηκαν με το Άγιο Πνεύμα, θα ζούσαν μέσα στις ψυχές μας, η αγάπη του Θεού θα βασίλευε σ’ όλο τον κόσμο και η ζωή στη γη θα ήταν απερίγραπτα ωραία. Αλλά παρόλο που τα λόγια του Κυρίου ακούγονται τόσους αιώνες σ’ όλη την οικουμένη, οι άνθρωποι όμως δεν τα καταλαβαίνουν και δεν θέλουν να τα παραδεχθούν. Όποιος όμως ζει σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, αυτός θα δοξασθεί και στον ουρανό και στη γη. Όποιος παραδόθηκε στο θέλημα του Θεού, απασχολείται μόνο με τον Θεό. Η χάρη του Θεού τον βοηθά να παραμένει στην αδιάλειπτη προσευχή. Κι όταν ακόμα εργάζεται ή μιλάει, η ψυχή του είναι απορροφημένη από τον Θεό και γι’ αυτό ο Κύριος την πήρε υπό την προστασία Του. Η Παράδοση λέει πως κατά τη φυγή στην Αίγυπτο η Αγία Οικογένεια συνάντησε στο δρόμο ένα ληστή, αλλά δεν Τους έκαμε κανένα κακό. Όταν μάλιστα ο ληστής είδε το Νήπιο, είπε πως αν γινόταν ο Θεός άνθρωπος, δεν θα ήταν ωραιότερος από αυτό το Νήπιο, και τους άφησε να φύγουν ανενόχλητοι. Αξιοθαύμαστο πράγμα! Ληστής που δεν σπλαχνίζεται κανένα, ούτε προσέλαβε ούτε λύπησε την Αγία Οικογένεια. Η ψυχή του ληστή σαν είδε το Νήπιο και την ταπεινή Μητέρα Του συγκινήθηκε και τον άγγιξε η χάρη του Θεού. Το ίδιο συνέβαινε και στα άγρια θηρία, που μόλις αντίκριζαν τους άγιους μάρτυρες ή τους όσιους καταπραΰνονταν και δεν τους έκαναν κακό… Είναι ανάγκη να προσευχόμαστε πάντοτε, για να μας νουθετεί ο Κύριος τί και πώς πρέπει να κάνουμε, και ο Κύριος δεν θα επιτρέψει να πλανηθούμε.
Από το βιβλίο «Ο Αγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης», γ.Σωφρονίου (Σαχάρωφ), σ.408..Ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα. Τους εαυτούς μας και τους άλλους ανθρώπους,τον κόσμο όλο και τα πάντα να τα αφήνουμε στα χέρια του Θεού!
Εξαποστειλάριον των Χριστουγέννων . Ήχος Γ΄.
Επεσκέψατο ημάς, εξ ύψους ο Σωτήρ ημών, ανατολή ανατολών, καί οι εν σκότει καί σκιά, εύρομεν τήν αλήθειαν, καί γάρ εκ τής Παρθένου ετέχθη ο Κύριος.
The Father so loved us that He gave us His Son;Elder Sophrony Sakharov of Essex
Elder Sophrony Sakharov of Essex
There, in the Kingdom of the Father and of the Son and of the Holy Spirit, must our mind dwell. We must hunger and thirst to enter into this wondrous Kingdom.
When we choose Christ we are carried beyond time and space, beyond the reach of what is termed ‘tragedy’.
Human life at whatever stage was unavoidably interlinked with suffering. Even love was full of contradictions and bitter crises.The seal of destruction lay everywhere.
I saw that there was no tragedy in God. Tragedy is to be found solely in the fortunes of the man whose gaze has not gone beyond the confines of this earth.
Christ’s love, during the whole time that He abode with us here, was acute suffering.
He lived the tragedy of all mankind; but in Himself there was no tragedy.
‘I am not alone, because the Father is with me. These things I have spoken unto you, that in me ye might have peace. In the world ye shall have tribulation: but be of good cheer; I have overcome the world’ (John 16.32,33)…Aware of the breath of the Holy Spirit, he is assured of the inevitable victory of Light.
The Father so loved us that He gave us His Son; but such was the will of the Son too, and He became incarnate and lived with us on earth.
“We do not think about how to change the world with our own powers. We strive to receive strength from God in order to act at all times with love.”
“The human soul is the image of God. It finds rest only when it attains perfection.”
We shall not care what people think of us, or how they treat us.We shall cease to be afraid of falling out of favor.
we may positively be disliked for independence of spirit.It is essential in these days to be able to protect ourselves from the influence of those with whom we come in contact. Otherwise we risk losing both faith and prayer.
Let the whole world dismiss us as unworthy of attention, trust or respect – it will not matter provided that the Lord accept us.
