Τὸ Γενέσιον τοῦ τιμίου ἐνδόξου Προφήτου Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου.
Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα
Ο Τίμιος Πρόδρομος είναι το πρόσωπον εκείνο, το οποίον εγκωμίασε ο Χριστός περισσότερο από κάθε άλλον άνθρωπο. “Μείζων εν γεννητοίς γυναικών προφήτης Ιωάννου του Βαπτιστού ουδείς εστι” (Λουκ. ζ’ 28). Είναι ο μεγαλύτερος των Προφητών….Το όνομα Ιωάννης, που έλαβε, ήταν και αυτό δώρο του Θεού, όπως και ο ίδιος.
Η ασκητική του ζωή σκανδάλισε πολλούς από τους συγχρόνους του, που δεν μπορούσαν να αντιληφθούν τον αγγελικό τρόπο της ζωής του, και τον κατηγορούσαν ότι είναι δαιμονισμένος. Βέβαια, το γεγονός αυτό, δηλαδή το να κατηγορούν οι άνθρωποι κάποιον συνάνθρωπό τους, επειδή θέλει να ζήση όχι όπως εκείνοι, αλλά με διαφορετικό τρόπο, συνέβαινε και σε άλλες εποχές, όπως συμβαίνει και στις ημέρες μας, αφού και σήμερα υπάρχουν πολλοί που κατηγορούν αυτό που δεν μπορούν να καταλάβουν με την δική τους λογική.
Ο Τίμιος Πρόδρομος προετοίμασε τους ανθρώπους να δεχθούν τον Χριστό. Το κήρυγμά του ήταν κήρυγμα μετανοίας. Ο λόγος του ήταν γεμάτος ανδρεία και δύναμη. Δεν δείλιασε και δεν δίστασε να τα βάλη με το κατεστημένο της εποχής του. Ήλεγξε την παρανομία του βασιληά Ηρώδη. Αλλά και τους Φαρισαίους, που καταδυνάστευαν τον λαό φορτώνοντάς τον φορτία βαρειά και δυσβάστακτα, τους αποκάλεσε φίδια και γεννήματα εχιδνών.
Προπορεύθηκε του Χριστού και στον άδη και μάλιστα με χαρά, όπως ψάλλουμε στο Απολυτίκιό του, για να κηρύξη στους απ’ αιώνος θανόντας “Θεόν φανερωθέντα εν σαρκί”.
Στην συνέχεια, θα τονίσουμε τρία σημεία, λαμβάνοντας αφορμή από τα γεγονότα της ζωής του, αλλά και από τον βίο και την πολιτεία του.
Πρώτον, ότι κατηγορήθηκε ως δαιμονισμένος γιατί η ζωή του, που την είχε αφιερώσει στον Θεό, ήταν διαφορετική από εκείνη των πολλών. Δεν έμενε στην πόλη, αλλά έφυγε στην έρημο, όπου ζούσε ασκητικά. Δεν έτρωγε φαγητό, αλλά τρεφόταν με ακρίδες, δηλαδή με τις τρυφερές άκρες των φυτών, και με μέλι άγριο. Και σήμερα, δυστυχώς, υπάρχει από πολλούς η ίδια αντιμετώπιση, όταν αποφασίση κάποιος, και ιδίως νέος και μορφωμένος, να αφιερωθή στον Χριστό και στην Εκκλησία Του ως Ιερέας ή ως Μοναχός. Και αν δεν τον αποκαλούν δαιμονισμένο, σίγουρα λένε ότι κάτι έπαθε στο μυαλό. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι άνθρωποι που αντιτίθενται και προκαλούν πλείστα όσα εμπόδια και δυσκολίες, δεν είναι άθεοι ή άσχετοι με την Εκκλησία, αλλά αντίθετα εκκλησιάζονται και μάλιστα τιμούν τους Αγίους, που ακολούθησαν τον ίδιο δρόμο. Αυτό αν δεν είναι παραλογισμός τότε τί είναι;
Δεύτερον. Αν ήλεγξε την παρανομία του Ηρώδη και την υποκρισία των Φαρισαίων, το έκανε από αγάπη και όχι από εμπάθεια, αφού ήταν απαθής και “πλήρης Πνεύματος Αγίου”. Σκοπός του δεν ήταν η διαπόμπευσή τους, αλλά η διόρθωση και η θεραπεία τους.
Σήμερα υπάρχει η νοοτροπία να δικαιολογούμε τα λάθη μας και τα πάθη μας στηρίζοντάς τα αγιογραφικά και αγιολογικά, δηλαδή φέροντας παραδείγματα από την Αγία Γραφή και από την ζωή των Αγίων. Έτσι, πολλοί βρίζουν, συκοφαντούν και σπιλώνουν υπολήψεις τάχα για την δόξα του Θεού. Οι Άγιοι, όταν αναγκάζονταν να ελέγξουν, το έκαναν με πόνο, αγάπη και πολλή προσευχή για τα συγκεκριμένα πρόσωπα και αφού είχαν εξαντλήσει κάθε άλλο μέσο.
