iconandlight

Iconography and Hand painted icons

“Θάρρος, παιδιά, θα γλυτώσουμε˙ ο άη-Γιώργης θα μας σώση”. Η Θαυμαστή διάσωσις του παπα-Χαράλαμπου Διονυσιάτη από τον άγιο μεγαλομάρτυρα Γεώργιο

Ὁ λαὸς ἵσταται διὰ τὴν ἀνάγνωσιν τοῦ Συναξαρίου.
Συναξάριον.
Τῇ ΚΓ´ (23ῃ) τοῦ μηνὸς Ἀπριλίου, Μνήμη τοῦ Ἁγίου καὶ ἐνδόξου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου καὶ τῆς Ἁγίας ἐνδόξου Μάρτυρος Πολυχρονίας, μητρὸς αὐτοῦ (303) [Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου καὶ τῆς Ἁγίας μητρὸς αὐτοῦ Πολυχρονίας μετατίθεται εἰς τὴν Δευτέρα τῆς Διακαινησίμου]
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Μνήμη τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Ἀνατολίου καὶ Πρωτολέοντος, Στρατηλατῶν (303)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Ἀθανασίου τοῦ ἀπὸ Μάγων. (303)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Γλυκερίου τοῦ γεωργοῦ. (303)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, οἱ Ἅγιοι Δονᾶτος καὶ Θερινὸς ἐν Βουθρωτῷ τῆς Ἠπείρου ξίφει τελειοῦνται.(250)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Μνήμη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Οὐαλερίου
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Ἰβερίου (Ibar, Iberius), κήρυκος καὶ ἐπισκόπου ἐν Λέινστερ (Leinster) καὶ Μέαθ (Meath), προστάτου τῆς νήσου Βεγγερίνου (Beggerin) ἐν Ἰρλανδίᾳ. (†500)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ὁσίας Πουσίννης (Pusinna), μεθ᾿ ἓξ ἀδελφῶν, τῶν ἐν Καμπανίᾳ τῆς Γαλλίας. (Ϛ´ αἰ.)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Γεράρδου, ἐπισκόπου Τούλου (Toul) ἐν Γαλλίᾳ. (†994)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Ἀδαλβέρτου, ἐπισκόπου Πράγας. (†997)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Γεωργίου τοῦ ἐν Τσενκοὺρσκ Ῥωσίας, τοῦ διὰ Χριστὸν σαλοῦ. (†1462)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ὁ Ἅγιος ἔνδοξος τοῦ Χριστοῦ Νεομάρτυς Γεώργιος, ὁ μαρτυρήσας ἐν τῇ πόλει τῆς Πτολεμαΐδος ἐν ἔτει ͵αψνβ’ (1752ῳ), μαχαίραις κατακοπείς, τελειοῦται.
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Μνήμη τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου Νεομάρτυρος Λαζάρου τοῦ Βουλγάρεως τοῦ βοσκοῦ, ἀθλήσαντος ἐν ἔτει ͵αωβ’ (1802ῳ) ἐν Περγάμῳ τῆς Μικρὰς Ἀσίας.
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ οἱ Ἅγιοι νεο-Ἱερομάρτυρες καὶ ὁμολογητές ἐν Ῥωσίᾳ: Δημήτριος Βντοβιν ἐν Χαμπάροφσκ (1942), Φλέγων (Πονγκίλσκυ, 1938) ἐν Μόσχα, Ἰβὰν (Shangin, 1930) ἐν Ἀρχάγγελσκ, Παυλος (Μπολκόφσκι, 1942) ἐν Kirov, Μιχαὴλ (Μπουρμάκιν1930) ἐν Ἀρχάγγελσκ, Ἀλέξανδρος (Derzhavin, 1963) ἐν Μόσχα, Ἀζαρίας (Ἐρσὸφ, 1931) ἐν Ἀλτάι, Μαρτεμιάν (Μακάροφ, 1938) ἐν Ἰρκούτσκ, Σάμψων (Νόβικοφ, 1931) ἐν Μπαρναούλ τῆς Σιβηρίας, Βασίλειος (Okulov, 1930)ἐν Σαφονοβο Ἀρχάγγελσκ, Παλλάδιος (Σερστέννικοφ, 1976) ἐν Ἰρκούτσκ, Δημήτριος (Ποπὸφ, 1942) ἐκ Γιαροσλάβλ, Σίμων (Kozhukhov, 1928) ἐν Οστασκώφ, ἐν πολλαῖς βασάνοις, φυλακαῖς καὶ διωγμοῖς ὑπὸ τῶν ἀθέων μπολσεβίκων τελειωθέντες ἐν Ῥωσίᾳ.
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ὁ Ἅγιος ἔνδοξος τοῦ Χριστοῦ ἱερομάρτυς Κωνσταντίνος Τούλια ἐκ Σιταριὰ Φλωρίνης  ὑπὸ τῶν ἀθέων μπολσεβίκων ἐν πολλαῖς βασάνοις τελειωθείς (+1943, Μ. Παρασκευή)
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ κοίμησις τοῦ Ἁγίου Μακαρίου τῆς Σαχάρνα, τοῦ ὁμολογητοῦ (1969, Μολδαβία) [τιμαται στὶς 13/26 Μαΐου].