When we are overwhelmed by the feeling of our own utter nothingness, the uncreated light transfigures and brings us like sons into the Father’s house.
Sophrony (Sakharov), Archimandrite, ‘The Sacrament of Christian Life,’ Holy Trinity-Sergius Lavra, St. John the Baptist Monastery, 2009
The problem of evil in the world generally and in mankind particularly poses the question of God’s participation in the historical life of the human race…
Christ said, ‘I came not to send peace, but a sword’ (Matt. 10.34) and ‘division’ (Luke 12.51).Christ summoned us to war on the plane of the spirit, and our weapon is ‘the sword of the Spirit, which is the word of God’ (Eph. 6.17).Our battle is waged in extraordinarily unequal conditions.We are tied hand and foot.We dare not strike with fire or sword: our sole armament is love, even for enemies.This unique war in which we are engaged is indeed a holy war.We wrestle with the last and only enemy of mankind- death (1 Cor. 15.26).Archimandrite Sophrony Sakharov. His Life is Mine.
Το κοριτσάκι με τα σπίρτα. Χανς Κρίστιαν Άντερσεν
…θα βγω στους δρόμους να ζητώ ελεημοσύνη για τους φτωχούς αδελφούς μου. Πατριάρχης Παύλος Σερβίας
Το κοριτσάκι με τα σπίρτα
Hans Christian Andersen – Χανς Κρίστιαν Άντερσεν
Ήταν Δεκέμβριος, η τελευταία ημέρα του χρόνου. Χιόνιζε ασταμάτητα και η μεγάλη πόλη είχε σκεπαστεί με ένα κατάλευκο πέπλο, ενώ το σούρουπο έπεφτε μουντό. Στους χιονισμένους δρόμους, χαρούμενοι διαβάτες βάδιζαν βιαστικά, φορτωμένοι με φανταχτερά πακέτα και δώρα. Μα κανείς δεν έδινε σημασία στο κοριτσάκι με τα σπίρτα!
Άδικα η μικρή ορφανή διαλαλούσε τη φτωχική πραμάτεια της και σίμωνε δειλά τους περαστικούς, ζητώντας με σβησμένη φωνή να αγοράσουν ένα κουτί σπίρτα. Άδικα ψιθύριζε αχνά πως δεν ζητιάνευε, πως πουλούσε σπίρτα για να ζήσει, αφού δεν είχε κανένα στον κόσμο. Δεν είχαν ώρα για μία πλανόδια πωλήτρια. Νύχτωνε και όλοι βιάζονταν να επιστρέψουν στα ζεστά τους σπίτια, στην οικογενειακή θαλπωρή, στο γιορτινό τραπέζι με τις χίλιες λιχουδιές, στο καταστόλιστο χριστουγεννιάτικο δέντρο.
Οι διαβάτες, τυλιγμένοι στα ζεστά πανωφόρια τους, με τα μάλλινα καπέλα κατεβασμένα ως τα αυτιά και τις εσάρπες γύρω από το λαιμό, έτρεχαν κρατώντας πακέτα στα γαντοφορεμένα τους χέρια, ενώ η ζεστή ανάσα τους άχνιζε στον παγωμένο αγέρα. Οι καρότσες περνούσαν βιαστικά και οι ρόδες τους άφηναν βαθιές αυλακιές στο χιονισμένο δρόμο. Τα άλογα ρουθούνιζαν καλπάζοντας ρυθμικά πάνω στο λιθόστρωτο και τα πέταλά τους τίναζαν λάσπη και μισολιωμένο χιόνι.
Ξαφνικά, μια άμαξα πέρασε τόσο γρήγορα που η μικρούλα μόλις που πρόλαβε να τραβηχτεί στην άκρη του δρόμου. Και όπως η παιδούλα γλιστρούσε στο χιόνι, το ένα της ξύλινο τσόκαρο τινάχτηκε πέρα μακριά, ενώ τα σπίρτα ξέφυγαν από την ποδιά της και σκορπίστηκαν δεξιά και αριστερά στον υγρό δρόμο.
Το κοριτσάκι γονάτισε στο χιόνι και άρχισε να μαζεύει ένα – ένα τα μουσκεμένα σπίρτα. Αυτά ήταν όλο το βιός και όλος ο κόσμος της. Γονείς, σπίτι, οικογένεια δεν ήταν παρά μία μακρινή ανάμνηση για τη φτωχή ορφανή. Μόνη της περιουσία, τα νοτισμένα από το χιόνι ξυλάκια, τα μουσκεμένα σπίρτα.
