iconandlight

Iconography and Hand painted icons

Θα περάσουμε μεγάλη θύελλα. Παρακαλώ τον Θεό να ισχυροποιηθήτε. Ενδύσασθε την πανοπλίαν του Θεού. Άγιος Λαυρέντιος (Κνιάζεφ) επίσκοπος Μπαλαχνίνσκ – π. Αυγουστίνος Καντιώτης

Πολύευκτος Μελιτινής_Polyeuctus the Martyr_Полие́вкт Мелитине_sf-mc-polieuct-din-melitina-5-1

Άγιοι Μαρκιανός και Μαρτύριος οι νοτάριοι (355)
Αγία Ταβιθά, ην ήγειρε θανούσαν ο Aπόστολος Πέτρος, η ελεήμων της Ιόππης (Πράξεις 9: 36-43) (1ος αιώνας)
Αγία Χρυσάνθη, Ουαλλέριος και Χρυσάφιος, ξίφει τελειούνται
Άγιος Γεώργιος επίσκοπος Αμάστριδος, ο ποιητής των Kανόνων (περ. 805)
Άγιοι Παππίας, Διόδωρος και Κλαυδιανός της Ατταλείας Παμφυλίας (περ. 249-251), Ούαρος «ὁ ἐν Αἰγύπτῳ», Σαβίνος, Φαύστος, Bασίλειος και Λουκιανός, ξίφει τελειούνται.
Άγιοι Nικηφόρος και Στέφανος ξεόμενοι τελειούνται.
Άγιοι Φιλάδελφος και Πολύκαρπος, Mακάριος Πάφου της εν Kύπρω, εν ειρήνη τελειούνται.
Άγιοι δύω Mάρτυρες οι εν Θράκη, μέσον δύω πετρών συμπιεσθέντες, τελειούνται.
Μάρτυριος, διάκονος και Μάρτυριος, έγκλειστος, των Σπηλαίων του Κιέβου (13ος-14ος αι.)

Εορτάζουν στις 25 Οκτωβρίου

Λαυρέντιος (Κνιάζεφ) επίσκοπος Μπαλαχνίνσκ, Αλέξιος (Πορφύριεφ) ιερέας και Αλέξιος Νεομάρτυρες (1918).
Εικόνα της Θεοτόκου και Μητέρας του Θεού “πάντων θλιβομμένων η Χαρά “ (1688).

Εορτάζουν στις 24 Οκτωβρίου

Ο ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ Λαυρέντιος, επίσκοπος Μπαλάχνα γεννήθηκε το 1877 στην πόλη Κασίρ. Λεγόταν Ευγένιος και ήταν το μοναχοπαίδι του ιερέα π. Ιωάννου Κνιάζεφ. Ο ιερέας πατέρας του πέθανε πολύ νέος, κι έτσι ο Ευγένιος παρέμεινε το μοναδικό στήριγμα της χήρας μητέρας του.
Από μικρός ο Ευγένιος αγάπησε τον Θεό και τη ζωή της Εκκλησίας, γι’ αυτό, μετά τις εγκύκλιες σπουδές του, το ενδιαφέρον του στράφηκε στη θεολογία. ..Αποφοίτησε το 1902. Το ίδιο έτος, στις 28 Ιανουαρίου, ποθώντας να δοθεί ολοκληρωτικά στην Αγάπη του Χριστού, έγινε μοναχός στη Μονή Βαλαάμ.

Στις 28 Φεβρουαρίου του 1912 διορίστηκε διευθυντής του Εκκλησιαστικού Σεμιναρίου Λιτόφσκι και ηγούμενος της Μονής Αγίας Τριάδος Βίλνα. Ποιμενάρχης της επαρχίας Βίλνα ήταν τότε ο αρχιεπίσκοπος Τύχων, ο μετέπειτα πατριάρχης Μόσχας και πάσης Ρωσίας. Ο π. Λαυρέντιος συνδέθηκε πνευματικά μαζί του, όπως αποδεικνύεται και από την μετέπειτα αλληλογραφία τους, και διδάχθηκε πολλά από την πραότητα και τη διακριτικότητα του αγίου ιεράρχη.
Γι’ αυτή την περίοδο της διακονίας του π. Λαυρέντιου έλεγαν πώς είχε δώσει κάποτε το καλυμμαύχι του στο εκεί γυναικείο μοναστήρι για να του το επιδιορθώσουν. Ή μοναχή πού το ανέλαβε, όταν τελείωσε, σιδέρωσε το κουκούλι και το έραψε στο καλυμμαύχι. Ύστερα, για να δει αν είναι τοποθετημένο σωστά, πλησίασε σ’ έναν καθρέφτη και σήκωσε το καλυμμαύχι ψηλά, προκειμένου να το βάλει στο κεφάλι της. Τότε άφησε μια κραυγή κι έπεσε αναίσθητη. Όταν συνήλθε, είπε πώς είχε δει γύρω από το καλυμμαύχι ένα φλογερό στεφάνι… Ήταν, ίσως, ένα προμήνυμα του μαρτυρικού τέλους, πού θα αξιωνόταν ο κάτοχός του.