Στίχοι
χθροὺς ὁ τέμνων Γεώργιος ἐν μάχαις,
Ἑκὼν παρ᾿ ἐχθρῶν τέμνεται διὰ ξίφους.
Ἦρε Γεωργίου τρίτῃ εἰκάδι αὐχένα χαλκός
Στίχοι: Θήλεος φύσιν Πολυχρονία μῆτερ,
Γεωργίου θείου ἀνδρικῶς παρεῖδες.
Στίχ. Δύσας Ἀνατόλιος ἐκτομῇ κάρας,
Ἑῷον εἶδε φῶς νοητὸν Κυρίου.
Ὁ χριστομάρτυς τέμνεται Πρωτολέων,
Χριστῷ πεποιθὼς ὥσπερ ἀλκαίᾳ λέων.

Η Θαυμαστή διάσωσις από τον άγιον μεγαλομάρτυρα Γεώργιον
του παπα-Χαράλαμπου Διονυσιάτη

Η οικογένεια του παπα-Χαράλαμπου Διονυσιάτη καταγόταν από τον ευλογημένο Πόντο. Η οικογένεια Γαλανοπούλου έζησε την περιπέτεια του Ποντιακού Ελληνισμού, αφού με τις Τουρκικές πιέσεις αναγκάστηκε να καταφύγει αρχικά στην νότιο Ορθόδοξη Ρωσία, το 1880 και αργότερα, εξαιτίας των διωγμών των Μπολσεβίκων, να εγκατασταθεί στην Ελλάδα, στο χωριό Αρκαδικό της Δράμας το 1920. Ο παπα-Χαράλαμπος γεννήθηκε στη Ρωσία το 1910, όπου έζησε περίπου 10 χρόνια και βαπτίσθηκε από το θείο του, τον μετέπειτα μοναχό Αρσένιο τον σπηλαιώτη. Δύο από τα αδέλφια του πατέρα του Λεωνίδα ακολούθησαν τον μοναχικό βίο: η αδελφή του Ευπραξία, η διακόνισσα του αγίου Ιερωνύμου της Αιγίνης και ο αδελφός του Μοναχός Αρσένιος, ο συνασκητής του Αγίου Ιωσήφ του Ησυχαστού.
Ο Χαράλαμπος υπηρέτησε στον στρατό και πολέμησε στο Αλβανικό μέτωπο εναντίον των Ιταλών με το βαθμό του δεκανέα… Την Κυριακή της 6ης Απριλίου το 1941 οι Γερμανοί εισέβαλαν αστραπιαίως στην Ελλάδα, έχοντας για εφεδρείες τις Βουλγαρικές δυνάμεις…
Η ανατολική Μακεδονία και η Θράκη, δόθηκαν στους Βουλγάρους…

Περιπέτεια με τους κομιτατζήδες, αιχμάλωτος στην Βουλγαρία ( 1941)