Τρέμοντας από το κρύο μέσα στα φθαρμένα ρουχαλάκια της, με τα ποδαράκια γυμνά μέσα στο χιόνι, η μικρούλα μάζευε με τα ξυλιασμένα από το κρύο χεράκια ένα – ένα τα σπίρτα και τα ξανάχωνε προσεκτικά στον κόρφο της. Το χιόνι έπεφτε πυκνό πάνω στα απαλά μαλλάκια, βρέχοντας τις πυρόξανθες μπούκλες που κολλούσαν στο ωχρό προσωπάκι της.
Και όπως μάζευε βιαστικά τα σπίρτα, ένα αγόρι κουκουλωμένο ζεστά, πέρασε σιμά, είδε το ξύλινο τσόκαρο, έσκυψε, το πήρε και έφυγε γοργά, για να το δώσει στην αδερφούλα του, να το κάνει κούνια για την κούκλα της. Η μικρούλα είδε το τσόκαρό της να χάνεται πριν προλάβει καν να μιλήσει.
Αναστενάζοντας απογοητευμένη, η μικρούλα με τα σπίρτα ανασηκώθηκε και ξαναπήρε τη στράτα, σέρνοντας βαριά τα βήματά της. Ένιωθε πια βασανιστικά το κρύο, την κούραση, την πείνα, μα δεν είχε πουλήσει ούτε ένα κουτί σπίρτα από το πρωί. Πώς να γυρίσει νηστική, χωρίς ούτε ένα ξεροκόμματο, πίσω στην παγωμένη τρώγλη;
Αλλά πάλι, ποιος θα αγόραζε σπίρτα τη νύχτα της παραμονής της Πρωτοχρονιάς; Όλοι είχαν τα πάντα περισσά. Οι δρόμοι είχαν τώρα ερημώσει. Από τις σφαλιστές εξώθυρες ακούγονταν κάλαντα, τραγούδια και γέλια, πίσω από τα φωτισμένα παράθυρα φάνταζαν πανέμορφα τα στολισμένα δέντρα και απ’ όλα σχεδόν τα σπίτια έβγαινε μια ωραία ευωδία από τη χήνα, που έψηναν για το αποψινό γλέντι. Αυτό βέβαια την έκανε να κοντοστέκεται εδώ κι εκεί και να μυρίζει την ορεχτική οσμή της ψητής χήνας και των γλυκών.
Το κοριτσάκι προχώρησε στη γωνιά του δρόμου και, μαγεμένη λες, κοντοστάθηκε κάτω από τον αναμμένο φανοστάτη. Από το παράθυρο κάποιου σπιτιού έβλεπε ένα δωμάτιο με χριστουγεννιάτικες γιρλάντες και στολίδια και μία τρυφερή μανούλα να ταΐζει με στοργή και απέραντη αγάπη την κορούλα της.
Τα ματάκια της βούρκωσαν. Αποκαμωμένη και μελαγχολική κούρνιασε στο πλατύσκαλο της βαριάς πόρτας, που τη στόλιζαν στεφάνια και γιρλάντες από γκι και ου. Τότε κοντοζύγωσε δειλά ένα αδέσποτο σκυλάκι. Η καρδιά της μικρής σπάραξε. Δεν είχε τίποτε να το φιλέψει, ούτε μία μπουκιά φαγητό να μοιραστεί μαζί του. Μόνο χάδια μπορούσε να του δώσει και λόγια παρηγοριάς. Η ώρα περνούσε και το κρύο γινόταν όλο και πιο διαπεραστικό. Κανείς δεν θα αγόραζε πια σπίρτα. Αν άναβε ένα, ένα μονάχα, για να ζεστάνει στη φλογίτσα του τα ξυλιασμένα δάχτυλά της;
Καθώς άναψε το σπίρτο, με τα μάτια της φαντασίας της η μικρούλα είδε μες στη λάμψη του, μια εικόνα γεμάτη ομορφιά, ζεστασιά τρυφερότητα και ευτυχία. Καταμεσής του δρόμου, λέει, ανάμεσα στα ψηλά σπίτια με τις χιονισμένες στέγες και τις καμινάδες που καπνίζουν, έστεκε ζεστή και πυρακτωμένη μια αναμμένη σόμπα από μαύρο μαντέμι. Οι φλόγες φάνταζαν κατακόκκινες και πελώριες μέσα από τη μισάνοιχτη πορτούλα και μια τσαγιέρα με ευωδιαστό τσάι άχνιζε στη φωτιά, ενώ μία τρυφερή γατούλα μισοκοιμόταν γουργουρίζοντας πάνω στο μαλακό χαλάκι. Ύστερα η φλόγα του σπίρτου τρεμόπαιξε κι έσβησε.