Υστερ’ από πέντε χρόνια εκκλησιαστικής προσφοράς στην επαρχία Βίλνα, τον Φεβρουάριο του 1917, ο π. Λαυρέντιος χειροτονήθηκε επίσκοπος Μπαλάχνα και διορίστηκε βοηθός επίσκοπος της επαρχίας Νίζεγκοροντ.
Στο Νίζνι Νόβγκοροντ έμενε στη Μονή των Σπηλαίων. Διατηρώντας πνευματικές σχέσεις με τους γέροντες της ’Όπτινα, ήταν φιλόπονος εργάτης της ευχής του Ιησού, αλλά και εξαιρετικά φιλακόλουθος. Αγαπούσε ιδιαίτερα να διαβάζει καθημερινά τον Ακάθιστο ‘Ύμνο μπροστά στην αγιορείτικη εικόνα της Παναγίας της Γοργοϋπηκόου..

Έναν χρόνο και επτά μήνες παρέμεινε ο ιεράρχης στη μεγαλούπολη τού Νίζνι Νόβγκοροντ, διοικώντας σ’ όλο σχεδόν αυτό το διάστημα την εκκλησιαστική επαρχία εντελώς μόνος του. Κι αυτό γιατί ο ποιμενάρχης της, αρχιεπίσκοπος Ιωακείμ (Λεβίτσκι), ταξιδεύοντας το 1917 από τη Μόσχα στην Κριμαία, πιάστηκε και κρεμάστηκε από ληστές.

Στις 7 Ιουνίου τού 1918 συνήλθε στο Νίζνι Νόβγκοροντ κληρικολαϊκή συνέλευση της επαρχίας Νίζεγκοροντ με αποκλειστικό θέμα τον ανοιχτό διωγμό πού είχε εξαπολύσει το κράτος κατά της Εκκλησίας. Η συνέλευση αποφάσισε ομόφωνα να αντιταχτεί στην αρπαγή των ναών και των μοναστηριών και στη δήμευση της εκκλησιαστικής περιουσίας από το σοβιετικό κράτος. Το σχετικό ψήφισμα-έκκληση προς την κυβέρνηση και τον λαό υπέγραψαν ο επίσκοπος Λαυρέντιος, ο πρόεδρος της συνελεύσεως πρωτοπρεσβύτερος Αλέξιος (Πορφύριεφ), προϊστάμενος του Καθεδρικού Ναού, και ο γραμματέας της Αλέξιος Νέιντγκαρντ, πρώην κυβερνήτης της Νίζεγκοροντ.
Στο ψήφισμα, μεταξύ των άλλων, αναφέρονταν και τα λόγια του αποστόλου Παύλου: «Ενδύσασθε την πανοπλίαν του Θεού» (Έφ. 6:11). Αυτό θεωρήθηκε από τις αρχές κλήση σε ένοπλη εξέγερση. Έτσι, συνελήφθη αμέσως ο π. Αλέξιος και οδηγήθηκε σ’ ένα σκοτεινό κελί της Βορομπίεφκα -μ’ αυτό το όνομα ήταν γνωστό το κτίριο όπου είχε την έδρα της η τοπική ΤσεΚα.
Ο π. Αλέξιος καταγόταν από πολυμελή οικογένεια ευσεβών χωρικών της Σιβηρίας. Είχε γίνει κληρικός από ιεραποστολικό ζήλο και ήταν άνθρωπος προσευχής. Ευλαβούνταν απέραντα τη Θεομήτορα και τιμούσε ιδιαίτερα την εικόνα της «Πάντων θλιβομένων η χαρά». 