Βρισκόμαστε στο 1941. Ζούμε στους χρόνους της μαύρης σκλαβιάς του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου. Η υπόλοιπη Ελλάδα βρίσκεται υπό την μπότα των Γερμανών. Όμως η Μακεδονία ζει ημέρες της πλέον στυγνής δουλείας που είχε γνωρίσει στην ιστορία της.
Εδώ κατακτητής είναι ο γειτονικός ομόδοξος βουλγάρικος λαός. Πολλοί αιτιώνται την απηνή σκληρότητα μόνον των Βουλγάρων. Όμως χάριν της αλήθειας οφείλουμε να ομολογήσουμε , από παθόντες αυτόπτες μάρτυρες, ότι τα φοβερά δεινά υπέστησαν οι μακεδόνες αδελφοί μας και από δικούς μας. Από εξομότες δηλαδή Έλληνες, οι οποίοι κατετάγησαν στο αντίθετο στράτευμα, αλλά και από κρυφοβούλγαρους που ζούσαν σε ελληνικά χωριά.
Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο Θανάσης, ο οποίος ήταν υφιστάμενος του Χαράλαμπου, ως δεκανέα, στο στρατό, και μάλιστα πολλές φορές ευεργετήθηκε από αυτόν, πριν σπάση το μέτωπο από τους Γερμανούς.
Ήταν μια ανοιξιάτικη μέρα του 1941. Ξαφνικά ακούγονται στα βουνά, στην πόλι, στους δρόμους, κραυγές, πόνος. Τι συμβαίνει; Κατέβηκαν οι κομιτατζήδες. Αιφνιδιαστικά πετσοκόβουν όσους βρίσκονται μπροστά τους. Το μακελειό απερίγραπτο. Χιλιάδες οι νεκροί, κατακρεουργημένοι εδώ κι εκεί.
Την εποχήν εκείνη διέλαμπεν η φήμη του γνωστού χαρισματούχου Γέροντος της Σίψας Γεωργίου Καρσλίδη, ο οποίος επρόλαβε ν’ αποκρύψη έναν μεγάλον αριθμόν ανθρώπων στο ησυχαστήριό του ως άλλος Αβδιού από οργής Ιεζάβελ. Συγχρόνως, επί τρεις-τέσσερις ημέρες τους εξασφάλιζε και το σιτηρέσιον. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγεται και ο Χαράλαμπος μαζί μ’ ένα από τα δίδυμα αδέλφια του, τον δεκαεξαετή περίπου Δαμιανόν. Μετά από το διάστημα αυτό εκόπασαν οι ιαχές των όπλων. «Επιτέλους, λένε, φύγανε. Καιρός, λοιπόν, να πορευθή ο καθένας στην δουλειά του».
Παραλαμβάνει ο Χαράλαμπος την άμαξαν με τα ζώα και βγαίνει στο δάσος για τ’ απαραίτητα ξύλα. Το ίδιο έκαμαν και πολλοί άλλοι. Και όμως˙ δεν περνά πολλή ώρα και διαπιστώνουν ότι είχανε πέσει θύματα ενέδρας. Ακούεται δυνατή φωνή:
– Αλτ! Ψηλά τα χέρια.
Εντός ολίγου όλοι εκείνοι οι βιοπαλαιστές βρίσκονται αιχμάλωτοι στα χέρια των κομιτατζήδων.
– Κακούργοι σας πιάσαμε. Όλοι κατάσκοποι είσαστε.
Όποιος τολμούσε να διαμαρτυρηθή, σαν απάντησι «φλαπ» με το γκλοπ.
«Περνά, λέγει ο Χαράλαμπος, από κοντά μας ο κομιτατζής. Μου αρχινά:
– Κακούργε, κατάσκοπε…
Του λέγω:
– Βρε κοίταξε μπροστά σου˙ ο αδελφός μου, ακόμα ανήλικος είναι˙ κατάσκοποι είμαστε; Προς Θεού!
Φλαπ, φλαπ , με το γκλοπ. Τι να πω! Αν μπορείς βρες δίκαιο˙ το βούλωσα. Μας οδήγησαν στο στρατόπεδο έξω από τη Δράμα. Αφού μας έφεραν στη φυλακή, μας έκλεισαν όλους σε μια μεγάλην αίθουσαν, χωρίς ψωμί, χωρίς νερό επί μια βδομάδα. Κάθε μέρα, πρωί βράδυ, περνούσαν μερικοί στρατιώτες. Άλλος μας κλωτσούσε με σιδερένιες μπότες, άλλος χτυπούσε με γκλοπ, άλλος μπουνιές, άλλος ξύλο κλπ. Εν τω μεταξύ πεινάσαμε κιόλας˙ φαγητό τίποτε. Ένας από την παρέα φωνάζει απελπισμένος: “Πεινώ”. Απάντησις… φλαπ, ξύλο. Να φαγητό.
Άλλος ένας φωνάζει απελπισμένος: “Νερό-νερό, καίομαι”. Του απαντά ο κομιτατζής: “Νερό δεν έχει. Έχει όμως ούρο”. Και ο διψασμένος, καμένος όπως ήταν: “Φέρε˙ ας είναι και ούρο”.
Για μια στιγμή, σαν ήμουν στη φυλακή, βλέπω ένα στρατιώτη γνωστό μου. Κοιτάω καλά˙ ο Θανάσης. Δόξα τω Θεώ, λέω, σωθήκαμε˙ φίλος μου είναι. Τον πλησιάζω με θάρρος: “Θανάση, Θανάση˙ τι γίνεσαι;”. Με πλησιάζει ο “φίλος” μου ο Θανάσης με το γκλοπ και σαν απάντησι… φλαπ-φλαπ ,μ’ έκαμε σαπούνι. Ήταν και αυτός ένας από τους εξωμότες. Σ’ αυτήν την κατάστασι με τα κλωτσοκοπήματα παραμείναμε έξι ημέρες. Κατά την εβδόμην καταφθάνει και το θλιβερό μήνυμα: Καταδίκη σε θάνατον˙ τελειωτικό κλωτσοκόπημα μέχρις εξοντώσεως. Όλοι πάγωσαν . Όσο για μένα τι μεσολάβησε;».