Η μικρούλα δεν δίστασε διόλου. Πήρε ένα δεύτερο σπίρτο, το έτριψε με δύναμη και στα μαγεμένα μάτια της παρουσιάστηκε ένα πλούσια στρωμένο γιορτινό τραπέζι. Πάνω στο φρεσκοσιδερωμένο κεντητό λινό τραπεζομάντηλο, η ροδοκόκκινη καλοψημένη γαλοπούλα ευωδίαζε στην πιατέλα, η σούπα άχνιζε στη σουπιέρα και τα αφράτα ψωμάκια μοσχομύριζαν γλυκάνισο και μυρωδικά.
Στο φως του φανοστάτη του γκαζιού οι κούτες με τα γλυκίσματα γίνονταν ακόμα πιο λαχταριστές, ενώ κάπου από το βάθος έφθανε λιγωτική η ευωδιά από τα τσουρέκια. Ξαφνικά, η ψημένη χήνα πήδησε από την πιατέλα και κύλησε στο πάτωμα, με το πιρούνι και το μαχαίρι καρφωμένα απάνω της. Κύλησε ως εκεί που καθότανε το φτωχό κοριτσάκι. Αλλά μόλις αυτό άπλωσε το λιγνό χεράκι της να την πιάσει το σπίρτο έσβησε και, μπροστά στη μικρούλα, ορθώθηκε πάλι ο χοντρός και κρύος τοίχος των σπιτιών, ενώ το ξυλαράκι του σπίρτου στο παγωμένο χέρι της μικρούλας απέμεινε μαύρο, καρβουνιασμένο.
Χωρίς χρονοτριβή, το κοριτσάκι πήρε ένα ακόμα σπίρτο και το άναψε με λαχτάρα. Και η μαγική του φλόγα φώτισε για λίγο άλλη μια οπτασία. Στην έρημη πλατεία της πόλης υψώθηκε ξαφνικά ένα τεράστιο καταπράσινο και φουντωτό έλατο. Επάνω στα κλωνιά του άστραφταν δεκάδες πολύχρωμα κεράκια και στο φως τους οι βελόνες του δέντρου έλαμπαν. Γιρλάντες απλώνονταν με χάρη στα κλαριά και χρωματιστές μπαλίτσες ιρίδιζαν στο μισόφωτο. Εδώ κι εκεί μικρά δωράκια, τυλιγμένα σε γυαλιστερό χριστουγεννιάτικο χαρτί, περίμεναν να απλώσεις το χέρι και να τα πάρεις… Ήτανε πιο μεγάλο και πιο πλούσια στολισμένο, από κείνο που είχε δει, τα περασμένα Χριστούγεννα μέσα από τη τζαμένια πόρτα, στο μέγαρο του πλούσιου εμπόρου. Χίλια κεράκια ήταν αναμμένα πάνω στα πράσινα κλαδιά του και κάτι πολύχρωμες εικόνες, σαν εκείνες που στολίζουν τις βιτρίνες των μαγαζιών, θαρρείς και της χαμογελούσαν. Το φτωχό κοριτσάκι σήκωσε τα δυο του χεράκια να πάρει κι αυτή ένα δώρο, το πιο μικρό και ταπεινό. Μα τότε ξαφνικά το χριστουγεννιάτικο δέντρο άρχισε να ανεβαίνει προς τον ουρανό, ώσπου η μικρή είδε πως αυτά που νόμιζε ότι ήταν κεράκια ήταν στην πραγματικότητα αστέρια. Τότε ένα απ’ αυτά τ’ αστέρια, αφού ταλαντεύτηκε κάμποσο, έπεσε και χάραξε μια φωτεινή γραμμή στον ουρανό. «Κάποιος πεθαίνει» μουρμούρισε το κοριτσάκι. Γιατί η γιαγιά του, που η μικρή αγαπούσε πάρα πολύ, αλλά δεν ζούσε πια, έλεγε συχνά: «’Όταν πέφτει ένα αστέρι, μια ψυχούλα ανεβαίνει στο Θεό».
Το κοριτσάκι δεν άντεξε. Πήρε όλα τα σπίρτα από την ποδιά της και ένα-ένα άρχισε να τα ανάβει. Τότε, τα αναμμένα ξυλάκια ξέφυγαν από τα παγωμένα δάχτυλά της, τινάχτηκαν στο νυχτερινό αγέρα και άρχισαν να διαγράφουν μικρές φωτεινές τροχιές, που σπίθιζαν σαν πυροτεχνήματα ή σαν αναρίθμητα αστεράκια στην ουρά ενός τεράστιου κομήτη. Και σε λίγο ο κομήτης ήρθε και καρφώθηκε στο βελούδινο ουρανό, πελώριος, ολόφωτος, εκτυφλωτικός…!