Ο επίσκοπος Λαυρέντιος, απτόητος από τις διώξεις τού αθεϊστικού καθεστώτος, συνέχισε να εμψυχώνει τον λαό, περιοδεύοντας σ’ όλη την επαρχία του. Πέρασε και το καλοκαίρι του 1918 μέσα στις ποιμαντικές μέριμνες αλλά και στην αγωνία για τούς ποιμένες και το ποίμνιο της Εκκλησίας. Στις 23 Αύγουστου έγραφε στον πατριάρχη:
… Αισθάνομαι πολύ κουρασμένος από τον βαρύ ζυγό πού έχει αποτεθεί στους ώμους μου… Είμαι μόνος στην επαρχία σε τούτους τούς δύσκολους καιρούς, όπου κάθε μέρα, ή μάλλον κάθε ώρα, έρχεται κάποια κακή είδηση, η καθεμιά χειρότερη από την προηγούμενη… Μερικοί από τούς φυλακισμένους ιερείς αποφυλακίστηκαν, άλλοι είναι ακόμα στη φυλακή. 
Στις 28 Ιουλίου με πολλή δυσκολία κατόρθωσα να εξασφαλίσω την άδεια των αρχών για να τους επισκεφτώ. Ωστόσο, ο διευθυντής της φυλακής, όντας Εβραίος, δεν μου επέτρεψε να τελέσω τη θεία Λειτουργία στο παρεκκλήσι…

Λαυρέντιος Βαλακίν επίσκοπος_Lavrenty_Lawrence Knyazev-Bishop of Balakhnin_Лаврентий Князев_еп Балахнинский_Lavrentiy-Knyazev-18Διαισθανόταν, όμως, ο φιλόπονος ιεράρχης ότι η ώρα και τού δικού του μαρτυρίου ήταν πολύ κοντά. Τα τρία τελευταία κηρύγματά του τα έκλεισε με τα ίδια λόγια:
– Αγαπητοί αδελφοί και αγαπητές αδελφές, ζούμε σε καιρούς χαλεπούς. ’Άς είμαστε έτοιμοι όλοι για την ομολογία και μερικοί για το μαρτύριο.
Τελικά, στο τέλος Αύγουστου τού 1918 ο επίσκοπος Λαυρέντιος συνελήφθη και οδηγήθηκε στις Κρατικές Φυλακές του Νίζνι Νόβγκοροντ. Εκεί τού πρόσφεραν ατομικό κελί, αλλά εκείνος δεν το δέχτηκε. Προτίμησε να μείνει στον κοινό θάλαμο. Την πρώτη νύχτα την πέρασε ξαπλωμένος στο γυμνό πάτωμα. Την άλλη μέρα η πνευματική του κόρη Ελισάβετ Σμέλινγκ τού έστειλε ένα στρώμα, αλλά εκείνος πρόθυμα το παραχώρησε για τις ανάγκες τών συγκρατουμένων του. Μερικοί κρατούμενοι, πού κοιμήθηκαν σ’ αυτό, ύστερ’ από λίγο αποφυλακίστηκαν. Πολλοί, λοιπόν, πού το παρατήρησαν, ήθελαν να ξαπλώσουν στο στρώμα, ελπίζοντας ότι έτσι θα αποκτούσαν την Ελευθερία τους.

Ο ιεράρχης άφηνε τον θάλαμο μόνο όταν τον καλούσαν για ανάκριση ή για εργασία: καθαρισμό της αυλής, πέταμα των σκουπιδιών, μεταφορά του νερού με βαρέλια κ.ά. Όλο τον υπόλοιπο χρόνο της ημέρας και της νύχτας τον περνούσε εκεί μέσα με σιωπή και αδιάλειπτη προσευχή. Τις πρώτες μέρες της φυλακίσεώς του έπεφταν πάνω του βροχή οι προσβολές και τα πειράγματα των συγκρατουμένων του εγκληματιών. Ωστόσο, η πραότητα, η ανεξικακία και η ακτινοβόλα αρετή του μετέβαλαν σύντομα τη χλεύη σε σιωπηλό σεβασμό και εγκάρδιο θαυμασμό.
Η πιο μεγάλη παρηγοριά του φυλακισμένου επισκόπου ήταν η θεία Λειτουργία, πού τελούσε συχνά στο παρεκκλήσι της φυλακής με την άδεια της διευθύνσεως. Κάθε Κυριακή και κάθε γιορτή πρόσφερε στον Κύριο την αναίμακτη θυσία για τον εαυτό του και για τούς άλλους ανθρώπους. Τα πνευματικά του παιδιά του έστελναν με τον σύγκελλό του ότι χρειαζόταν για την τέλεση της Λειτουργίας. Κι εκείνος με το ίδιο πρόσωπο τούς έστελνε παρηγορητικές επιστολές. Κάποτε έδωσε στον ιερομόναχο Βαρνάβα (Μπελιάγεφ), μετέπειτα επίσκοπο Βασιλσούρσκι, το φθαρμένο κομποσκοίνι του μέ την παράκληση να του το αντικαταστήσει μ’ ένα καινούργιο. Ο π. Βαρνάβας, παίρνοντάς το στα χέρια του, ψιθύρισε:
– Πολύμοχθο κομποσκοίνι!