Θαυμαστή διάσωσις από τον άγιον μεγαλομάρτυρα Γεώργιον

«Τότε ήλθα σε μιάν πολύ μεγάλην περισυλλογή. Σκέφθηκα μέσα μου: “ Αχ, πόσο μάταιη είναι αυτή η ζωή. Ήθελες Χαράλαμπε να παντρευτής για να γίνης παπάς, να σώσης τον κόσμον. Λοιπόν σώσε τώρα πρώτα τον εαυτό σου”. Στην συνέχεια γονάτισα κάτω και με πύρινα δάκρυα φώναξα:
“ Άγιε μεγαλομάρτυς Γεώργιε, μεγάλε στρατιώτα του Χριστού, σώσε μας και σου υπόσχομαι ν’ αφιερώσω εξ ολοκλήρου στον Θεόν τη ζωή μου”.
Μόλις τελειώνω την προσευχήν, να και ακούω ένα κρότον από πάνω μας «γκλακ-γκλακ» ˙ καλπασμός αλόγου. Στρέφω ψηλά το βλέμμα˙ ένα άλογο εκάλπαζε στον αέρα από πάνω μας˙ καβαλλάρη όμως δεν είδα. Κατάλαβα όμως: “ Βρε, λέω, ο άη-Γιώργης είναι σίγουρα˙ μόνο που είμαι ανάξιος να δω τον ίδιον. Ας είναι και το άλογο. Σημαίνει μας άκουσε”.
Από την άλλην παρέα κανένας δεν είδε τίποτε. Ωστόσο με υψωμένο το ηθικό παρηγορούσα τους πονεμένους συντρόφους μου: “Θάρρος, παιδιά, θα γλυτώσουμε˙ ο άη-Γιώργης θα μας σώση”.
Θάρρος, αλλά τι θάρρος; Η κατάστασις επιδεινώνεται. Αποκορύφωμα η τελευταία απόφασις. Ήδη την εβδόμην ημέραν πρωί-πρωί, μπαίνουν μέσα οι δήμιοι να μας αποτελειώσουν. Και όμως δεν προλαβαίνουν να δώσουν τα πρώτα κτυπήματα. Ανοίγει ξαφνικά διάπλατα η πόρτα της φυλακής.
Ένας γεροδεμένος νέος μπαίνει μέσα με άγριες φωνές. “Σταματάτε κακούργοι αμέσως˙ ειδ’ άλλως θα σας καθαρίσω όλους. Αφήστε τους αθώους αυτούς ανθρώπους να πάνε σπίτι τους”. Εν ριπή οφθαλμού , άλλαξε το σκηνικό. Χαθήκαν όλοι˙ μαζί και ο άγνωστος εκείνος νέος. Το τι έγινε δεν περιγράφεται˙ χαρές, φιλιά, κλάματα, συγκινήσεις.
Δε σας το ‘λεγα εγώ, τους είπα, θα μας σώση ο άη-Γιώργης; Αν θέλετε να σας πω και τι του έταξα. Θ’ αφιερωθώ στον Θεό.
Συμπληρώνει ο μικρός Δαμιανός:
Εγώ έταξα όσο ζω, το καντήλι του ακοίμητο να καίη σπίτι μας.
Και ένας εξάδελφος Βασίλης:
Κι εγώ έταξα να του αφιερώσω το άλογό μου.
Γεώργιος ο Γοργος- Τροπαιοφόρος_ св вмч Георгий победоносец_St. George the Trophy-bearer_წმინდა გიორგი გმი-ΑΓ.ΝΙΚΟΛ.ΟΡΦΑΝΟΣ %d1%81Ωστόσο άλλη απορία: ποιός ήταν ο άγνωστος ευεργέτης; Ο ένας έλεγε ότι ήταν παλληκάρι, άλλος ότι ήταν μεσήλικας, άλλος έλεγε: “ φωνήν άκουσα, πρόσωπο δεν είδα”. Άλλος την φωνήν άκουσε στα ελληνικά˙ άλλος στα βουλγάρικα…
Παραμένουμε όλοι οι αιχμάλωτοι μ’ αυτές τις εντυπώσεις. Όμως οι φυλακές κλειδωμένες. Ήδη μερικοί πάλιν μεμψιμοιρούν. “Μήπως… μήπως…”. Αρχίζω ξανά να τους ενθαρρύνω: «Θάρρος, αδέλφια. Τελειώσαν όλα˙ λίγη υπομονή».
Πράγματι, δεν περνά πολλή ώρα , ξανανοίγουν οι πύλες. Επίσημη ανακοίνωσις από τον βασιλιά Βόρι. “ Επειδή σήμερα η βασίλισσα εγέννησεν τον διάδοχόν μου, απονέμω χάριν σ’ όλους τους αιχμαλώτους˙ απ’ αυτήν την στιγμήν είσαστε όλοι ελεύθεροι”.
Μόλις ανοίγουν οι φυλακές, από την χαρά μας, παρ’ όλην την πείνα και την εξάντληση, σε λίγη ώρα βρεθήκαμε στα σπίτια μας.
Μόνη απορία που έμεινε όμως στους αιχμαλώτους, ποιός ήταν αυτός ο άγνωστος ευεργέτης μας. Άγγελος, άγιος, άνθρωπος; Όπως και να ΄χη, γεγονός είναι ότι ήταν σταλμένος από Θεού στην πιο κρίσιμην ώρα. Δηλαδή στο παρά πέντε. Αλλιώς μέχρι να ‘φθανε το βασιλικό μήνυμα θα ήταν πια πολύ αργά. Ήδη θα ‘μασταν τελειωμένοι».
Από το βιβλίο: «Ιωσήφ Μ.Δ. Παπα-Χαράλαμπος Διονυσιάτης, Ο απλοϊκός ηγούμενος και διδάσκαλος της νοεράς προσευχής» Δ΄ έκδοση: 2010