Το πελώριο αστέρι σιγά-σιγά μεταμορφώθηκε. Το εκτυφλωτικό φως του γέμισε σκιές που πήραν σχήμα και μορφή και ξαφνικά ο κομήτης άλλαξε όψη και έγινε μία γριούλα με τρυφερό πρόσωπο και ζεστό χαμόγελο, με γελαστά μάτια και μία ορθάνοικτη στοργική αγκαλιά. «Γιαγιά!» ψιθύρισε εκστατική η μικρούλα, αναγνωρίζοντας, τη σεβάσμια γυναίκα.
«Πολυαγαπημένη μου, γλυκιά γιαγιούλα! Εσύ είσαι, που μου έψηνες πίτες και χίλιες άλλες λιχουδιές, που μου σιγοτραγουδούσες νανουρίσματα και με κοίμιζες με παραμύθια για νεράιδες και ξωτικά, που με σκέπαζες στοργικά κι έγιανες το λαβωμένο γόνατό μου! Μη με αφήσεις μόνη άλλο πια. Πάρε με κοντά σου!».
Και η γιαγιά, σαν όλες τις γιαγιάδες του κόσμου, άνοιξε τη ζεστή αγκαλιά της κι έκλεισε μέσα σφιχτά τη μονάκριβη εγγόνα της. Και όπως τη γλυκοφιλούσε, την πήρε και πέταξαν ψηλά στα ουράνια, πάνω στα σπίτια και στα δέντρα. «Κοίτα!» είπε η γιαγιά. «Κάθε σπιτικό είναι και μια οικογένεια και το κάθε παραθύρι φωτίζει όχι το φως μιας λάμπας, αλλά η αγάπη που ενώνει την οικογένεια. Με την αγάπη μπορείς να φωτίσεις και να ζεστάνεις τον κόσμο όλο! Μη διώξεις ποτέ την καλωσύνη από την καρδιά σου και τότε θα βρίσκεις, μα και θα χαρίζεις πάντα την αγάπη»!…
Σαν ξημέρωσε η Πρωτοχρονιά, οι περαστικοί είδαν απορημένοι μία γλυκιά φτωχοντυμένη παιδούλα να κοιμάται γαλήνια στο πλατύσκαλο ενός σπιτιού απάνω στο χιόνι, τριγυρισμένη από αναρίθμητα καμένα σπίρτα.
Τα μάγουλά της ήταν κόκκινα και φαινόταν σαν να χαμογελούσε. Είχε πεθάνει από το κρύο, τη νύχτα εκείνη, που σ’ άλλα παιδιά είχε φέρει τόση χαρά.«Τι ανοησία!» είπε ένας άκαρδος. «Πώς φαντάστηκε η χαζή πως θα ζεσταινόταν με τα σπίρτα!»
“Καημενούλα!”, είπε ένας περαστικός. “Προσπαθούσε να ζεσταθεί!“.
Άλλοι πάλι έχυσαν δάκρυα πάνω στο φτωχό παιδάκι. Γιατί δεν ήξεραν τι ωραία πράγματα είχε ιδεί τη νύχτα εκείνη, κι ότι όσο κι αν είχε υποφέρει, τώρα όμως ήταν τρισευτυχισμένη στη γλυκιά αγκαλιά της γιαγιάς της… βρισκόταν ήδη πολύ μακριά, κάπου όπου δεν υπάρχει κρύο, πείνα και πόνος.
Η Ορθοδοξία είναι ένα είδος Σταχτοπούτας της ιστορίας και όταν το λέω αυτό μου έρχονται στο νού τα παραμύθια μας όπου καταλαβαίνουμε ότι πάντα κερδίζει τους θησαυρούς ο πιο ταπεινός, ο πιο ευλαβής. (π. Ραφήλ Νόικα)
«Τα Χριστούγεννα είναι η γιορτή της ζεστασιάς και της ζεστής ανθρώπινης καρδιάς. Εαν σήμερα μας φαίνεται ότι δεν υπάρχει χώρος για να «ζεσταθεί» ένας άνθρωπος,είναι επειδή οι ανθρώπινες καρδιές είναι πια κρύες.Έμειναν σκληροί και αναίσθητοι μπροστά στον πόνο τόσων αδελφών οι οποίοι τα τελευταία χρόνια έμειναν χωρίς σπίτι, εξορισμένοι από τον τόπο που γεννήθηκαν, κάποιοι μακριά από τα αγαπημένα τους πρόσωπα…. Τις δυσκολίες όμως μπορούμε ευκολότερα να τις υποφέρουμε όταν μέσα μας και ανάμεσά μας υπάρχει ανθρώπινη ζεστασιά. Κατά τη Δευτέρα Παρουσία Του ο Κύριος δεν θα μας ρωτήσει σε τι καιρούς ζήσαμε, αλλά πώς φερθήκαμε στον πλησίον μας. Ήταν η «κόλαση» μας ή ο «παράδεισός» μας;.. Το καλό είναι πολύ ισχυρότερο από το κακό, και ότι θριαμβεύει το κακό είναι προσωρινό και απατηλό. » (πατριάρχου Σερβίας Παύλου)
Να παραδώσουμε την ζωή μας, για να ζήσουν οι άλλοι· να παρηγορούμε όλους όσοι έρχονται· τους φτωχούς που δεν έχουν άλλον παρηγορητή στον κόσμο αυτόν. Καί έτσι, υπηρετώντας τον Θεό στα πρόσωπα των αδελφών μας που πάσχουν, ενωνόμαστε μέσα στην αγάπη αυτήν με τον Χριστό για όλη την αιωνιότητα…». Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ) https://iconandlight.wordpress.com/orthodox_greek_icons_blog/
14.000 Infants by Herod, the “pascha” of the innocent children
14.000 Infants (the Holy Innocents) slain by Herod at Bethlehem
Commemorated on December 29
Protopresbyter Thomas Hopko
On December 29, we remember the horrific slaying of 14,000 infants by Herod, performed due to his fear and jealousy of the coming Messiah.A life in Christ is a life of both martyrdom (as shown by Stephen) and submission (as shown by Mary); in other words, it is a life of humility. By fearing this humility, Herod “lamented that his power would soon be destroyed” (Kontakia of the day) and sought to destroy Christ instead.