Οι κάτοικοι της πόλης Μπαλάχνα, τυπικής έδρας της επισκοπής Μπαλάχνα, συγκέντρωσαν το ποσό των 16.000 ρουβλίων, προκειμένου να το καταθέσουν ως εγγύηση για την αποφυλάκιση του ποιμενάρχη τους. Για τον ίδιο σκοπό μάζευαν και υπογραφές, όπως έκαναν άλλωστε και οι πιστοί του Νίζνι Νόβγκοροντ. Οι αρχές, ωστόσο, δεν είχαν την πρόθεση να τον αποφυλακίσουν.
Άνθρωποι της ΤσεΚα τον παρακολούθησαν σε μια Λειτουργία του στο παρεκκλήσι της φυλακής, ανήμερα της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. Εντυπωσιάστηκαν σαν είδαν τον ιεράρχη λουσμένο στο φως και το εκκλησίασμα να συμμετέχει βαθύτατα κατανυγμένο. Τυφλωμένοι, όμως, από το μίσος, μήνυσαν στούς προϊσταμένους τους:
– Πρέπει να ξεμπερδεύουμε οριστικά με τον δεσπότη… και όσο πιο σύντομα…

Τον Οκτώβριο του 1918 γιορτάστηκε από τις αρχές σ’ όλη τη χώρα η πρώτη επέτειος της Οκτωβριανής Επαναστάσεως των μπολσεβίκων. Παράλληλα εξαπολύθηκε πιο άγρια η τρομοκρατία. Χιλιάδες πιστοί, κληρικοί και λαϊκοί, συνελήφθησαν και βασανίστηκαν.
Το βράδυ της 23ης Οκτωβρίου (5ης Νοεμβρίου) ο επίσκοπος Λαυρέντιος οδηγήθηκε πεζός από έναν οπλισμένο στρατιώτη στη Βορομπίεφκα, που βρισκόταν ακόμα φυλακισμένος ο π. Αλέξιος. Στον δρόμο πολλοί άνθρωποι τον πλησίαζαν και του φιλούσαν το χέρι.
Περνώντας μπροστά από το μετόχι της Μονής Πίτσκι, ο ιεράρχης κοντοστάθηκε. Την ώρα εκείνη γινόταν η εορταστική ακολουθία προς τιμήν της θεομητορικής εικόνας «Πάντων θλιβομένων ή χαρά». Οι πιστοί τον αντιλήφτηκαν και βγήκαν να πάρουν την ευλογία του.
Την άλλη μέρα ανακοινώθηκε στον επίσκοπο Λαυρέντιο και στον π. Αλέξιο ότι θα τουφεκίζονταν, εκτός κι αν αρνούνταν την ιεροσύνη τους. Εκείνοι απέρριψαν ασυζήτητη την πρόταση. Οι δεσμοφύλακες τότε, αφού τούς έδειραν ανελέητα, τούς έκλεισαν σ’ ένα κελί.
Ο επίσκοπος είχε μαζί του τα τίμια Δώρα. Λάμποντας από χαρά και γαλήνη, κοινώνησε τα άχραντα Μυστήρια και στη συνέχεια τα πρόσφερε και στον π. Αλέξιο «εις εφόδιον ζωής αιωνίου και εις ευπρόσδεκτον απολογίαν την επί τού φοβερού βήματος τού Κυρίου».
Κάποια στιγμή, τον π. Αλέξιο τον έπιασαν τα κλάματα.
–         Γιατί κλαις; τον ρώτησε ο ιεράρχης. Πρέπει να χαιρόμαστε.
–         Κλαίω για την οικογένεια μου, αποκρίθηκε εκείνος.
–         Εγώ είμαι έτοιμος, του είπε με ηρεμία ό επίσκοπος.
Αργά το βράδυ, στις 11 η ώρα, τούς πήραν και τούς οδήγησαν στον κήπο, όπου είχαν ήδη ανοίξει έναν μεγάλο τάφο. ’Έφεραν εκεί και τον Αλέξιο Νέιντγκαρντ. Τούς έστησαν και τούς τρεις στην άκρη του τάφου. 
Ο ιεράρχης ύψωσε τα χέρια του και άρχισε να προσεύχεται μυστικά. Ο π. Αλέξιος σταύρωσε τα χέρια του στο στήθος, έσκυψε το κεφάλι και ψιθύρισε την προσευχή του τελώνη:
-Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ!