***

Στις 23 Απριλίου 1752, μαρτύρησε στην πόλη της Πτολεμαΐδας ο Άγιος Γεώργιος
(Από το νέο Μαρτυρολόγιο του Αγ. Νικοδήμου).

Αυτός ο Μάρτυρας του Χριστού Γεώργιος, ήταν Κύπριος στην καταγωγή, νέος στην ηλικία, ωραίος στην εμφάνιση, φρόνιμος στον νου και συνετός στα ήθη. Αφού έφυγε από την πατρίδα του, πήγε στην Πτολεμαΐδα, που τώρα λέγεται Άκρι, και βρέθηκε υπηρέτης κοντά σε κάποιον Κόνσουλα Ευρωπαίο. Είχε λοιπόν τη συνήθεια να πηγαίνει σε μία φτωχή γυναίκα τουρκάλα, για να αγοράζει από αυτήν αυγά για το σπίτι του αφέντη του. Αυτή λοιπόν είχε μια κόρη σε ηλικία γάμου. Και καθώς περνούσε ο καιρός και ο νέος συχνά πήγαινε εκεί για αυγά, τον ακολουθούσε πολλές φορές και έβγαινε και συνομιλούσε μαζί του ελεύθερα, ακόμα κι αν απουσίαζε η μητέρα της. Μερικές όμως άλλες γειτόνισσες τουρκάλες βλέπουν ότι ο νέος αγοράζει αυγά μόνο από εκείνη (επειδή αυτή είχε αρκετά), ενώ από εκείνες δεν αγοράζει, ζήλεψαν και συμφώνησαν μεταξύ τους, για να του προξενήσουν κακό. Λοιπόν, μια μέρα πήγε ο νέος, όπως συνήθιζε, να πάρει πάλι αυγά, ενώ απουσίαζε η μητέρα του κοριτσιού, και αμέσως μόλις τον είδαν και μπήκε μέσα στο σπίτι, έτρεξαν οι μιαρές και έπιασαν τον νέο φωνάζοντας δυνατά ότι είπε πως θα τουρκέψει και θα πάρει τη νέα για γυναίκα του, κατηγορώντας άδικα τον αθώο.