From His very first days Jesus was rejected on earth. He was hunted down by Herod, only to be finally caught by Pilate who, together with the leaders of His own people, put the Messiah to death. The reason for such hostility to the point of murder is given by Christ Himself, and men loved darkness rather than light, because their deeds were evil” (Jn 3:19). Jesus’ flight into Egypt is seen by the evangelist as fulfilling the prophetic words, ‘Out of Egypt have I called My Son” (Mt 2:15; Hos 11:1)…
The question put to all who celebrate Christ’s Winter Pascha concerns their own relationship to the Lord. Are we ready to receive Him, and therefore to love as He has loved us, even to the point of death? …As Christ’s beloved disciple has said, He who says he is in the light and hates his brother is in the darkness still….Anyone who hates his brother is a murderer, and you know that no murdered has eternal life abiding in him, By this we know love, that Lie laid down His life for us; and we ought to lay down our lives for the brethren” (1 Jn 2:9; 3:15-16)..Infants who leaped in play were slaughtered for Christ.
[Taken from, “The Winter Pascha” by Protopresbyter Thomas Hopko, SVS Press,]
Saint Innocent of Alaska ,Metropolitan of Moscow
We were created to live on earth with the high purpose to live with God, for eternity!
While possessing all the treasures of the world, He agreed to be born in poverty, lying in a manger in a dark cave…
He willingly lived in poverty and had no place to rest His head.
The road into the Kingdom of Heaven was made by the Lord Jesus Christ, and He was the first one who travelled it… if you truly wish to follow Jesus Christ, He will show you the way into the Kingdom of Heaven and will help you along each step.
Bear all with patience in the name of Jesus Christ.
Although inner crosses present themselves as burdensome, do not despair and do not think that the Lord has abandoned you. No! He is always with you and invisibly sustains you, even when you forget Him.
We must strive to live and act as He lived and acted. For example, Jesus Christ always thanked His Heavenly Father and constantly prayed to Him.
Why did God not make the path to the Kingdom of Heaven light and pleasant? Only God knows. Who would question His divine wisdom? He saw that the narrow path is what we need! We who are below see only bits and pieces, but He, Who is above all creation, sees our lives from the standpoint of eternity.
We must bear our cross because we want to be with Christ and to participate in His glory. Do not shun your lifelong cross, but, on the contrary, thank Jesus Christ that He honored you to follow and imitate Him. Now we suffer as sons for our own salvation. O merciful Lord! How great is Thy love for us.Christ walked this path and calls us to follow Him.
A righteous person can be as happy in a shack as in a palace. When our heart is filled with the Holy Spirit, wherever we may find ourselves, there we will always feel joy, since Paradise is within us.
And so, brethren, if you wish to attain the Kingdom of Heaven, you cannot bypass the path taken by Jesus Christ. Indeed, all the prophets, the Apostles, the martyrs, the saints and countless other righteous ones walked along this path. There is no other.
Brethren, if you wish to attain the Kingdom of Heaven, follow the path which Jesus Christ took, and He, the all-merciful one, will help you every step of the way.
Saint Innocent of Alaska Metropolitan of Moscow ,The Way Into the Kingdom of Heaven
Αγίων 14.000 Νηπίων – π. Αλεξάνδρου Σμέμαν
Αγίων 14.000 Νηπίων υπό του Ηρώδου αναιρεθέντων.