Τρίτον. Τα γεγονότα της ζωής του, ο Τίμιος Πρόδρομος, ευχάριστα και οδυνηρά, τα θεωρούσε ότι προέρχονται κατ’ ευθείαν από τον Θεό, αφού χωρίς την θέλησή Του τίποτα δεν μπορεί να συμβή. Και πράγματι, όχι μόνον η γέννηση και τα άλλα περιστατικά της ζωής του έγιναν επειδή το θέλησε ο Θεός, αλλά και αυτός ο θάνατός του έγινε θεϊκή Οικονομία, για να κηρύξη και “τοίς εν άδη”.
Το ίδιο συμβαίνει και με κάθε έναν από εμάς. Ο Θεός μας γνωρίζει πριν ακόμα γεννηθούμε, αφού αυτός είναι η αιτία της δημιουργίας μας.Μας αγαπά περισσότερο από ό,τι νομίζουμε και φροντίζει για τον καθένα μας ξεχωριστά. Τίποτε από όσα συμβαίνουν στην ζωή μας δεν είναι τυχαίο. Τις αποτυχίες, τις αναποδιές και τις πιο οδυνηρές ακόμη ασθένειες τις επιτρέπει ο Θεός από αγάπη, γιατί όταν αντιμετωπισθούν σωστά μπορούν να αποδειχθούν ως οι μεγαλύτερες ευλογίες.
Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ: “Ό,τι γίνεται για τα μάτια του κόσμου δεν είναι αρεστώ στον Θεό”
Ο Κύριος αποδοκιμάζει την προσευχήν, την ελεημοσύνην, την νηστείαν και παν καλόν έργον, όπερ τελείται «έμπροσθεν των ανθρώπων» εν υποκρίσει και αποβλέπει εις την παρ’ αυτών δόξαν.
Ουχί δε μόνον ο λόγος του Θεού εντέλλεται να αποκρύπτωμεν την εσωτερικήν ημών ζωήν από των αλλοτρίων οφθαλμών, αλλά και το υγιές πνευματικόν ένστικτον, ώσπερ «κατηγορική τις προσταγή», απαγορεύει την παραβίασιν του μυστικού της ψυχής της παρισταμένης ενώπιον του Θεού.
Η προσευχή της μετανοίας ενώπιον του Υψίστου συνιστά τον πλέον ενδόμυχον χώρον του πνεύματος ημών. Εκ τούτου γεννάται η επιθυμία να παραμείνωμεν κεκρυμμένοι είς τι μέρος, υπό την γην, ούτως ώστε ουδείς να βλέπη ή να ακούη ημάς, αλλά το παν να διαμείβηται μόνον μεταξύ του Θεού και της ψυχής. Κατ’ αυτόν τον τρόπον έζων τας πρώτας δεκαετίας της μετανοίας μου ενώπιον του Κυρίου.
Εκ της πικράς μου πείρας πολλάκις εδιδάχθην ότι είναι απαραίτητον να αποφεύγωμεν και αυτήν εισέτι την επιστροφήν προς ημάς αυτούς, άλλως αποβαίνωμεν θύματα του πνεύματος της κενοδοξίας ή της αυταρεσκείας.
Δια τας κινήσεις αυτάς της καρδίας ημών υφιστάμεθα την υπό του Θεού εγκατάλειψιν…
Αρχιμανδρίτου ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ (Σαχάρωφ),”ΟΨΟΜΕΘΑ ΤΟΝ ΘΕΟΝ ΚΑΘΩΣ ΕΣΤΙ” ,Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ, Αγγλίας 1992
Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ’
Προφῆτα καὶ Πρόδρομε, τῆς παρουσίας Χριστοῦ, ἀξίως εὐφημῆσαί σε οὐκ εὐποροῦμεν ἡμεῖς, οἱ πόθῳ τιμῶντές σε· στείρωσις γὰρ τεκούσης, καὶ πατρὸς ἀφωνία, λέλυνται τῇ ἐνδόξῳ, καὶ σεπτῇ σου γεννήσει, καὶ σάρκωσις Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, κόσμῳ κηρύττεται.
Μεγαλυνάριον.
Ἄνθος τὸ θεόσδοτον ἐκφυέν, σήμερον ἐκ στείρας, εὐωδίας ἁγιασμοῦ, ἔπλησε τὰ πάντα, τὴν ἔρημον τὰ ὄρη, τῶν ποταμῶν τὰ ῥεῖθρα, Χριστοῦ ὁ Πρόδρομος.
Ταῖς τοῦ τιμίου καὶ ἐνδόξου Προφήτου, Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου Ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.