Μαζεύτηκε αμέσως μεγάλο πλήθος Αγαρηνών και αφού άρπαξαν τον νέο, τον πήγαν στο δικαστήριο φωνάζοντας και αυτοί τα ίδια και ψευδομαρτυρώντας ενάντια στον Άγιο. Ρώτησε ο δικαστής τον Άγιο αν ίσως είναι αληθινά όσα λέγονται. Και αυτός με θάρρος απάντησε ότι ποτέ δεν είπε τέτοια λόγια, ούτε τα υπονόησε, αλλά αυτοί από κακία τον συκοφάντησαν και ότι αυτός Χριστιανός γεννήθηκε και Χριστιανός θα πεθάνει. Έταζαν να του δώσουν δώρα υπερβολικά και δόξες και αξιώματα, αλλά δεν μπόρεσαν να κατορθώσουν τίποτα. Μεταχειρίστηκαν διάφορες τυραννίες, αλλά ούτε με αυτές μπόρεσαν να πείσουν τον νέο, καθώς έστεκε σταθερός στην πίστη του Χριστού. Έτσι, ο δικαστής αποφάσισε να τον καταδικάσει σε θάνατο. Και ήταν μέρα Παρασκευή και αφού οι Τούρκοι βγήκαν από το τζαμί τους, το οποίο είναι κοντά στην θάλασσα, στάθηκαν όλοι έξω στην μεγάλη πεδιάδα που βρίσκεται εκεί, και αφού έκαναν συμβούλιο, οδηγούν εκεί τον Μάρτυρα σιδηροδέσμιο και αφού τον έστησαν στη μέση της πεδιάδας εκείνης, διαβάζουν την απόφαση του θανάτου εναντίον του για να την ακούσουν όλοι, και έτσι αρχίζουν όλοι να κολακεύουν τον νέο και να τον παρακινούν να τουρκέψει. Ο νέος στάθηκε και τους επέπληξε με ανδρεία και αφού είδαν ότι η γνώμη του δεν αλλάζει, κάνουν όλοι έναν κύκλο γύρω από τον Μάρτυρα και κρατούν τα πιστόλια τους έτοιμα στα χέρια και του λένε, ή θα υπακούσει σε όσα του λένε, ή αμέσως θα τον σκοτώσουν. Ο γενναιότατος όμως Μάρτυρας του Χριστού, αφού ύψωσε τα χέρια του, έτσι όπως ήταν δεμένα με τις αλυσίδες, στον ουρανό, είπε με δυνατή φωνή: «Κύριε Ιησού Χριστέ, δέξου το πνεύμα μου και αξίωσέ με της Βασιλείας σου». Και αφού τα είπε αυτά, έριξαν όλοι μαζί με τα πιστόλια τους καταπάνω στον Μάρτυρα. Και καθώς εκείνος έπεσε στη γη, έτρεξαν όλοι με τα μαχαίρια και έκαναν σαν κόσκινο το μαρτυρικότατο εκείνο σώμα από τις μαχαιριές.

Ακόμα δεν είχαν χορτάσει την κακία τους, και να ο Θεός των θαυμάτων και των μαρτύρων ενεργεί ένα τέτοιο θαύμα. Εκεί που ήταν γαλήνη μεγάλη, την ίδια στιγμή γίνεται ένας αναβρασμός της θάλασσας μεγάλος, και παρόλο που από τη θάλασσα ως τον τόπο εκείνο όπου κείτονταν το λείψανο του Μάρτυρα ήταν μεγάλη απόσταση, περίπου ίση με τη βολή ενός τουφεκιού και ακόμα πιο μακριά, η θάλασσα έγινε τόσο άγρια, σαν ένα θηρίο ανήμερο, ώστε βγήκε από τον φυσικό της τόπο και αφού ήρθε ως εκεί που βρισκόταν το λείψανο (αυτό φαίνονταν πως το τιμά και το σέβεται), έπλυνε το Μαρτυρικό αίμα που έτρεχε από αυτό, με τρόπο που έγινε ολόκληρη σαν ένας κόκκινος αφρός από κιννάβαρι. Και καθώς ανέβαινε από τους τοίχους του τζαμιού των Αγαρηνών και του κουμερκίου τους, ζητούσε να τα γκρεμίσει και τα δύο με τα κύματά της. Βλέποντας αυτό το φοβερό θαύμα οι Οθωμανοί και φοβούμενοι μήπως καταποντισθεί ολόκληρη η πόλη τους, έτρεξαν αμέσως και εξανάγκασαν τους Χριστιανούς να έρθουν και πήραν με τιμή και θάρρος το ιερό εκείνο σώμα και φέρνοντάς το στην Εκκλησία το έθαψαν εκεί, όπου και σήμερα βρίσκεται, και αμέσως ησύχασε η θάλασσα και ειρήνευσε πάλι, αφού καθάρισε σαν δούλη το αγιότατο αίμα του Μάρτυρα.