Εορτάζουν στις 29 Δεκεμβρίου
Μετά τα Χριστούγεννα
του π. Αλεξάνδρου Σμέμαν
Δεν προλαβαίνουμε να χαρούμε τα Χριστούγεννα, αυτή τη γιορτή της ειρήνης και της καλωσύνης που ακτινοβολεί το Παιδί της Βηθλεέμ, και τότε το ευαγγέλιο μάς προσκαλεί να παρασταθούμε μάρτυρες της έκρηξης μιας τρομακτικής μοχθηρίας απέναντι σ’ Αυτό, μιας μοχθηρίας που ποτέ δε θα τελειώσει ή θα αδυνατίσει.[…]
Ιστορικά γνωρίζουμε ότι ο Ηρώδης βασίλευε στην Παλαιστίνη με τη σύμφωνη γνώμη και υπό την προστασία των ρωμαίων κατακτητών, και πως ήταν ένας απάνθρωπος και άδικος τύραννος. Στην αντίδραση του στη γέννηση του Χριστού, το ευαγγέλιο μάς δίνει το αιώνιο πορτραίτο της επίγειας εξουσίας που ο μοναδικός σκοπός και η ενέργειά της εξαντλούνται στη διατήρηση, χρησιμοποίηση και υπεράσπιση της δύναμης που κατέχει ενάντια σε ο,τιδήποτε πιθανώς απειλεί την ύπαρξή της. Mήπως δεν το ξέρουμε τόσο καλά εμείς οι ίδιοι; Πάνω απ’ όλα ο Ηρώδης είναι τρομαγμένος και φιλύποπτος. Πιθανώς να αναρωτηθούμε πώς ήταν δυνατό ένα παιδί να αποτελεί απειλή, ένα παιδί για το οποίο δε βρέθηκε κανένα άλλο κατάλυμα παρά μια σπηλιά για να γεννηθεί; Για τον Ηρώδη όμως ήταν αρκετό το ότι κάποιος –και στην περίπτωσή μας αυτοί οι μάγοι από την Ανατολή- ονόμασε «βασιλιά» αυτό το άγνωστο φτωχικό και αβοήθητο παιδί. Τίποτε άλλο δε χρειάστηκε για να μπει σε λειτουργία ο μηχανισμός της εγκληματικής αναζήτησης, έρευνας, ανάκρισης και εκτέλεσης.
«Τότε Ηρώδης λάθρα καλέσας τους μάγους…». Έπρεπε να γίνει μυστικά, επειδή αυτού του τύπου η εξουσία γνωρίζει ότι μπορεί να λειτουργεί μόνο όταν η δουλειά της γίνεται μυστικά, που σημαίνει παράνομα και άδικα. Και τότε, «πορευθέντες», είπε ο Ηρώδης στους Μάγους «ακριβώς εξετάσατε περί του παιδίου.» Διατάζει να διερευνήσουν, να «κατασκευάσουν μιαν υπόθεση», να την προετοιμάσουν πολύ προσεκτικά έτσι, ώστε να μην υπάρχει καμιά διαφυγή ή σφάλμα καθώς ετοιμάζονται τα αντίποινα. Κατόπιν έρχεται το ψέμα: «επάν δε εύρητε, απαγγείλατέ μοι, όπως καγώ ελθών προσκυνήσω αυτώ.» Πόσο συχνά δεν έχουμε δει αυτό το είδος του ψέματος να διαμορφώνεται τόσο μεθοδικά καθώς προετοιμάζεται να εκτοξευθεί. Και τελικά η παράλογη και αιματοβαμμένη αντεκδίκηση: για να καταστραφεί ο ένας, δολοφονούνται εκατοντάδες. Δεν υπάρχουν εξαιρέσεις, δε σταματά σε τίποτε. Και όλα αυτά για να προστατευθεί η άπληστη εξουσία, που δεν έχει κανέναν άλλο τρόπο για να υπερασπίσει τον εαυτό της από τη βία, την απανθρωπιά και την ετοιμότητα να δολοφονήσει.