Τη στιγμή εκείνη ακούστηκε μια μυριόστομη και θεσπέσια ψαλμωδία. Ήταν ο Χερουβικός “Ύμνος! Η ουράνια μελωδία και οι αλλοιωμένες μορφές των προσευχομένων μελλοθανάτων δημιούργησαν μια υποβλητική ατμόσφαιρα. Οι Ρώσοι στρατιώτες ταράχθηκαν και αρνήθηκαν να τους εκτελέσουν. Κλήθηκαν αμέσως Λετονοί, οι οποίοι και πραγματοποίησαν την εκτέλεση.

Ο Λετονός ήταν και ο ανακριτής, στον οποίο είχε ανατεθεί η υπόθεση του επισκόπου Λαυρέντιου. Την ίδια νύχτα, παραδίδοντας τα προσωπικά αντικείμενα του ιεράρχη στους Γ. και Έ. Σμέλινγκ, τούς είπε:
– Ο επίσκοπος ήταν αθώος. Στον φάκελό του δεν υπήρχε κανένα ενοχοποιητικό στοιχείο.
Ύστερ’ από λίγες μέρες, η Ελισάβετ Σμέλινγκ, πηγαίνοντας στην εκκλησία, πέρασε έξω από τη Βορομπίεφκα. Εκείνη την ώρα έβγαινε από την αυλόπορτα μια άμαξα, πάνω στην οποία βρίσκονταν δύο νεκρά σώματα.
–         Ποιοι είναι; ρώτησε η Ελισάβετ τον αμαξά.
–         Είναι τα πτώματα ενός δεσπότη κι ενός παπά, αποκρίθηκε εκείνος.
Και που τα πάτε;
Στο νησί Μοτσαλνι. Από εκεί θα ριχτούν στο Βόλγα αυτή την εντολή μας έδωσαν.
«Άγιοι κατάδικοι: Ρώσοι ιερομάρτυρες και ομολογητές» (Ηγούμενος Δαμασκηνός (Ορλόφσκι)) Εκδόσεων Ιερά Μονή Παρακλήτου

***

Θα περάσουμε μεγάλη θύελλα
Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

Ιησούς Χριστός_Jesus-Christ_Παραβολή των κακών γεωργών του αμπελώνος Parable of the Vineyard При́тча о злых виногра́дарях_coperta-fata-Brancoveni1«…Παρακαλώ τον Θεό να ισχυροποιηθήτε. Γιατί θα περάσωμε μεγάλη θύελλα. Θα περάση μεγάλη θύελλα η πατρίδα μας. Τα λέμε αυτά και δεν τα αισθανόμεθα, και δεν ενθυμούμεθα τους μάρτυρες της Αλβανίας και των άλλων αθέων καθεστώτων τι τραβούνε, τι υποφέρουνε. Δεν έχομε κ’ εμείς αυτήν την πίεσιν που αισθάνονται άλλοι· απολαμβάνομε τα αγαθά μιάς δημοκρατικής ζωής. Θα τα έχωμε πάντοτε αυτά;
Mακάρι ο Θεός να μας αξιώση και μαρτυρίου. Είδατε τι έλεγε ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός; «Χριστέ μου», έλεγε, «όπως εσύ έχυσες το αίμα σου για μένα, αξίωσε με κ’ εμένα να χύσω το αίμα μου για σένα». Αυτό το πνεύμα να έχωμε.