Πολυχρονία,μητρὸς Ἁγ. Γεωργίου-Мученица Полихронии мать св вмч Георгий Победоносец- St. Polychronia mother of St. George the Trophy-bearer24._2_Μετά το θάνατο του σώματος, δοξάζοντας ο Θεός τον Μάρτυρα και την θεία πίστη του, ενήργησε ένα τέτοιο θαύμα: τρεις ολόκληρες νύχτες φαίνονταν ένας στύλος φωτιάς από τον ουρανό ως τον τάφο του Αγίου και όλη η πόλη έφεγγε από ένα γλυκύτατο φως που χύνονταν τριγύρω από εκείνο τον πύρινο στύλο. Από τότε, εις παντοτινή μνήμη εκείνου του αρρήτου φωτός και του θαύματος, μέχρι σήμερα, κάθε Παρασκευή απόγευμα, οι Χριστιανοί της περιοχής συνηθίζουν να πηγαίνουν στον τάφο του Μάρτυρα, πλήθος ανδρών, γυναικών, παιδιών και μάλιστα αρρώστων και ασθενών και προσφέροντας κεριά και λαμπάδες και θυμιάματα, κάνουν μια μεγάλη φωτοχυσία και γίνονται άπειρα θαύματα εις δόξαν Πατρός, Υιού και Αγίου Πνεύματος, της μιας Θεότητος και βασιλείας. Η πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις, νυν και αεί, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Συναξαριστής Νεομαρτύρων, Εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη, Απόδοση στην Νεοελληνική: Τέζας Γεώργιος Φιλόλογος
https://www.impantokratoros.gr/georgios-kyprios.el.aspx

Μολονότι συνηθίζεται η ανακομιδή των λειψάνων των Αγίων, ο τάφος του Αγίου παρέμεινε ανέπαφος μεταξύ του Ι. Ναού του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου και του κτηρίου της Ι. Μητροπόλεως Πτολεμαΐδος μέχρι το 1963. Τότε, κατόπιν συνεννοήσεως του Αρχιεπισκόπου Κύπρου Μακαρίου Γ’ και του Πατριάρχου Ιεροσολύμων Βενεδίκτου ανοίχθηκε ο τάφος παρουσία του Μητροπολίτου Ναζαρέτ Ισιδώρου, του ηγουμένου της Ι. Μονής Μαχαιρά Ελπιδίου, του μοναχού της Ι. Μονής Σταυροβουνίου Νικάνδρου και άλλων κληρικών της Παλαιστίνης.
Τοποθετήθηκαν σε κατάλληλη θήκη και αρχικά διαφυλάχτηκαν στον πλησίον Ναό του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου. Μεταφέρθηκαν στη Κύπρο, στις 13 Απριλίου 1967 από αντιπροσωπία της Εκκλησίας της Κύπρου, με επικεφαλής τον Χωρεπίσκοπο Τριμυθούντος Γεώργιο και κατόπιν Μητροπολίτη Νικαίας.
Σήμερα ευρίσκονται στον Ι. Ναό Αγίου Γεωργίου στον Άγιο Δομέτιο Λευκωσίας.

Ἀπολυτίκιον Ἁγίου ἐνδόξου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου
Ἦχος δ’ Αὐτόμελον

ς τῶν αἰχμαλώτων ἐλευθερωτής, καὶ τῶν πτωχῶν ὑπερασπιστής, ἀσθενούντων ἰατρός, βασιλέων ὑπέρμαχος, Τροπαιοφόρε Μεγαλομάρτυς Γεώργιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἀπολυτίκιον Ἁγίας Πολυχρονίας, μητρὸς Ἁγ. Γεωργίου
(ποίημα Ἀθανασίου Σιμωνοπετρίτου)
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ζωὴν τὴν αἰώνιον ἐπιποθούσα σεμνή, φθαρτῶν κατεφρόνησας καὶ ἡδονῶν κοσμικῶν, Χριστὸν ἀγαπήσασα· ὅθεν Πολυχρονία, σὺν υἱῷ Γεωργίῳ, θείῳ Τροπαιοφόρῳ, μαρτυρίου μετέσχες· διὸ σὲ μακαρία, πίστει γεραίρομεν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἁγίας Πολυχρονίας, μητρὸς Ἁγ. Γεωργίου (Χ. Μ. Μπούσια)
Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