Το φως των Χριστουγέννων συναντά το σκοτάδι της κακόβουλης εξουσίας που την έχει διαφθείρει ο φόβος και η καχυποψία. Από τη μια πλευρά: «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία.» Από την άλλη μια τρομακτική, συνεχώς κακή βούληση, ο ρόγχος ενός μισοπεθαμένου καθεστώτος που μισεί το φως, τον κόσμο, την ελευθερία, την αγάπη και επιθυμεί διακαώς να τα ξεριζώσει χωρίς έλεος. Γιατί να νοιαστεί αυτή η κακόβουλη εξουσία για τις κραυγές και το κλάμα των μητέρων που δε θα βρουν καμιά παρηγοριά; Δυο χιλιάδες χρόνια πέρασαν από τότε, αλλά οι ίδιες δύο εξουσίες εξακολουθούν να βρίσκονται αντιμέτωπες η μια απέναντι στην άλλη στον πολυβασανισμένο πλανήτη μας: η εξουσία της γυμνής δύναμης, η τυφλωμένη από το φόβο και τρομακτικά απάνθρωπη και η ακτινοβόλα εξουσία του παιδιού της Βηθλεέμ. Φαίνεται όμως πως όλη η εξουσία, όλη η δύναμη βρίσκεται στα χέρια αυτής της γήινης αρχής, στα χέρια της αστυνομίας της, των ανακριτών της, στα χέρια αυτού του αθάνατου συστήματος των νυκτερινών επιχειρήσεων. Μόνο όμως φαινομενικά: επειδή ποτέ δεν παύουν να λάμπουν το αστέρι και η εικόνα της Μητέρας με το Βρέφος, ο ύμνος «Δόξα εν υψίστοις Θεώ» δεν έχει σιγήσει, και η πίστη, η ελπίδα και η αγάπη ζουν.Απολυτίκιον των αγίων Νηπίων. Ήχος α’. Τον τάφον σου Σωτήρ.
Ως θύματα δεκτά, ως νεόδρεπτα ρόδα και θεία απαρχή, και νεόθυτοι άρνες, Χριστώ τω ώσπερ νήπιον, γεννηθέντι προσήχθητε, αγνά Νήπια, την του Ηρώδου κακίαν, στηλιτεύοντα και δυσωπούντα απαύστως, υπέρ των ψυχών ημών.
Μεγαλυνάρια
Εν μαιευτηρίω των ουρανών, άγγελοι Κυρίου εγεννήθησαν νεοσσοί, εγγύς της ημέρας των πρώτων Χριστουγέννων, και της αθανασίας γάλα εθήλασαν.
Ενηλικιώθητε σθεναρώς, ώριμοι ως άνδρες, της θυσίας οι γεωργοί, της χαράς ποιμένες, τεχνίται της αγάπης και μαχηταί ειρήνης, Νήπια, χαίρετε!
Ουράνιαι τάξεις αγγελικαί, Πρόδρομε Κυρίου, αποστόλων η Δωδεκάς, τα τίμια Βρέφη, μετά της Θεοτόκου, συν πάσι τοις αγίοις, κόσμον στηρίξατε!
The victory of the Lamb. St Nikolaj (Velimirović), Bishop of Ochrid
Glory to God in the highest and on earth peace…
St Nikolaj (Velimirović), Bishop of Ochrid and Zhicha
Homily On the victory of the Lamb
These shall make war with the Lamb, and the Lamb shall overcome them (Revelation 17:14).
Brethren, let us rejoice and be glad at the Lamb’s victory over all the beasts. Lions and tigers, wolves and foxes, hyenas and snakes-the Lamb shall overcome them! Who has seen and heard this? Our ears have heard this and our eyes have seen this. The Lamb is Christ the Lord, and the beasts are all His adversaries, visible and invisible. In our day the Lamb carries the victories; in the future the Lamb shall conquer, even to the last day. The Lamb conquered and conquers and shall conquer all the kings and rulers of the world with their bestial natures, their armies and their mercenaries, their glorifiers and their followers. Such power is possessed by the meek Lamb of God. O my poor brethren, be not afraid; be not frightened; be not doubtful. The greatest Victor is your Leader, your Helper and your Friend. He is called “the Lamb” in order to teach us that we should be like lambs: quiet, meek, guileless, patient, ready for the victory-bearing sacrifice, and devoted to the will of our Shepherd. When God is with the lamb, then the lamb is stronger than the wolf, mightier than the lion, craftier than the snake and the fox. However, justice cannot be recognized or the final victory be seen until both worlds are taken into account. O my brethren, when we take into account both worlds, we recognize eternal justice and immortal victory. The Lamb conquers, and only the Lamb.
O Lord Jesus, King of kings, Victor in all conflicts and battles, the Lamb of God, meek and merciful, make us to be victory-bearing lambs.
To Thee be glory and praise forever. Amen.
The end and glory be to God!
Through the prayers of all Thy saints, O Lord Jesus Christ our God, have mercy on us!Amen.
Prologue from Ochrid by Bishop Nikolai Velimirovic, January 13th (New Style) • December 31st (Old Style)
First Ode of the Christmas Canon
Christ is born, glorify him. Christ is from heaven, go to meet him. Christ is an earth, be ye lifted up. Sing to the Lord, all the earth. Sing out with gladness, all ye people. For he is glorified.
Kontakion
Today the Virgin gives birth to the Transcendent One, and the earth offers a cave to the Unapproachable One! Angels, with shepherds, glorify Him! The wise men journey with the star! Since for our sake the Eternal God is born as a little child.