ΠΟΘΟΣ ΜΑΡΤΥΡΙΟΥ

Εμείς, που λέμε ότι αγαπούμε τον Χριστόν και ψάλλουμε ύμνους εις αυτόν, πρέπει να έχουμε την διάθεσιν αυτή του μαρτυρίου που είχε και ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός· να επιθυμούμε κ’ εμείς να χύσουμε το αίμα μας για το Xριστό, όπως ο Χριστός έχυσε το αίμα του για μας, και κάθε περιπέτεια να την υποστούμε.
Εγώ τουλάχιστον έχω χαρά αυτές τις ημέρες. Πολλοί μου γράφουν γράμματα και εκφράζουν τη λύπη τους που θα με δικάσουν γιατί δεν υπογράφω το αυτόματο διαζύγιο. Εγώ όμως χαίρομαι. Δεν ξέρω πως σκέπτονται αυτοί οι μεγάλοι, γιατί έχουν τρομερή λύσσα εναντίον μου και θέλουν οπωσδήποτε να με δικάσουν και να με καταδικάσουν. Δεν ξέρω τι θα κάνουν. Μακάρι να πάω στο δικαστήριο και να καταδικαστώ όχι για πορνείες, για μοιχείες, για κλοπές και αρπαγές, για πλεονεξίες, αλλά να δικαστώ και να καταδικαστώ γιατί υποστηρίζω την χριστιανική οικογένεια, που είνε το θεμέλιο της πατρίδος, γιατί υποστηρίζω τα ήθη τα χρηστά, τους ιερούς κανόνες, την πίστι των πατέρων μας. Mακάρι να δικαστώ γι’ αυτά· θα αισθανθώ μεγάλη χαρά. Αλλά είμαι αμαρτωλός και δεν είμαι άξιος ενός τέτοιου προνομίου. Nα έχω τέλος στη φυλακή, όπως είχε ο ιερός Χρυσόστομος και άλλοι μεγάλοι πατέρες της Εκκλησίας, δεν υπάρχει άλλο ανώτερο πράγμα.
Tέτοια τέλη να έχουμε, αυτή τη διάθεσι του μαρτυρίου να καλλιεργούμε.

Θυμάμαι παλαιότερα, όταν ήμουν ιεροκήρυκας, είχα κάποιον κοντά μου. Κάποιον, που έγινε σε νεαρά ηλικία επίσκοπος – δεν σας λέω το όνομα. Του χάρισα ένα βιβλίο μου, που μόλις είχε κυκλοφορήσει, και μου ζήτησε να του γράψω αφιέρωσι. Του έγραψα τότε την εξής αφιέρωσι.
«Τω αγαπητώ τάδε, ίνα διά του αίματός του μαρτυρήση υπέρ της πίστεως και της πατρίδος».
Μόλις είδε την ευχή, κραπ, το πέταξε.
—Βρε πάτερ μου, λέει, τέτοια ευχή μου δίνεις;
Υπάρχει, του απαντώ, παιδάκι μου – πατέρα μου – αδελφέ μου, άλλη ευχή μεγαλύτερη απ’ αυτήν, από το να χύση κανείς το αίμα του για το Χριστό;
Βλέπετε τώρα πως έχουν αλλάξει τα πράγματα. Θέλουμε τα εύκολα. Θέλουμε να έχουμε τη θέσι μας, το μισθό μας, τη σύνταξί μας, τα μέγαρά μας, τις μητροπόλεις μας, τις απολαύσεις μας και όλες τις ανέσεις μας, και όταν μας συμβούν μερικά δυσάρεστα πράγματα αναστατωνόμεθα. Αν συγκρίνουμε τον εαυτό μας με τους πατέρας της Εκκλησίας μας, είμεθα μηδέν.
Από το βιβλίο του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου, «ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΤΩΝ ΕΣΧΑΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ», σελ. 54

Ο Άγιος Παΐσιος μας προειδοποιούσε, σιγά-σιγά, μετά την ταυτότητα, θα προχωρήσουν πονηρά στο σφράγισμα, ο Χριστός όσους δεν σφραγισθούν θα τους βοηθήση. Θα γίνονται μεγάλα θαύματα, θα’ χει κανείς ένα μπουκάλι λάδι και δεν θα τελειώνει, έναν τενεκέ αλεύρι και δεν θα τελειώνει. Μέχρι που να κυκλοφορήσουν οι νέες ταυτότητες, μπορεί να ᾿ρθή και η οργή του Θεού.
https://iconandlight.wordpress.com/2021/08/24/%ce%bf-%ce%ac%ce%b3%ce%b9%ce%bf%cf%82-%cf%80%ce%b1%ce%90%cf%83%ce%b9%ce%bf%cf%82-%ce%bc%ce%b1%cf%82-%cf%80%cf%81%ce%bf%ce%b5%ce%b9%ce%b4%ce%bf%cf%80%ce%bf%ce%b9%ce%bf%cf%8d%cf%83%ce%b5-%cf%83%ce%b9/σχέδιο_άρτοι_χειρόγραφο-ΑΡΤΟΙ ,ΙΒΗΡΩΝήχος πλ. Δ’