ναθλούμενον εἶδες ὅν ὡς βρέφος ἐβάστασας, ἐν ταῖς σαῖς ἀγκάλαις τὸν θεῖον, τροπαιοῦχον Γεώργιον, καὶ τούτου ἠκολούθησας λαμπρόν, σεμνὴ Πολυχρονία ταῖς ὁδοῖς, ὅθεν στέφους μαρτυρίου, καὶ σὲ ὁ Ζωοδότης κατηξίωσε· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ κραταιώσαντι, δόξα τῷ σὲ ἡμῖν πανσθενουργόν, προστάτιν δείξαντι.

Ἀπολυτίκιον Ἁγίου Λαζάρου τοῦ Βουλγάρεως. (Νικηφόρου τοῦ Χίου)
Ἦχος α´. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

θλητῶν νέων κλέος, καὶ ἀρχαίων συνόμιλος, καὶ γενναῖος ὁπλίτης, τῆς Χριστοῦ παρατάξεως, ἐφάνης ἐναθλήσας ἀνδρικῶς, πολύαθλε Λάζαρε ἐν γῇ, διό σε ἐν θείοις ὕμνοις, ἐκ πόθου πάντες γεραίρομεν ἔνδοξε, καὶ δόξαν προσάγομεν Θεῷ, τῷ ἐν τοῖς ᾄθλοις ἐνισχύσαντι, κατ᾿ἐχθρῶν ὁρωμένων, καὶ ἀοράτων πανθαύμαστε.

Ἦχος δ΄. Ὡς γενναῖον ἐν μάρτυσι.

Τῷ τῆς πίστεως θώρακι, καὶ ἀσπίδι τῆς χάριτος, καὶ Σταυροῦ τῷ δόρατι, συμφραξάμενος, τοῖς ἐναντίοις ἀνάλωτος, ἐγένου Γεώργιε, καὶ ὡς θεῖος ἀριστεύς, τῶν δαιμόνων τὰς φάλαγγας, τροπωσάμενος, σὺν Ἀγγέλοις χορεύεις, τοὺς πιστοὺς δέ, περιέπων ἁγιάζεις, καὶ διασῴζεις καλούμενος.

ερώτατον σφάγιον, τῆς ἡμῶν θείας πίστεως, μνήμην σου τελοῦντες νῦν τὴν πανέορτον, Πολυχρονία πανεύφημε, ᾠδάς σοι προσάγομεν, μελιῤῥύτους καὶ Χριστόν, τὸν λαμπρῶς σὲ δοξάσαντα, μεγαλύνομεν· σὺν γὰρ πάσας ἐχθροῦ τὰς παρατάξεις, ὑπεσκέλισας πανσόφως, καὶ γενναιότατα ἤθλησας.

Τοῦ ἡλίου φαιδρότερον, λαμπηδόνων ἐκλάμψασα, ἀθληφόρε Μάρτυς ἐν τοῖς παλαίσμασι, τῶν Ἀσωμάτων κατηύφρανας, δικαίως τὰς φάλαγγας, καὶ ἀπίστων τῶν ἑσμόν, ἐτροπώσω λυττῶντά τε, καὶ βρυχώμενον, ὥσπερ λέοντα σὲ κατασπαράξαι, ἐκζητοῦσα Παλαιστίνης, Πολυχρονία ἀνάθρεμμα.

Δόξα. Ἦχος πλ. Α΄.

Τίς κατ’ ἀξίαν ἐπαινέσει σου, τὴν καρτερίαν ἐν τοῖς ἄθλοις, Μάρτυς Πολυχρονία θεοφόρητε; Σὺ γὰρ τῷ θείῳ ἔρωτι, ἐν καρδίᾳ φλεγομένη, τὸ σῶμα παρέδωκας, πολυωδύνοις βασάνοις· διὸ καὶ μετὰ θάνατον, Χριστῷ τῷ Παντάνακτι, καὶ Θεῷ συμβασιλεύεις, εἰς ἀπεράντους αἰῶνας· δεόμεθα οὖν πρέσβευε Αὐτῷ, ταῖς ἡμῶν διανοίαις δωρήσασθαι φωτισμόν, καὶ ἄμετρον ἔλεος.

Comments are closed.