Πάντων προστατεύεις, Αγαθή, των καταφευγόντων εν πίστει τη κραταιά σου χειρί, άλλην γαρ ουκ έχομεν αμαρτωλοί προς Θεόν, εν κινδύνοις και θλίψεσιν, αεί μεσιτείαν, οι κατακαμπτόμενοι υπό πταισμάτων πολλών, Μήτερ του Θεού του Υψίστου, όθεν σοι προσπίπτομεν, ρύσαι πάσης περιστάσεως τους δούλους σου.

Πάντων θλιβομένων η χαρά, και αδικουμένων προστάτις, και πενομένων τροφή, ξένων τε παράκλησις, και βακτηρία τυφλών, ασθενούντων επίσκεψις, καταπονουμένων σκέπη και αντίληψις, και ορφανών βοηθός, Μήτερ του Θεού του Υψίστου, συ υπάρχεις, Άχραντε, σπεύσον, δυσωπούμεν, ρύσασθαι τους δούλους σου.

Απολυτίκιον Aγίων Mαρτύρων και νοταρίων Mαρκιανού και Mαρτυρίου.
Ήχος δ’ Ταχύ προκατάλαβε

Οι Μάρτυρές σου, Κύριε, εν τη αθλήσει αυτών, στεφάνους εκομίσαντο της αφθαρσίας, εκ σου του Θεού ημών· σχόντες γαρ την ισχύν σου, τους τυράννους καθείλον, έθραυσαν και δαιμόνων, τα ανίσχυρα θράση· Αυτών ταίς ικεσίαις, Χριστέ ο Θεός, σώσον τας ψυχάς ημών.

Απολυτίκιον Aγίων Mαρτύρων και νοταρίων Mαρκιανού και Mαρτυρίου.
Ήχος γ’. Θείας πίστεως.

Ζήλον ένθεον αναλαβόντες, ημαυρώσατε Αρείου πλάνην ομοούσιον Τριάδα κηρύττοντες, Μαρκιανέ και θέοφρων Μαρτύριε, ορθοδοξίας οι άσειστοι πρόβολοι, θείοι μάρτυρες, Χριστώ τω Θεώ πρεσβεύσατε δωρίσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

Απολυτίκιον Αγίας Ταβιθάς ― Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε

Μαθήτρια ένθεος, εν τη Ιόππη σεμνή, Χριστού εχρημάτισας, και εν πολλοίς οικτιρμοίς, αυτόν εθεράπευσας· όθεν υπό του Πέτρου, ως ηγέρθης θανούσα, εδειξας του σου βίου, Ταβιθά μακαρία, πάσι την κεκρυμμένην, θείαν λαμπρότητα.

Απολυτίκιον Αγίας Ταβιθάς . Ήχος γ. Θείας πίστεως.

Όντως μέγιστον, των αρετών σου, θαύμα έξοχον, των οπαδών σου, ικετευόντων εκείνων εν δάκρυσι, ο Πέτρος παρωξύνθη τω Πνεύματι, και ούτω τη σορώ σου προσήγγισε, επιφωνήσας σοι Ταβιθά εξεργέθητι, Τα γαρ άγιά σου έργα απαιτούσι συνέχειαν. Πρέπον διακόψαι τον θάνατον μάλλον, ή των τοιούτων την θείαν επιμέλειαν.

Απολυτίκιον. Ήχος α΄. Της ερήμου πολίτης.

Χρυσαφίω συνάμα τω στερρώ ομοζύγω σου, στέφος μαρτυρίου εδέξω, ω Χρυσάνθη πολύαθλε· Χριστόν ομολογήσασα Θεόν, και πόνους υποστάσα ανδρικώς, εχαλκεύθης εν καμίνω των αλγεινών, και ως χρυσός διέλαμψας· χαίροις της καρτερίας η ισχύς, χαίροις κανών της πίστεως, χαίροις της ουρανίου εκλογής, το άνθος το μυρίπνοον.

Comments are closed.